Η κλητική είναι η πτώση που μπερδεύει τους περισσότερους μαθητές. Από πολλούς θεωρείται, λανθασμένα φυσικά, άχρηστη, κάποιοι δεν μαθαίνουν ποτέ την σωστή χρήση της και άλλοι μαθαίνουν τη χρήση της μόνο μέσα από την πράξη. Συχνότατα γίνονται λάθη σε αυτήν (Γιώργε!), μπερδέματα (είναι Παύλο ή Παύλε;) και είναι σύνηθες φαινόμενο να παραλείπεται.
Παρόλα αυτά, η άρνηση της χρήσης της είναι φαινόμενο κοινωνικό θα έλεγα και όχι γραμματικό. Διότι από άποψη γραμματικής, ακόμα και να μην ξέρει να κλίνει έναν ονοματικό τύπο κάποιος, διαισθητικά έστω θα την χρησιμοποιήσει. Είναι ένα κοινωνικό ζήτημα, μιας και η προσφώνηση κάποιου σε κλητική τον εξισώνει, τρόπον τινα, με τον ομιλητή. Γίνονται συν-ομιλητές, άρα ίσοι. Αντίθετα η παράλειψή της, ηθελημένα και μη, δηλώνει ακριβώς το αντίθετο. Υποβιβάζει την προσωπικότητα και την αξία του απέναντι ανθρώπου, ο οποίος πλέον δεν αναγνωρίζεται ως έμβιο ον. Παρατραβηγμένο; Ίσως.
Πάντως το μόνο σίγουρο είναι πως αν κάποιος σέβεται τον συνομιλητή του ποτέ δεν παραλείπει την κλητική προσφώνηση. Μάλιστα την στολίζει κιόλας: αξιότιμε κύριε, σεβαστέ φίλε, φίλτατε, σύντροφε κτλ. Ολόκληρες ιεραρχίες στηρίζονται στην κλητική προσφώνηση. Σκεφτείτε λίγο πόσες διαφορετικές κλητικές προσφωνήσεις γίνονται καθημερινά στην ιεραρχία των ιερέων και μάλιστα με περισσή ευλάβεια. Ο κατώτερος στο βαθμό ιερέας ποτέ δεν παραλείπει να προσφωνήσει τον ανώτερο με τον βαθμό του, διότι αυτό θα γινόταν η αρχή μιας παρεξήγησης. Επίσης μια ομιλία ξεκινάει με πολλές (κάποιες φορές ατελείωτες!) κλητικές προσφωνήσεις, που σκοπό έχουν να τονίσουν την παρουσία των παρευρισκομένων, να την τιμήσουν και να αναγνωριστεί η ύπαρξη αυτών με έντονο τρόπο. Φανταστείτε τώρα, μετά από αυτά τα παραδείγματα, τι σημαίνει η παράλειψη (συνειδητά ή μη) της κλητικής προσφώνησης σε κάποιον.
Στην περίπτωση που γίνεται συνειδητά, η παράλειψη της κλητικής προσφώνησης δηλώνει ηθελημένη προσπάθεια κάποιου να μειώσει τον άλλον. Τρανταχτό παράδειγμα ο στρατός: όταν ο λοχαγός φωνάζει 2 στρατιώτες για μια εργασία, συνήθως ακούγεται: "Παπαδόπουλος, Παπαδάκης, ελάτε εδώ!". Διότι ο λοχαγός δεν έχει την ανάγκη να αναγνωρίσει ως ίσους τους στρατιώτες. Αντίθετα, θέλει όσο μπορεί να τονίσει την ανισότητα της ιεραρχίας, στερώντας τους εσκεμμένα την προσφώνηση. Φυσικά αυτό έχει ως αποτέλεσμα ο στρατιώτης να νιώθει (δικαιολογημένα!) όχι άνθρωπος αλλά αντικείμενο. Όποιος έχει πάει στρατό μπορεί να το καταλάβει αυτό.
Ακόμα πιο προβληματική είναι η περίπτωση που η παράλειψη της κλητικής προσφώνησης γίνεται υποσυνείδητα ή ασυνείδητα. Εκεί που ο καλών δεν καταλαβαίνει την έλλειψη της πτώσης αυτής αλλά έτσι έχει συνηθίσει. Ένα σύνηθες παράδειγμα είναι η οικογένεια. Δε θέλω να σκέφτομαι πως κάποιος γονέας ηθελημένα στερεί από το παιδί του το σεβασμό ή πως δεν αναγνωρίζει την ύπαρξή του ως σημαντική. Όμως σίγουρα η συνήθεια του να παραλείπει την κλητική προσφώνηση (Γιάννης! Γιώργος! Ελάτε για φαγητό!) υποβιβάζει την ύπαρξη και την σημασία αυτών των προσώπων, κάτι που δεν περνά απαρατήρητο ακόμα κι από ένα παιδί, ειδικά αν αυτό το παιδί βλέπει καθημερινά τον γονέα να προσφωνεί τους υπολοίπους "ίσους" του με επιμέλεια. Είναι τρομακτικό πως η προαναφερθείσα πράξη γίνεται υποσυνείδητα, διότι αυτό σημαίνει πως ο εν λόγω γονέας έχει σχεδόν ξεχάσει ότι οφείλει να σέβεται το παιδί του. Ή, με διαφορετική διατύπωση, έχει λησμονήσει πως η οντότητα που έχει συνηθίσει να έχει στην οικογένεια είναι ίση, το ίδιο σεβαστή και αξιοπρόσεχτη με τον ίδιο!
Υπάρχουν και κάποιες γκρίζες ζώνες, όπου δεν είναι ξεκάθαρο το αν η παράλειψη της κλητικής προσφώνησης γίνεται σκόπιμα ή όχι, όπως στον χώρο του σχολείου από τον καθηγητή ή της εργασίας από τον προϊστάμενο. Σε κάθε περίπτωση δηλώνει κάποια απαξίωση, αδιαφορία για την οντότητα εκείνη και τα συναισθήματά της. Οπότε όποιος λειτουργεί έτσι, παραλείποντας αυτήν την τόσο χρήσιμη πτώση, αυτήν που αναγνωρίζει την ύπαρξη των άλλων γύρω μας, καλό θα ήταν να το ξανασκεφτεί. Διότι τέτοιες λεπτομέρειες συνήθως κάνουν τη διαφορά ανάμεσα σε μια υγιή και μια καταπιεστική σχέση.
Παρόλα αυτά, η άρνηση της χρήσης της είναι φαινόμενο κοινωνικό θα έλεγα και όχι γραμματικό. Διότι από άποψη γραμματικής, ακόμα και να μην ξέρει να κλίνει έναν ονοματικό τύπο κάποιος, διαισθητικά έστω θα την χρησιμοποιήσει. Είναι ένα κοινωνικό ζήτημα, μιας και η προσφώνηση κάποιου σε κλητική τον εξισώνει, τρόπον τινα, με τον ομιλητή. Γίνονται συν-ομιλητές, άρα ίσοι. Αντίθετα η παράλειψή της, ηθελημένα και μη, δηλώνει ακριβώς το αντίθετο. Υποβιβάζει την προσωπικότητα και την αξία του απέναντι ανθρώπου, ο οποίος πλέον δεν αναγνωρίζεται ως έμβιο ον. Παρατραβηγμένο; Ίσως.
Πάντως το μόνο σίγουρο είναι πως αν κάποιος σέβεται τον συνομιλητή του ποτέ δεν παραλείπει την κλητική προσφώνηση. Μάλιστα την στολίζει κιόλας: αξιότιμε κύριε, σεβαστέ φίλε, φίλτατε, σύντροφε κτλ. Ολόκληρες ιεραρχίες στηρίζονται στην κλητική προσφώνηση. Σκεφτείτε λίγο πόσες διαφορετικές κλητικές προσφωνήσεις γίνονται καθημερινά στην ιεραρχία των ιερέων και μάλιστα με περισσή ευλάβεια. Ο κατώτερος στο βαθμό ιερέας ποτέ δεν παραλείπει να προσφωνήσει τον ανώτερο με τον βαθμό του, διότι αυτό θα γινόταν η αρχή μιας παρεξήγησης. Επίσης μια ομιλία ξεκινάει με πολλές (κάποιες φορές ατελείωτες!) κλητικές προσφωνήσεις, που σκοπό έχουν να τονίσουν την παρουσία των παρευρισκομένων, να την τιμήσουν και να αναγνωριστεί η ύπαρξη αυτών με έντονο τρόπο. Φανταστείτε τώρα, μετά από αυτά τα παραδείγματα, τι σημαίνει η παράλειψη (συνειδητά ή μη) της κλητικής προσφώνησης σε κάποιον.
Στην περίπτωση που γίνεται συνειδητά, η παράλειψη της κλητικής προσφώνησης δηλώνει ηθελημένη προσπάθεια κάποιου να μειώσει τον άλλον. Τρανταχτό παράδειγμα ο στρατός: όταν ο λοχαγός φωνάζει 2 στρατιώτες για μια εργασία, συνήθως ακούγεται: "Παπαδόπουλος, Παπαδάκης, ελάτε εδώ!". Διότι ο λοχαγός δεν έχει την ανάγκη να αναγνωρίσει ως ίσους τους στρατιώτες. Αντίθετα, θέλει όσο μπορεί να τονίσει την ανισότητα της ιεραρχίας, στερώντας τους εσκεμμένα την προσφώνηση. Φυσικά αυτό έχει ως αποτέλεσμα ο στρατιώτης να νιώθει (δικαιολογημένα!) όχι άνθρωπος αλλά αντικείμενο. Όποιος έχει πάει στρατό μπορεί να το καταλάβει αυτό.
Ακόμα πιο προβληματική είναι η περίπτωση που η παράλειψη της κλητικής προσφώνησης γίνεται υποσυνείδητα ή ασυνείδητα. Εκεί που ο καλών δεν καταλαβαίνει την έλλειψη της πτώσης αυτής αλλά έτσι έχει συνηθίσει. Ένα σύνηθες παράδειγμα είναι η οικογένεια. Δε θέλω να σκέφτομαι πως κάποιος γονέας ηθελημένα στερεί από το παιδί του το σεβασμό ή πως δεν αναγνωρίζει την ύπαρξή του ως σημαντική. Όμως σίγουρα η συνήθεια του να παραλείπει την κλητική προσφώνηση (Γιάννης! Γιώργος! Ελάτε για φαγητό!) υποβιβάζει την ύπαρξη και την σημασία αυτών των προσώπων, κάτι που δεν περνά απαρατήρητο ακόμα κι από ένα παιδί, ειδικά αν αυτό το παιδί βλέπει καθημερινά τον γονέα να προσφωνεί τους υπολοίπους "ίσους" του με επιμέλεια. Είναι τρομακτικό πως η προαναφερθείσα πράξη γίνεται υποσυνείδητα, διότι αυτό σημαίνει πως ο εν λόγω γονέας έχει σχεδόν ξεχάσει ότι οφείλει να σέβεται το παιδί του. Ή, με διαφορετική διατύπωση, έχει λησμονήσει πως η οντότητα που έχει συνηθίσει να έχει στην οικογένεια είναι ίση, το ίδιο σεβαστή και αξιοπρόσεχτη με τον ίδιο!
Υπάρχουν και κάποιες γκρίζες ζώνες, όπου δεν είναι ξεκάθαρο το αν η παράλειψη της κλητικής προσφώνησης γίνεται σκόπιμα ή όχι, όπως στον χώρο του σχολείου από τον καθηγητή ή της εργασίας από τον προϊστάμενο. Σε κάθε περίπτωση δηλώνει κάποια απαξίωση, αδιαφορία για την οντότητα εκείνη και τα συναισθήματά της. Οπότε όποιος λειτουργεί έτσι, παραλείποντας αυτήν την τόσο χρήσιμη πτώση, αυτήν που αναγνωρίζει την ύπαρξη των άλλων γύρω μας, καλό θα ήταν να το ξανασκεφτεί. Διότι τέτοιες λεπτομέρειες συνήθως κάνουν τη διαφορά ανάμεσα σε μια υγιή και μια καταπιεστική σχέση.