Πέμπτη 10 Δεκεμβρίου 2020

Συνέντευξη: Τίμος Χαλκιάς και Στέλλα Τριανταφύλλου

 

Η παιδική λογοτεχνία απαιτεί, πέρα από αγάπη για τα παιδιά, και ένα υπόβαθρο από πλευράς των συγγραφέων. Στο βιβλίο «Ο Μάκης Οφθαλμάκης και ο δόκτωρ Οφθαλμύταρος» παρουσιάζονται στον χώρο δύο νέοι συγγραφείς, η Στέλλα Τριανταφύλλου και ο Τίμος Χαλκιάς, οι οποίοι, ως φιλόλογος/ειδική παιδαγωγός/φοιτήτρια ψυχολογίας και ειδικευόμενος οφθαλμολογίας αντίστοιχα, παντρεύουν τις επιστήμες τους για ένα κοινό αποτέλεσμα.
Η δική μου συνέντευξη ήθελα να είναι ενδελεχής και να κάνει μακροβούτι στις επιστήμες αυτές, όπως και στην οπτική τους γωνία για τη λογοτεχνία. Τι έχουν να μας πουν για τα παιδιά, τη λογοτεχνία και την ιατρική;

                                        

1) Τι σας ώθησε να ασχοληθείτε με τη λογοτεχνία και συγκεκριμένα με την παιδική;

Τίμος: Η αγάπη για τα βιβλία ήταν ανέκαθεν ένα κοινό μας σημείο, αλλά η ιδέα για συγγραφή δεν προέκυψε παρά μόνο μέσα από τη συζήτηση των προβληματισμών μου με τη Στέλλα σχετικά με τον καλύτερο τρόπο προσέγγισης ενός παιδιού στην κλινική εξέταση, μιας και εκείνη την περίοδο εκπαιδευόμουν στο παιδοφθαλμολογικό του ΑΧΕΠΑ. Η ίδια μοιράστηκε μερικές πολύ πρωτότυπες μεθόδους που το εκπαιδευτικό της υπόβαθρο την είχε βοηθήσει να επινοήσει και η φλόγα γεννήθηκε από μόνη της. Ειρωνικά, το είδος (παιδική λογοτεχνία) δεν καθοδήγησε τη θεματολογία αλλά το αντίστροφο!

 

2) Ποιο ήταν το μεγαλύτερο πρόβλημα/δυσκολία κατά τη δημιουργία ενός συνεργατικού έργου;

Τίμος: Έμαθα από τη Στέλλα να μη δένομαι έντονα με κάθε ιδέα και κάθε στίχο ή ακόμα και στροφή που γράφουμε, αλλά να κοιτάω πάντα το κείμενο με καθαρή ματιά και διάθεση για τροποποιήσεις και βελτιώσεις όπου πραγματικά χρειάζονται. Είναι κάτι που στη θεωρία το γνώριζα, αλλά συνειδητοποίησα ότι αντιμετώπιζα δυσκολία στην εφαρμογή του. Η Στέλλα είναι πολύ πιο μεθοδική και εγώ κλίνω προς τον αυθορμητισμό, ο οποίος είναι καλός σύμβουλος στη δημιουργική διαδικασία αλλά όχι στο «ραφινάρισμα». Ένα ακόμα σημείο στο οποίο αλληλοσυμπληρωνόμαστε!

Στέλλα: Από την πλευρά μου, επειδή βλέπω το κείμενο και με τη σκοπιά της φιλολόγου, γίνομαι πολλές φορές σχολαστική ως προς την έκφραση, τη σύνταξη, τη στίξη. Κάποιες φορές συναντάμε δυσκολία ως προς το ποιανού την ιδέα ή τον στίχο θα επιλέξουμε. Βέβαια, η ίδια δυσκολία αποβαίνει και πλεονέκτημα, καθώς δυο μυαλά πάντα λειτουργούν καλύτερα από ένα και η συνεργασία λειτουργεί πολύ καλά!

 

3) Με βάση την προσωπική σας άποψη και τη μέχρι τώρα επαφή με αναγνώστες, ποιοι διαβάζουν περισσότερο, παιδιά ή γονείς;

Τίμος/Στέλλα: Γονείς που διαβάζουν συνήθως μεγαλώνουν παιδιά που διαβάζουν. Όχι επειδή το επιβάλλουν αλλά επειδή το παιδί συνεχίζει να εκλαμβάνει την ανάγνωση ως μορφή ψυχαγωγίας μετά τη σχολική ηλικία. Οι γονείς αποτελούν τα αναγνωστικά πρότυπα για το παιδί. Μπορούν να εμφυσήσουν την αγάπη για το βιβλίο μέσα από την «από κοινού ανάγνωση», αλλά και με δραστηριότητες με αφορμή ένα βιβλίο. Η φιλαναγνωσία καλλιεργείται από μικρή ηλικία και συνοδεύει το παιδί σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Η έλξη ενός μικρού παιδιού για το βιβλίο, το οποίο είναι συνυφασμένο με την εξερεύνηση και τη νέα γνώση, είναι πρακτικά αντανακλαστική. Οτιδήποτε άγνωστο και καινούριο είναι συναρπαστικό για το παιδικό μυαλό. Δυστυχώς, αν τα ερεθίσματα από τους γονείς εκλείψουν και η μόνη εικόνα που τα παιδιά έχουν για το βιβλίο αργότερα είναι τα σχολικά εγχειρίδια, είναι σχεδόν αναπόφευκτο τελικά να καταλήξουν να απωθούνται από αυτό.

 

4) Ποια σημεία πρόσεξαν οι αναγνώστες περισσότερο; Ήταν αυτά που περιμένατε ή διαψευστήκατε;

Τίμος/Στέλλα: Τα πρώτα μας “test audiences” μας έδωσαν ιδιαίτερα εμψυχωτική ανατροφοδότηση και αυτό μας χαροποιεί ιδιαίτερα καθώς ένα παιδί, σε αντίθεση με έναν ενήλικα, δε θα προσποιηθεί την αντίδρασή του. Μια ευχάριστη παρατήρησή μας είναι ότι τα παιδιά φαίνεται να συμπαθούν τους πρωταγωνιστές μας, μιας και αυτό είναι απαραίτητο για να τους «ακολουθήσουν» στην ιστορία. Γέλασαν πολύ με τα διάφορα σημεία της ιστορίας και ανάλογα με την ηλικία και τις εμπειρίες τους βρήκαν διαφορετικά κομμάτια του κειμένου περισσότερο αστεία. Το κείμενο είναι γραμμένο σε πολλά επίπεδα και κάθε ανάγνωση μπορεί να προσφέρει στον αναγνώστη μια καινούργια ανακάλυψη και ένα διαφορετικό σημείο εστίασης, τόσο από πλευράς κειμένου όσο και της εξαιρετικά ευφάνταστης εικονογράφησης του Άγγελου Κομίνη.

 

5) Πώς θα χαρακτηρίζατε το έργο σας;

Τίμος/Στέλλα: Είναι ένα έργο εκ της συλλήψεώς του πρωτότυπο στο περιεχόμενό του και πραγματικά συνεργατικό, που πηγάζει τόσο από την αμοιβαία μας αγάπη για τη συγγραφή όσο και για το αντικείμενο του καθενός μας, δηλαδή την Ιατρική και την Εκπαίδευση-Ψυχολογία, και η έκδοσή του είναι ένα κοινό μας όνειρο που πραγματοποιήθηκε.

 

6) Ποια είναι τα λογοτεχνικά σας σχέδια για το μέλλον;

Τίμος/Στέλλα: Αν οι αναγνώστες μας αγαπήσουν και μας το επιτρέψουν, εμείς ήρθαμε για να μείνουμε!

 

7) Πώς ήταν η πρώτη επαφή με τη δημιουργία λογοτεχνικού έργου; Ταίριαζε με την εικόνα που είχατε ως παιδαγωγός/φιλόλογος;

Στέλλα: Η πρώτη επαφή με τη δημιουργία λογοτεχνικού έργου με μάγεψε! Η αρχική εικόνα που είχα αφορούσε τα ήδη υπάρχοντα έργα. Δρούσα ως εξωτερική παρατηρήτρια η οποία προσπαθεί να καταλάβει τον τρόπο σκέψης του λογοτέχνη/ της λογοτέχνιδας και προσπαθεί να βρει τι ήταν αυτό που ενέπνευσε και ώθησε στη συγγραφή ενός έργου. Πλέον είδα τη διαδικασία εκ των έσω. Έζησα τη γέννηση της ιδέας που μας ενέπνευσε με τον Τίμο να γράψουμε το «Ο Μάκης Οφθαλμάκης και ο Δόκτωρ Οφθαλμύταρος». Οι σκέψεις έγιναν λέξεις και οι λέξεις εικόνες με τη συμβολή του ταλαντούχου εικονογράφου μας.

 

8) Πόσο βοήθησαν οι σπουδές και οι γνώσεις σας στη δημιουργία του έργου;

Στέλλα: Ο λογοτέχνης οφείλει να δρα και ως παιδαγωγός και ψυχολόγος. Τότε μπορεί να πλάθει ιστορίες οι οποίες ανταποκρίνονται στις ανάγκες των παιδιών λαμβάνοντας υπόψη τα στάδια ανάπτυξής τους. Οι σπουδές και οι γνώσεις βοήθησαν στη δημιουργία του έργου, καθώς προσεγγίστηκε η ιατρική εξέταση με τρόπο κατάλληλο για τα παιδιά.

 

9) Πόση έρευνα (και συνεργασία με τον Τίμο) χρειάστηκε για να κατανοήσετε και να αποδώσετε το επιστημονικό περιεχόμενο του έργου;

Στέλλα: Η συνεργασία με τον Τίμο ήταν πολύ σημαντική προκειμένου να κατανοήσω τη διαδικασία και τα στάδια της παιδοφθαλμολογικής εξέτασης. Η δυσκολία στη συγγραφή του βιβλίου ήταν και αυτή ακριβώς, να αποδώσουμε τα βήματα της παιδοφθαλμολογικής εξέτασης με χιουμοριστικό, παιγνιώδη τρόπο. Προηγήθηκε η κατανόηση του επιστημονικού περιεχομένου και αυτό στη συνέχεια εμποτίστηκε με φαντασία, δημιουργικότητα και χιούμορ, όπως άλλωστε επιβάλλεται σε ένα παιδικό βιβλίο! Το τελικό κείμενο δε θυμίζει σε τίποτα επιστημονικό κείμενο και οι γονείς μπορούν να κατανοήσουν το υπόβαθρο στο παράρτημα «Για τους μεγάλους» στο τέλος του βιβλίου.

 

10) Τι πρέπει και τι απαγορεύεται να υπάρχει σε ένα βιβλίο παιδικής λογοτεχνίας;

Στέλλα: Ένα βιβλίο παιδικής λογοτεχνίας συμβάλλει ουσιαστικά στη διαμόρφωση της προσωπικότητας του παιδιού και συνάμα είναι σημαντικό να αποτελεί μέσο διαπαιδαγώγησης και γλωσσικής καλλιέργειας. Η παιδική λογοτεχνία λειτουργεί μέσω του συμβολισμού και στην ιδανική μορφή της υπηρετεί παναθρώπινες αξίες και αρχές. Ο Μάκης Οφθαλμάκης στο έργο μας αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα της έμφυτης όρεξης των παιδιών για μάθηση καθώς έχει έντονη περιέργεια και φαντασία. Στον απρόσωπο, μηχανοποιημένο σημερινό κόσμο είναι σημαντικό η παιδική λογοτεχνία να λαμβάνει υπόψη της αυτές τις τάσεις των παιδιών και να τις ικανοποιεί, να τέρπει τόσο τα μάτια όσο και τα αυτιά μέσω της εικόνας και του κειμένου. Ωστόσο, είναι σημαντικό να εκλείπει ο διδακτικός τόνος που λειτουργεί αποτρεπτικά, τυχόν άσχημες εκφράσεις και απαξίες.

 

11) Πώς ήταν η πρώτη επαφή με τη δημιουργία λογοτεχνικού έργου; Ποια τα ερεθίσματα που είχατε μέχρι τώρα σχετικά με τη λογοτεχνία;

Τίμος: Ομολογώ πως η συγγραφή ήταν κρυφό μου όνειρο από τη σχολική μου κιόλας ηλικία. Από μικρός απολάμβανα φυσικά την ανάγνωση εξωσχολικών βιβλίων και έγραφα δικά μου ποιηματάκια, δραστηριότητα στην οποία, εν αγνοία μου, επιδιδόταν σε αντίστοιχη ηλικία ένα κοριτσάκι που έμελλε να γίνει χρόνια μετά η γυναίκα μου. Μια ιδιαίτερα εμπνευσμένη σχολική εργασία βασισμένη στο βιβλίο «Γυρίστε τον Γαλαξία με Ωτοστόπ» με οδήγησε στο να αρχίσω να αναπτύσσω ένα συγγραφικό στιλ έντονα εμπνευσμένο από τον Ντάγκλας Άνταμς, στο οποίο αργότερα προστέθηκαν στοιχεία από την ανάγνωση γραπτών του Γούντι Άλεν. Όπως και ο ίδιος, πειραματιζόμουν κυρίως με σύντομες αυτοτελείς χιουμοριστικές ιστορίες. Ως φοιτητής συνεργάστηκα με ένα συμμαθητή μου στη δημιουργία ενός χιουμοριστικού κόμικ ονόματι Leo et gal, του οποίου εγώ έγραφα το κείμενο. Ακολούθησε το εγχείρημα με τα παιδικά βιβλία, που ήταν και η πρώτη φορά που επιχείρησα να εκδώσω κάτι από τα γραπτά μου.

 

12) Σε τι ποσοστό είστε, ως δημιουργός του έργου, επιστήμονας και σε τι ποσοστό λογοτέχνης;

Τίμος: Μόνο που θέτεις την ερώτηση με ποσοστά, με αναγκάζεις να απαντήσω ως επιστήμονας! Πέρα από την πλάκα πάντως, εφόσον έχω μια καλλιτεχνική φλέβα με την οποία επέλεξα σε κάποια φάση της ζωής μου να μην ασχοληθώ επαγγελματικά, με ικανοποιεί πολύ περισσότερο να σκέφτομαι τον εαυτό μου ως λογοτέχνη στην προκειμένη περίπτωση. Χωρίς την επιστημονική μου ιδιότητα, όμως, το έργο αυτό θα ήταν αδύνατο να υπάρξει, οπότε ας το δούμε ως ένα match made in heaven!

 

13) Υπήρχαν σημεία όπου η ιατρική επιστήμη (π.χ. ως ορολογία) σας προβλημάτισε στη δημιουργία ενός παιδικού βιβλίου;

Τίμος: Λένε πως αν δεν μπορείς να εξηγήσεις κάτι σε ένα μικρό παιδί, δεν έχεις βαθιά κατανόηση του αντικειμένου. Αυτό εμπεριέχει ένα μεγάλο ποσό αλήθειας, ωστόσο, είναι γεγονός ότι σπάνια έως ποτέ δεν καλείται ένας γιατρός να εξηγήσει πολλά στο ίδιο το παιδί στην καθημερινότητά του. Τα ιατρικά θέματα είναι δύσκολο συχνά να γίνουν κατανοητά από ενήλικες, πόσω μάλλον από παιδιά! Όλα είναι θέμα οπτικής, όμως (pun not intended)! Η άγνοια των παιδιών για οτιδήποτε δεν κατανοούν, τις περισσότερες φορές μεταφράζεται μόνη της σε περιέργεια και ενθουσιασμό εφόσον εμείς δεν παρέμβουμε με τον λάθος τρόπο στην πρόσληψη της πληροφορίας. Αυτό ακριβώς προσπαθήσαμε να κάνουμε, να μετατρέψουμε την ανακάλυψη του κόσμου της Ιατρικής σε «περιπέτεια»!

 

14) Μέχρι ποιο σημείο μπορεί ένας γιατρός να μιλήσει ανοιχτά στα παιδιά για ιατρικά θέματα;

Τίμος: Όπως και στους ενήλικες, πιστεύω ακράδαντα πως οφείλουμε να συμπεριφερόμαστε στα παιδιά πάντα με ειλικρίνεια και σεβασμό, τόσο ως γιατροί όσο και ως άνθρωποι. Τα παιδιά καταλαβαίνουν πολύ περισσότερα από όσα πιστεύουμε και πρέπει να το υπενθυμίζουμε αυτό στον εαυτό μας. Ο γιατρός δεν μπορεί, κατά τη γνώμη μου, να παραπληροφορεί ένα παιδί ικανής ηλικίας σε σχέση με το τι να περιμένει από την εξέταση και τη θεραπεία. Δεν μπορεί, για παράδειγμα, να υπόσχεται ότι κάτι που είναι επώδυνο δε θα πονέσει καθόλου, διότι θα χάσει αμέσως την εμπιστοσύνη και τη συνεργασία του παιδιού. Το ίδιο θα συμβεί εάν αγνοήσει το παιδί και απευθυνθεί αμέσως στους γονείς. Ο τρόπος επικοινωνίας με το παιδί, φυσικά, είναι μια τέχνη από μόνος του.  

 

15) Ποιοι είναι οι φόβοι των παιδιών όταν πάνε στον γιατρό;

Τίμος: Όλοι μπορούμε να θυμηθούμε τα δυσάρεστα συναισθήματα που μας προκαλούσε (και ενδεχομένως συνεχίζει να μας προκαλεί) η επίσκεψη στον γιατρό ή στο νοσοκομείο. Η μυρωδιά, το χρώμα των τοίχων, ο ψυχρός φωτισμός, η άσπρη ποδιά… Θυμάμαι ότι ακόμα και τα παιχνίδια στην αίθουσα αναμονής της παιδιάτρου που πήγαινα ως παιδί είχαν κάτι το άσχημο στα μάτια μου. Αν  το σκεφτούμε, όμως, πόσα από αυτά είναι από μόνα τους δυσάρεστα; Ακόμα και ο πόνος μιας ένεσης δεν είναι αντικειμενικά χειρότερος πολλές φορές από ένα πέσιμο του παιδιού καθώς παίζει. Είναι όμως το όλο πλαίσιο που δημιουργεί αρνητικούς συνειρμούς που ριζώνονται βαθιά μέσα μας, σαν το πείραμα του Παβλόφ. Ορισμένες φορές ο γιατρός χρησιμοποιείται ακόμα και ως μέσο εκφοβισμού από τους γονείς, όπως ο κακός λύκος! Πιστεύω ακράδαντα ότι η εικόνα των ανθρώπων για τον γιατρό μπορεί να αλλάξει ριζικά εάν δοθεί περισσότερη προσοχή στην πρώτη επαφή.

 

16) Αν σας έδινα πέντε ιατρικά θέματα για να διδαχτούν στα παιδιά μέσω της λογοτεχνίας, ποια θα διαλέγατε;

Τίμος: Θα ξεκινήσω με το ευρύτερο θέμα της πρόληψης, η οποία ανεξαιρέτως υπερέχει της οποιασδήποτε θεραπείας και αφορά μια πληθώρα πτυχών της ζωής μας. Στην άλλη άκρη του φάσματος, αλλά εξίσου σημαντικό, θεωρώ το θέμα του θανάτου, η έννοια του οποίου είναι συνυφασμένη με τη ζωή. Μια ενδιαφέρουσα για εμένα θεματική είναι η έρευνα, τα θεμέλια της Ιατρικής, τα οποία με θλίψη και τρόμο βλέπω να σείονται με την αλόγιστη αμφισβήτησή τους κατά τη διάρκεια της πανδημίας του Covid-19. Είναι ένα ιδιαίτερα δύσκολο θέμα αλλά αξίζει η προσπάθεια γιατί τα σημερινά παιδιά είναι οι αυριανοί ενήλικες. Άλλο ιατρικό θέμα που θα μου άρεσε για παιδικό βιβλίο είναι η ζωή με χρόνια νόσο, όπως ο καρκίνος. Είναι λεπτό θέμα και σίγουρα όχι πρωτότυπο ακόμα και στο παιδικό βιβλίο, αλλά αποτελεί δυστυχώς τη μάστιγα της σύγχρονης εποχής. Τέλος, μια καλή θεματική κατά τη γνώμη μου είναι τα εμβόλια, που αποτελούν μια «πονεμένη ιστορία» από τη σκοπιά των παιδιών, αλλά θα ήταν όμορφο να κατανοήσουν τη χρησιμότητά τους ως πραγματικά υπερόπλα χάρη στα οποία έχουμε απαλλαγεί ως ανθρωπότητα από ασθένειες που πλέον σχεδόν βλέπουμε μόνο σε βιβλία (για να μην πω ότι, και πάλι, είναι άκρως επίκαιρο).

 

17) Ποιος είναι ο στόχος αυτού του βιβλίου;

Τίμος/Στέλλα: Θα μας χαροποιήσει ιδιαίτερα εάν ο τρόπος που παρουσιάζουμε το ιατρείο και τη διαδικασία της εξέτασης εξάψει τη φαντασία των παιδιών! Η φαντασία είναι το δυνατότερό τους όπλο και αυτό που απειλείται περισσότερο κατά την ενηλικίωση. Επιθυμούμε να εξοικειωθούν τα παιδιά με τον χώρο του ιατρείου και να αποκτήσουν περιέργεια και ενδιαφέρον για αυτόν. Ο φόβος του γιατρού, επίσης, θέλουμε να απομακρυνθεί όσο το δυνατόν περισσότερο και να αντικατασταθεί από κατανόηση και ενδιαφέρον για την Ιατρική και την επιστήμη. Η τυπική, ακόμα και βαρετή πολλές φορές, επίσκεψη στον γιατρό είναι όμορφο να μετατραπεί σε ένα διασκεδαστικό διαδραστικό ταξίδι. Θεωρούμε, τέλος, σημαντικό τον αποστιγματισμό των γυαλιών, όπως και της κάλυψης του ματιού σε παιδιά με αμβλυωπία («τεμπέλικο μάτι»).

 

18) Αν ο γιατρός δεν ήταν οφθαλμίατρος, τι άλλο θα μπορούσε να είναι;

Τίμος/Στέλλα: Θα μπορούσε να είναι γιατρός οποιασδήποτε ειδικότητας. Άλλωστε θέλουμε τα παιδιά να δουν την επίσκεψη στον γιατρό γενικά «με άλλα μάτια»!

 

19) Ποιο είναι κατά τη γνώμη σας το πιο δυνατό σημείο του βιβλίου;

Τίμος/Στέλλα: Το δέσιμό του (κακό αστείο). Το γεγονός ότι παρουσιάζονται τα τυπικά στάδια της ιατρικής εξέτασης με έναν διαφορετικό τρόπο. Φανταστήκαμε πώς μπορεί όντως να έβλεπε ένα παιδί ανεπηρέαστο από οποιαδήποτε αρνητική προκατάληψη την επίσκεψή του στον οφθαλμίατρο, περιτριγυρισμένο από όλα αυτά τα περίεργα μηχανήματα, κουμπάκια, βιβλία και χρώματα.

 

20) Τι δε σας ρώτησα αλλά θέλετε οπωσδήποτε να αναφέρετε;

Τίμος/Στέλλα: Εδώ μπορούμε να μοιραστούμε ένα διασκεδαστικό tidbit: Στην πρώτη εκδοχή του βιβλίου ο γιατρός ήταν ανώνυμος! Το όνομα «Οφθαλμύταρος» προέκυψε από ένα τυπογραφικό λάθος, τον αναγραμματισμό του άλφα (α) με το ταυ (τ), το οποίο όταν παρατηρήσαμε απλώς κοιταχτήκαμε και είπαμε «Τέλειο!».  



Μπορείτε να προμηθευτείτε το βιβλίο από το e-shop των Εκδόσεων Παρισιάνου και στα βιβλιοπωλεία.

Επίσης, από τους ίδιους συγγραφείς κυκλοφορεί δωρεάν, σε μορφή e-book, το έργο τους "Κορώνα-Γράμματα", το οποίο εγκρίθηκε από το Υπουργείο Παιδείας της Κύπρου και έχει αναρτηθεί στη σελίδα του Υπουργείου Παδιείας και στη σελίδα του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου για την αξιοποίησή του από τα σχολεία.

Κυριακή 6 Δεκεμβρίου 2020

Το χαμόγελο της Φύσης


Πολλές φορές κοιτάμε τις ζωγραφιές των παιδιών και χαμογελάμε με συγκατάβαση. "Κάποτε ήμασταν έτσι κι εμείς, αθώοι", σκεφτόμαστε. Στις ζωγραφιές βλέπουμε έναν γαλάζιο ουρανό, έναν ήλιο που χαμογελάει, δέντρα που χαμογελάνε, ακόμα και τα λουλούδια έχουν χαμογελαστές φατσούλες. Γενικώς, τα παιδιά προσωποποιούν ό,τι μπορούν προσπαθώντας ασυναίσθητα να έρθουν σε επαφή, να επικοινωνήσουν και να νιώσουν άνετα μέσα στον κόσμο της φύσης, τον οποίο ξεκινούν να ανακαλύπτουν σ’ εκείνη την ηλικία.

Εμείς, οι μεγαλύτεροι, που έχουμε περάσει από τη φάση αυτή, χαμογελάμε με συγκατάβαση. "Τι παιδική αθωότητα!" σκεφτόμαστε. "Εμείς δεν έχουμε ανάγκη να προσωποποιήσουμε, όπως τα παιδιά: είμαστε ενήλικες, θαρραλέοι και γνωστικοί και κοιτάμε τη ζωή κατάματα".

Μόνο που κάνουμε λάθος. Μεγάλο λάθος. Το μεγαλύτερο μέρος της ανθρωπότητας ζει καθησυχασμένο με προσωποποιήσεις από τη στιγμή που γεννιέται μέχρι τη στιγμή που θα πεθάνει, χωρίς να σκεφτεί ούτε για μια στιγμή πως σκέφτεται με την ίδια αφέλεια και αθωότητα την οποία καταλογίζει στα ανήλικα παιδιά του.

Αυτή η ψευδαίσθηση ξεκινά με την έννοια «Μητέρα-Φύση». Φανταζόμαστε τη Φύση σαν έναν έμψυχο, έλλογο οργανισμό, ο οποίος ζει σε κάποια χωροχρονική διάσταση και νοιάζεται για εμάς. Έχει έναν σκοπό και προσπαθεί πάντα για το καλό μας. Τα φυτά υπάρχουν για να μας χαρίζουν τους καρπούς τους και τα ζώα για να μας προμηθεύουν με τα ζωικά προϊόντα με τα οποία τρεφόμαστε και ντυνόμαστε. Αυτό ξεκίνησε από τις αρχαιότατες εποχές, όταν η Φύση λατρευόταν ως θεά, και η διέλευση των κοπαδιών, η γονιμότητα και αργότερα η καλλιέργεια θεωρήθηκαν δικές της αποφάσεις, σε μια προσπάθεια να γίνουν κατανοητά και ελέγξιμα. Η εποχή που η πίστη προείχε της παρατήρησης, η θρησκεία της επιστήμης.

Αυτή η πεποίθηση έδινε δύναμη στους ανθρώπους. Με θυσίες, προσευχές κι επικλήσεις, η Μητέρα Φύση μπορούσε να εξευμενιστεί και να μας δείξει το χαμόγελό και την εύνοιά της. Αντίθετα, αν ήμασταν ανήθικοι, η εύνοια αυτή θα χανόταν και η Φύση θα έδειχνε σ’ εμάς, τα παιδιά της, το σκληρό της πρόσωπο. Μια σχέση ανθρώπινη, κατανοητή, που έχει αλληλεπίδραση και τρόπους επαναφοράς στην τάξη. Σε μία τάξη που εμείς φανταστήκαμε, διαμορφώσαμε και διαιωνίσαμε, για να ηρεμούμε τις αγωνίες μας σχετικά με τα καιρικά φαινόμενα, την υγεία και την ασθένεια, τη γονιμότητα και τη στειρότητα, έννοιες απρόσιτες τότε με οποιαδήποτε μέθοδο πέραν της πίστης.

Κι αυτή η πεποίθηση δε μας άφησε ποτέ. Άλλαξε ονόματα, πολλαπλασιάστηκε, διαφοροποιήθηκε σχετικά, μα το βασικό μοτίβο παρέμεινε σταθερό: μια μητέρα που νοιάζεται για τα παιδιά της, τα τιμωρεί για τα σφάλματά της και τα επιβραβεύει με δώρα για τη σωστή τους στάση. Έτσι πορεύτηκε το ανθρώπινο γένος.

Τι μας περιμένει τη στιγμή που θα αποποιηθούμε αυτή την πεποίθηση και θα αποτινάξουμε από πάνω μας το ζεστό πέπλο της Μητέρας Φύσης; Ο τρόμος. Ένας τρόμος πρωτόγνωρος, καθώς θα διαπιστώσουμε πως η έννοια «Φύση» είναι μια έννοια αόριστη, που εσωκλείει μέσα της τη χλωρίδα και την πανίδα, φαινόμενα μετεωρολογικά και βιολογικά, όλα αυθαίρετα και δοσμένα με έναν βολικό και συμφεροντολογικό τρόπο. Ο τρόμος αυτός θα μας κατακλύσει, διότι ξαφνικά θα πρέπει να ξεχάσουμε κάθε έννοια προστασίας. Η «Φύση», ό,τι κι αν εννοούμε με αυτό, δε θέλει το καλό μας. Δε νοιάζεται. Δε σκέφτεται. Δεν υπάρχει ως οντότητα. Είναι πολλές σταθερές και κάποιες μεταβλητές, συναρμολογημένες εντελώς τυχαία, που συναποτελούν τον εύθραυστο συνδυασμό που αποκαλούμε ύπαρξη και πραγματικότητα.

Αυτή η συνειδητοποίηση οδηγεί και σ’ ένα επόμενο συμπέρασμα: πως δεν υπάρχει κάτι στη φύση που να δίνει προβάδισμα στον άνθρωπο. Δεν υπάρχει κάποιος σκοπός ή κάποια εξωγενής δύναμη, που θα βοηθήσει τον άνθρωπο να επιβιώσει και στο μέλλον. Συνεπώς, καταστροφές όπως τυφώνες, πλημμύρες και σεισμοί, πρέπει να λαμβάνονται ακριβώς ως αυτά που είναι. Χωρίς ωραιοποιήσεις, χωρίς ψευδαισθήσεις. Δεν τις υποκινεί κάποιος, δεν τις ελέγχει κάποιος. Ένας ιός, που έχει ακριβώς τον ίδιο σκοπό με εμάς, να επιβιώσει και να πολλαπλασιαστεί, μπορεί να μας αφανίσει. Ένας μετεωρίτης, από άγνωστες γωνιές του διαστήματος, μπορεί να ταξιδέψει απροσμέτρητα μεγάλες διαδρομές, με την τροχιά του να φτάνει στη γειτονιά μας. Όλα αυτά ανήκουν σε αυτό που αποκαλούμε φύση και κανένα δε λειτουργεί προς όφελος ή για χάρη του ανθρώπου.

Αυτά τα συμπεράσματα, βέβαια, είναι δυνατόν να οδηγήσουν από τον τρόμο στην ελπίδα. Μια ελπίδα που μεγαλώνει όσο καταλαβαίνουμε πως ο άνθρωπος είναι η μοναδική δύναμη που μπορεί να φέρει τη βελτίωση αυτού του συλλογικού, ετερόκλητου οργανισμού που αποκαλούμε Φύση. Πως είναι, ίσως, υποχρέωσή του. Αν η Φύση είναι μια δύναμη ανεξέλεγκτη, γεμάτη χάος και τυχαιότητα, η ανθρώπινη κοινωνία και επιστήμη οφείλει να θέτει σε λειτουργία τους μηχανισμούς της για την προστασία της χλωρίδας και της πανίδας, διότι δε θα υπάρχει κανείς άλλος να το κάνει στη θέση του. Οφείλει να κατανοήσει σε βάθος τα αίτια και τις συνέπειες των φυσικών φαινομένων, τα οποία κυμαίνονται από ευεργετικά σε φονικά, ανάλογα με τη περίσταση. Με λίγα λόγια, ο άνθρωπος πρέπει να ενηλικιωθεί, ηθικά, γνωστικά και συγκινησιακά.

Αυτή η ενηλικίωση θα κάνει αυτό το χαμόγελο της αποκαλούμενης Μητέρας Φύσης να ξεθωριάσει, δίνοντας στιγμιαία την αίσθηση της ανασφάλειας. Ταυτόχρονα θα προκαλέσει μια σταδιακή -ή και αλματώδη- πορεία, με την ανθρώπινη διανόηση να φτάνει συνεχώς και ψηλότερα, προσπαθώντας να διασφαλίσει όσα υπάρχουν τώρα και πρέπει να διατηρηθούν και στο μέλλον. Διότι ο εφησυχασμός και η αίσθηση πως μια άγνωστη, παντοδύναμη οντότητα, μια Μητέρα Φύση, θα το κάνει για χάρη του ανθρώπου, δε θα φέρει παρά ανεμελιά κι ανευθυνότητα, και κατά συνέπεια, ένα μέλλον δυσοίωνο. Κι όταν το νοητό χαμόγελο της Φύσης φύγει από τις σκέψεις μας, ακριβώς όπως το χαμόγελο απ’ τις ζωγραφιές των παιδιών καθώς ωριμάζουν, τότε δε θα υπάρχει επιστροφή.