Κυριακή 6 Δεκεμβρίου 2020

Το χαμόγελο της Φύσης


Πολλές φορές κοιτάμε τις ζωγραφιές των παιδιών και χαμογελάμε με συγκατάβαση. "Κάποτε ήμασταν έτσι κι εμείς, αθώοι", σκεφτόμαστε. Στις ζωγραφιές βλέπουμε έναν γαλάζιο ουρανό, έναν ήλιο που χαμογελάει, δέντρα που χαμογελάνε, ακόμα και τα λουλούδια έχουν χαμογελαστές φατσούλες. Γενικώς, τα παιδιά προσωποποιούν ό,τι μπορούν προσπαθώντας ασυναίσθητα να έρθουν σε επαφή, να επικοινωνήσουν και να νιώσουν άνετα μέσα στον κόσμο της φύσης, τον οποίο ξεκινούν να ανακαλύπτουν σ’ εκείνη την ηλικία.

Εμείς, οι μεγαλύτεροι, που έχουμε περάσει από τη φάση αυτή, χαμογελάμε με συγκατάβαση. "Τι παιδική αθωότητα!" σκεφτόμαστε. "Εμείς δεν έχουμε ανάγκη να προσωποποιήσουμε, όπως τα παιδιά: είμαστε ενήλικες, θαρραλέοι και γνωστικοί και κοιτάμε τη ζωή κατάματα".

Μόνο που κάνουμε λάθος. Μεγάλο λάθος. Το μεγαλύτερο μέρος της ανθρωπότητας ζει καθησυχασμένο με προσωποποιήσεις από τη στιγμή που γεννιέται μέχρι τη στιγμή που θα πεθάνει, χωρίς να σκεφτεί ούτε για μια στιγμή πως σκέφτεται με την ίδια αφέλεια και αθωότητα την οποία καταλογίζει στα ανήλικα παιδιά του.

Αυτή η ψευδαίσθηση ξεκινά με την έννοια «Μητέρα-Φύση». Φανταζόμαστε τη Φύση σαν έναν έμψυχο, έλλογο οργανισμό, ο οποίος ζει σε κάποια χωροχρονική διάσταση και νοιάζεται για εμάς. Έχει έναν σκοπό και προσπαθεί πάντα για το καλό μας. Τα φυτά υπάρχουν για να μας χαρίζουν τους καρπούς τους και τα ζώα για να μας προμηθεύουν με τα ζωικά προϊόντα με τα οποία τρεφόμαστε και ντυνόμαστε. Αυτό ξεκίνησε από τις αρχαιότατες εποχές, όταν η Φύση λατρευόταν ως θεά, και η διέλευση των κοπαδιών, η γονιμότητα και αργότερα η καλλιέργεια θεωρήθηκαν δικές της αποφάσεις, σε μια προσπάθεια να γίνουν κατανοητά και ελέγξιμα. Η εποχή που η πίστη προείχε της παρατήρησης, η θρησκεία της επιστήμης.

Αυτή η πεποίθηση έδινε δύναμη στους ανθρώπους. Με θυσίες, προσευχές κι επικλήσεις, η Μητέρα Φύση μπορούσε να εξευμενιστεί και να μας δείξει το χαμόγελό και την εύνοιά της. Αντίθετα, αν ήμασταν ανήθικοι, η εύνοια αυτή θα χανόταν και η Φύση θα έδειχνε σ’ εμάς, τα παιδιά της, το σκληρό της πρόσωπο. Μια σχέση ανθρώπινη, κατανοητή, που έχει αλληλεπίδραση και τρόπους επαναφοράς στην τάξη. Σε μία τάξη που εμείς φανταστήκαμε, διαμορφώσαμε και διαιωνίσαμε, για να ηρεμούμε τις αγωνίες μας σχετικά με τα καιρικά φαινόμενα, την υγεία και την ασθένεια, τη γονιμότητα και τη στειρότητα, έννοιες απρόσιτες τότε με οποιαδήποτε μέθοδο πέραν της πίστης.

Κι αυτή η πεποίθηση δε μας άφησε ποτέ. Άλλαξε ονόματα, πολλαπλασιάστηκε, διαφοροποιήθηκε σχετικά, μα το βασικό μοτίβο παρέμεινε σταθερό: μια μητέρα που νοιάζεται για τα παιδιά της, τα τιμωρεί για τα σφάλματά της και τα επιβραβεύει με δώρα για τη σωστή τους στάση. Έτσι πορεύτηκε το ανθρώπινο γένος.

Τι μας περιμένει τη στιγμή που θα αποποιηθούμε αυτή την πεποίθηση και θα αποτινάξουμε από πάνω μας το ζεστό πέπλο της Μητέρας Φύσης; Ο τρόμος. Ένας τρόμος πρωτόγνωρος, καθώς θα διαπιστώσουμε πως η έννοια «Φύση» είναι μια έννοια αόριστη, που εσωκλείει μέσα της τη χλωρίδα και την πανίδα, φαινόμενα μετεωρολογικά και βιολογικά, όλα αυθαίρετα και δοσμένα με έναν βολικό και συμφεροντολογικό τρόπο. Ο τρόμος αυτός θα μας κατακλύσει, διότι ξαφνικά θα πρέπει να ξεχάσουμε κάθε έννοια προστασίας. Η «Φύση», ό,τι κι αν εννοούμε με αυτό, δε θέλει το καλό μας. Δε νοιάζεται. Δε σκέφτεται. Δεν υπάρχει ως οντότητα. Είναι πολλές σταθερές και κάποιες μεταβλητές, συναρμολογημένες εντελώς τυχαία, που συναποτελούν τον εύθραυστο συνδυασμό που αποκαλούμε ύπαρξη και πραγματικότητα.

Αυτή η συνειδητοποίηση οδηγεί και σ’ ένα επόμενο συμπέρασμα: πως δεν υπάρχει κάτι στη φύση που να δίνει προβάδισμα στον άνθρωπο. Δεν υπάρχει κάποιος σκοπός ή κάποια εξωγενής δύναμη, που θα βοηθήσει τον άνθρωπο να επιβιώσει και στο μέλλον. Συνεπώς, καταστροφές όπως τυφώνες, πλημμύρες και σεισμοί, πρέπει να λαμβάνονται ακριβώς ως αυτά που είναι. Χωρίς ωραιοποιήσεις, χωρίς ψευδαισθήσεις. Δεν τις υποκινεί κάποιος, δεν τις ελέγχει κάποιος. Ένας ιός, που έχει ακριβώς τον ίδιο σκοπό με εμάς, να επιβιώσει και να πολλαπλασιαστεί, μπορεί να μας αφανίσει. Ένας μετεωρίτης, από άγνωστες γωνιές του διαστήματος, μπορεί να ταξιδέψει απροσμέτρητα μεγάλες διαδρομές, με την τροχιά του να φτάνει στη γειτονιά μας. Όλα αυτά ανήκουν σε αυτό που αποκαλούμε φύση και κανένα δε λειτουργεί προς όφελος ή για χάρη του ανθρώπου.

Αυτά τα συμπεράσματα, βέβαια, είναι δυνατόν να οδηγήσουν από τον τρόμο στην ελπίδα. Μια ελπίδα που μεγαλώνει όσο καταλαβαίνουμε πως ο άνθρωπος είναι η μοναδική δύναμη που μπορεί να φέρει τη βελτίωση αυτού του συλλογικού, ετερόκλητου οργανισμού που αποκαλούμε Φύση. Πως είναι, ίσως, υποχρέωσή του. Αν η Φύση είναι μια δύναμη ανεξέλεγκτη, γεμάτη χάος και τυχαιότητα, η ανθρώπινη κοινωνία και επιστήμη οφείλει να θέτει σε λειτουργία τους μηχανισμούς της για την προστασία της χλωρίδας και της πανίδας, διότι δε θα υπάρχει κανείς άλλος να το κάνει στη θέση του. Οφείλει να κατανοήσει σε βάθος τα αίτια και τις συνέπειες των φυσικών φαινομένων, τα οποία κυμαίνονται από ευεργετικά σε φονικά, ανάλογα με τη περίσταση. Με λίγα λόγια, ο άνθρωπος πρέπει να ενηλικιωθεί, ηθικά, γνωστικά και συγκινησιακά.

Αυτή η ενηλικίωση θα κάνει αυτό το χαμόγελο της αποκαλούμενης Μητέρας Φύσης να ξεθωριάσει, δίνοντας στιγμιαία την αίσθηση της ανασφάλειας. Ταυτόχρονα θα προκαλέσει μια σταδιακή -ή και αλματώδη- πορεία, με την ανθρώπινη διανόηση να φτάνει συνεχώς και ψηλότερα, προσπαθώντας να διασφαλίσει όσα υπάρχουν τώρα και πρέπει να διατηρηθούν και στο μέλλον. Διότι ο εφησυχασμός και η αίσθηση πως μια άγνωστη, παντοδύναμη οντότητα, μια Μητέρα Φύση, θα το κάνει για χάρη του ανθρώπου, δε θα φέρει παρά ανεμελιά κι ανευθυνότητα, και κατά συνέπεια, ένα μέλλον δυσοίωνο. Κι όταν το νοητό χαμόγελο της Φύσης φύγει από τις σκέψεις μας, ακριβώς όπως το χαμόγελο απ’ τις ζωγραφιές των παιδιών καθώς ωριμάζουν, τότε δε θα υπάρχει επιστροφή.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου