Τρίτη 30 Μαρτίου 2021

Πάνος Βλάχος - Μαθήματα Ζωής

Πάνος Βλάχος

Υπάρχουν άνθρωποι πολυτάλαντοι. Όταν αφοσιώνονται στην τέχνη τους, το αποτέλεσμα είναι ξεχωριστό. Έπειτα, ανακαλύπτεις ότι έχουν περισσότερα ταλέντα από το ένα αυτό. Στο συγκεκριμένο τραγούδι και βίντεο, είδα τον Πάνο Βλάχο σε μια μοναδική ερμηνεία. Πέρα από ηθοποιός, είναι ικανοποιητικός και στα φωνητικά. Επίσης, οι χορευτικές του κινήσεις είναι αντιπροσωπευτικές του τι διαδραματίζεται και βγάζουν συναίσθημα. Σε συνδυασμό με τις εκφράσεις του προσώπου του, δημιουργούν ένα αποτέλεσμα ιδιαίτερο. Και μετά, μαθαίνεις πως έγραψε ο ίδιος τους στίχους. Νομίζω πως αξίζει ένα άρθρο γι' αυτούς, ακόμα κι αν η ερμηνεία μου πέσει έξω.

Ζωή

μπορώ να σου μιλήσω κάτι να σε ρωτήσω και θα σ’ αφήσω θέλω να μου κάνεις μαθήματα ζωής να μου μάθεις πώς να ζεις να μην με προσπερνά κανείς Αυτό θέλω να ερωτευτώ χωρίς να λερωθώ μην βαρεθώ και στεναχωρηθώ να ηγηθώ χωρίς να παρεξηγηθώ
Οι στίχοι ξεκινούν με μια προσωποποίηση. Η ίδια η Ζωή παρουσιάζεται σαν μια δασκάλα, στην οποία προστρέχει ο αδαής νεαρός για να λάβει μαθήματα. Διστακτικά, καθώς η Ζωή στο μυαλό του είναι μάλλον μια ντίβα που δε σηκώνει πολλά-πολλά. Η ίδια του η σκέψη και παρουσίαση, επιτρέπει τη σαρκαστική ερμηνεία, κάτι που φαίνεται καλύτερα παρακάτω. Τη σαρκαστική αυτή προσέγγιση θα την καταγράφω με διαφορετικό χρώμα, όπου την εντοπίζω να ξεχωρίζει από την κυριολεκτική ερμηνεία.. Οι επιθυμίες του συγκεκριμενοποιούνται αμέσως μετά. Ο νεαρός είναι φιλόδοξος (να μην με προσπερνά κανείς), ρομαντικός (Αυτό θέλω να ερωτευτώ) και ιδιαίτερα ευαίσθητος ή φυγόπονος (χωρίς να λερωθώ / μην βαρεθώ και στεναχωρηθώ). Τέλος, ένας ονειροπόλος ιδεολόγος, που θα ήθελε να ζει σ' έναν καλύτερο κόσμο (να ηγηθώ χωρίς να παρεξηγηθώ).

Μαντάμ θέλω να γλιτώσω απ' τα αισθηματικά σαρδάμ να γίνω σαμποτέρ σε ασανσέρ που πάει μόνο πάνω να μάθω να μην χάνω το πρωί θα 'μαι μποξέρ που ειδικεύεται στα χάδια μακιγιέρ θα 'μαι τα βράδια θα 'χω νεσεσέρ με κοντέρ που μετράει πληγές κρύβει μελανιές
Αμέσως μετά φανερώνει τις αδυναμίες του (θέλω να γλιτώσω απ' τα αισθηματικά σαρδάμ) και μέσα στον γρήγορο ρυθμό του, κοινοποιεί τους ευσεβείς πόθος του. "να γίνω σαμποτέρ σε ασανσέρ / που πάει μόνο πάνω", όπου φαντάζομαι πως εννοεί την αέναη και ανεξέλεγκτη (οικονομική άραγε; ) ανάπτυξη, καθότι μοιάζει τρομακτική. Αν το εκλάβουμε σαρκαστικά/ειρωνικά, μπορεί να φανερώνει τη ζηλοφθονία των ανθρώπων, που ενοχλούνται από την εξέλιξη των άλλων και βάζουν στόχο τους να καταστρέψουν κάποιον επιτυχημένο.
Η αθώα του σκέψη ακολουθεί (το πρωί θα 'μαι μποξέρ που ειδικεύεται στα χάδια), ενώ αμέσως παρακάτω αφουγκράζεται τα μεγάλα κοινωνικά προβλήματα της κακοποίησης, τα οποία θα ήθελε να σβήσει. Αλλιώς, ίσως υποδηλώνει πως οι άνθρωποι δεν έχουν πρόβλημα με την ίδια την κακοποίηση αλλά μόνο με τη δημοσιοποίησή της (κρύβει μελανιές για να γλιτώσει τις συνέπειες).

σωφέρ σε τρακτέρ χωρίς αμορτισέρ θέλω να γίνω μοντέρ να σε βάλω ζωή σε σειρά μια τελευταία φορά ν’ ακούσω κάτι που να μ’ αφορά
Εδώ φαίνεται η παιδική και ονειροπόλα του προσέγγιση (σωφέρ σε τρακτέρ χωρίς αμορτισέρ) καθώς οι ρίμες σε -έρ συνεχίζονται σ' ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο.
Η ιδέα του μοντέρ της ζωής είναι ιδιαίτερα γοητευτική, καθώς ο καθένας μας θα ήθελε να μπορεί να έχει τη ζωή (τη δική του ή γενικότερα) υπό έλεγχο. Ειρωνικά, μπορεί να δείχνει την απέλπιδη προσπάθεια του ανθρώπου να ελέγξει την ανεξέλεγκτη ζωή, προκειμένου να γευτεί για λίγο τον καρπό που θα θρέψει τον εγωισμό του (ν' ακούσω κάτι που να μ' αφορά).

Θέλω να με μάθεις να δίνομαι να γίνομαι το κάτι άλλο θέλω να κάνω σάλο να με λεν μεγάλο στη μικρή οθόνη ζωή πληρώνει αυτό που σε πληγώνει θέλω να 'μαι αυτό που με πορώνει ένα πιόνι στην αγχόνη που στο τέλος τη γλιτώνει
Η ανάγκη του να δοθεί κάποιος, χωρίς φρένα και στεγανά, παρουσιάζεται παρακάτω. Άνθρωποι που δεν έχουν μάθει να ζουν έτσι (άβγαλτοι ή καχύποπτοι, που έχουν μάθει να ζούνε με τον φόβο; ) αλλά και άνθρωποι που έχουν πληγωθεί και πρέπει να ξαναμάθουν να δίνονται, σε έναν αγώνα να χτίσουν ξανά την εμπιστοσύνη προς τους ανθρώπους.
Έπειτα, είναι η ανάγκη για μια θέση στον ήλιο (να γίνομαι / το κάτι άλλο / θέλω να κάνω σάλο / να με λεν μεγάλο στη μικρή οθόνη), η οποία παρουσιάζεται αφειδώς. Ειδάλλως, η ματαιοδοξία.
Τέλος, έχοντας συναίσθηση των παθών του, αναφέρεται στην ανάγκη μας να καταπιανόμαστε και να αναζητούμε πράγματα, ανθρώπους ή καταστάσεις που μας πληγώνουν (πληρώνει αυτό που σε πληγώνει). Στην επιθυμία του να γίνουμε η καλύτερη εκδοχή του εαυτού μας (θέλω να 'μαι αυτό που με πορώνει), αλλά και στο να αποφεύγουμε τα μοιραία λάθη και τα αδιέξοδα, παρά τις αδυναμίες μας (ένα πιόνι στην αγχόνη που στο τέλος τη γλιτώνει).

Θέλω να μου κάνεις μαθήματα ζωής να με καταλάβεις κι αλήθεια να μου πεις
Το ρεφρέν είναι στην ουσία μια παράκληση. Δείχνει αδυναμία, καθώς παρακαλάει για γνώση και κατανόηση, αλλά και δύναμη, μιας και είναι αποφασισμένος να μάθει την αλήθεια, χωρίς φίλτρα.
Άλα! Αλλά; Ζητάω πολλά; Θέλω να γίνω ποίηση χωρίς συνείδηση εύκολα, ξέκωλα ξεκόλλα κι άκου δεν μπορώ να μην σε σκέφτομαι δεν μπορώ και να σε σκέφτομαι
Το δεύτερο μέρος είναι αρκετά πιο βαθύ από το πρώτο. Θα έλεγα πως, μιας και το ίδιο το καλλιτέχνημα μιλάει για τη ζωή, όλη η ροή είναι η χρονική περίοδος της ζωής, από την αρχή προς το τέλος της. Εδώ βλέπουμε τα συναισθηματικά αδιέξοδα ενός νέου ενήλικα.
Σε μια ηλικία που βιάζεται και θέλει πολλά, που θέλει ποιότητα αλλά και απλότητα, που ζητά την αποστασιοποίηση από τη ζωή αλλά και την επαφή μαζί της. Εναλλακτικά, μπορούμε να δούμε τη νεότητα ως μια ηλικία με ροπή προς την έλλειψη ποιότητας και με τάσεις χυδαιότητας.
ναι σου ζητάω χάρη έχω διπλοπαρκάρει το εγώ μου στο άπειρο σε θέση για συναισθηματικά ανάπηρο

Οι επόμενοι στίχοι είναι πραγματική ποίηση, στα μάτια μου. Δύσκολα ερμηνεύσιμοι. Σε μια προσπάθεια ερμηνείας, θα έλεγα πως το διπλοπαρκάρισμα του εγώ στο άπειρο σημαίνει μια διαφορετική θέαση του εαυτού μας κατά τη διάρκεια της ενηλικίωσης, η οποία απαιτεί να πατάμε τα όριά μας, φτάνοντας μέχρι και την παραβατικότητα. Αυτό πολλάκις απαιτεί να μπούμε στη θέση όσων διαφέρουν από εμάς, προσπαθώντας να φτάσουμε στην αυτογνωσία (σε θέση για συναισθηματικά ανάπηρο).
Αλλιώς, ο συνεχής κι ανοιχτός αγώνας για την υπερίσχυση έναντι των άλλων (διπλοπαρκάρισμα), μια συνήθης τάση της νεότητας, απαιτεί εγωισμό, ίσως και αλαζονεία (το εγώ μου στο άπειρο). Αυτό προϋποθέτει ισχυρογνωμοσύνη αλλά και περιφρόνηση των απόψεων των άλλων, σε μια έξαρση επαναστατικότητας (σε θέση για συναισθηματικά ανάπηρο). τον κόσμο όλο γύρισα και μυρωδιά καμία στην Λαμία πότε θα 'ρθεις; στα κλαρίνα Αύγουστο μήνα πίσω απ’ την εκκλησιά θα στα μάθω ούλα ουρλιάζει η γουρουνοπούλα απάν στην Λαμαρίνα φίνα! έλα και με θέρισε η πείνα με κινόα κανείς δεν έκανε κομπίνα το δάκρυ πνίχτο και κρύφτο Ηλία ρίχτο και δεν θα το μάθουν στην Αθήνα
Στο σημείο αυτό δε χωράει παρερμηνεία. Κατακρίνει τα κακώς κείμενα της ελληνικής παράδοσης και την έλλειψη επιπέδου (κλαρίνα), χυδαιότητα (πίσω απ’ την εκκλησιά θα στα μάθω ούλα), καθώς και τη λαιμαργία, που στερεί τη ζωή από τα ζώα για να ικανοποιήσει τις ορέξεις μας (ουρλιάζει η γουρουνοπούλα, έλα και με θέρισε η πείνα / με κινόα κανείς δεν έκανε κομπίνα).
Τέλος, καταδεικνύει την αδιαφορία και την απάθεια των ανθρώπων προς τα κοινωνικά ζητήματα (το δάκρυ πνίχτο και κρύφτο).
Συνεχίζοντας, όμως, την ερμηνεία του έργου ως θέαση της ζωής, μπορώ να το ερμηνεύσω ως τη φάση της ηλικίας των τριάντα, όπου η επαναστατικότητα μετατρέπεται σε χαλάρωση, βόλεμα και μια επιστροφή προς την όποια παράδοση, ανάγκη για την οποιαδήποτε κοινωνικοποίηση και την ανάλογη απάθεια προς όποια ζητήματα έκαιγαν τον νεανικό εαυτό μας.
Μια τρελή θεωρία, η οποία δε νομίζω πως ήταν στο μυαλό του στιχουργού, είναι η εξής: πως, σε αυτή τη στιγμή γίνεται αναφορά στα επτά θανάσιμα αμαρτήματα. 1: Οκνηρία (στα κλαρίνα / Αύγουστο μήνα). 2. Λαγνεία (πίσω απ’ την εκκλησιά θα στα μάθω ούλα). 3. Λαιμαργία (ουρλιάζει η γουρουνοπούλα). 4. Απληστία (με κινόα κανείς δεν έκανε κομπίνα). 5. Φθόνος (το δάκρυ πνίχτο και κρύφτο). 6. Οργή (Ηλία ρίχτο). 7. Υπεροψία (και δεν θα το μάθουν στην Αθήνα). Μάλλον παρατραβηγμένο αλλά άξιζε να το γράψω!
θα σου 'χω στην ποδιά πανέρια για να φύγει η μιζέρια ό,τι θέλεις θα σου δώσω δεν θα σε προδώσω ποτέ πότε;
Ακολουθούν τα τάματα προς την προσωποποιημένη Ζωή. Μεγάλα λόγια, κούφια μάλλον, που αρμόζουν πάλι στον φιλόδοξο νέο ενήλικα. Μαζί και η υπόσχεση που μάλλον δε θα τηρηθεί ποτέ. Αν ήταν να τηρηθεί, δε θα υπήρχε η ανάγκη να ειπωθεί ρητά.
Πότε-πότε θα σου γράφω και σουξέ ο λαός τραγούδι θέλει ψέματα και τσιφτετέλι θα χειροκροτήσω με αντρίλα την ξεφτίλα θα 'χω βάλει και αρβύλα ε, ρε νίλα μίλα με τόσο φως γιατί δεν φεύγει η μαυρίλα;
Η κατάκριση της ελληνικής νοοτροπία συνεχίζεται, πλέον ανοιχτά (ο λαός τραγούδι θέλει ψέματα και τσιφτετέλι). Τονίζεται η εμμονή με την αρρενωπότητα (θα χειροκροτήσω με αντρίλα την ξεφτίλα), τον μιλιταρισμό (την ξεφτίλα θα 'χω βάλει και αρβύλα) και την απέλπιδη προσπάθεια του συντηρητικού σαραντάρη να κατανοήσει γιατί όλα πάνε στραβά (ε, ρε νίλα / μίλα / με τόσο φως γιατί δεν φεύγει η μαυρίλα; ).
Θέλω να μου κάνεις μαθήματα ζωής να με καταλάβεις κι αλήθεια να μου πεις πιστεύω ναι πιστεύω στις φήμες στις εύκολες ρίμες πιστεύω και νηστεύω ληστεύω το σόι μου θα 'ταν αγένεια έξω από την οικογένεια λέω ψέματα για το μπόι μου εντάξει ζωή δεν είμαι ένα ενενήντα και μια φορά σε είπα Λίντα λάθος φταίει το πάθος που τα μπερδεύω και αγριεύω όχι στο αφεντικό σε κάνα νηστικό πακιστανό κάνω τον τρανό σανό δεν τρώω εγώ είμαι υπερήφανος που είμαι Ελλλοχίμ πριμ θα πάρω μοναχός μου που βγήκα δεύτερος κι άλλος κανείς δεν έτρεχε εμπρός μου Παρακάτω δίνεται η ακόμα μεγαλύτερη κατάπτωση του ενήλικα. Μου μοιάζει σαν να αναφέρεται στην ηλικιακή κατηγορία των πενήντα. Αναφέρεται στα κοινά μοτίβα της συνωμοσιολογίας (πιστεύω στις φήμες), της έλλειψης ποιότητας (στις εύκολες ρίμες), στη θρησκοληψία (πιστεύω και νηστεύω), στην κουτοπονηριά και μοχθηρία (ληστεύω το σόι μου), με την ανάλογη ειρωνεία (θα 'ταν αγένεια / έξω από την οικογένεια). Αναφέρει τα συμπλέγματα κατωτερότητας που εμφανίζονται (λέω ψέματα για το μπόι μου), την απάτη (και μια φορά σε είπα Λίντα / λάθος) με την ανάγκη συγκάλυψης (φταίει το πάθος). Έπειτα, σαρκάζει τον ρατσισμό, που έρχεται μαζί με δουλοπρέπεια προς τους δυνατούς (τα μπερδεύω και αγριεύω / όχι στο αφεντικό / σε κάνα νηστικό πακιστανό / κάνω τον τρανό). Ταυτόχρονα, κοροϊδεύει τη νοοτροπία του άμυαλου που νιώθει παντογνώστης (σανό δεν τρώω εγώ), του εθνικιστή που κρύβεται πίσω από την έννοια του πατριωτισμού (είμαι υπερήφανος που είμαι Ελλ...ηνας; ) και που στην πραγματικότητα πιστεύει στα πιο γελοία παραμύθια (Ελλλοχίμ) και ενώ κόπτεται για την ανωτερότητά του, στην ουσία γνωρίζοντας πως είναι κατώτερος, χρησιμοποιεί την κουτοπονηρία για να κερδοσκοπήσει (πριμ / θα πάρω μοναχός μου / που βγήκα δεύτερος).

τέτοια χώρα εγώ δεν είδα τέτοια όμορφη πατρίδα κι ο θεούλης ο δικός μου ο καλύτερος του κόσμου κι η καλύτερη η ράτσα η μελαχρινή μου φάτσα ταράτσα μπουγάτσα και ντρόγκα Ζητείται vegan παππάς για μαθήματα γιόγκα
Εδώ ενισχύεται η παραπάνω κατηγορία, καθώς τα συμπλέγματα κατωτερότητας υπερτονίζονται με τον τοπικισμό (τέτοια χώρα εγώ δεν είδα / τέτοια όμορφη πατρίδα, ), τη θρησκευτική ανάγκη του να νιώθουμε ο περιούσιος λαός (κι ο θεούλης ο δικός μου / ο καλύτερος του κόσμου) χωρίς φυσικά να υπάρχει δείγμα αυτοκριτικής ή αυτογνωσίας (κι η καλύτερη η ράτσα / η μελαχρινή μου φάτσα).
Η τρολιά που ακολουθεί ίσως είναι το αντιστάθμισμα για όλα τα παραπάνω. Δεν ξέρω για τον Πάνο Βλάχο, εγώ θα τη χρειαζόμουν πάντως.
Θέλω ένα τραγούδι χωρίς τραύμα μια συμμετοχή σε θαύμα θέλω να αλλάξω τον κόσμο αρκεί να μην αλλάξω εγώ. Ε, ας αλλάξει ο κόσμος Ζητείται διανοούμενος που θέλει να εφαρμόσει τις ιδέες του
Η νοοτροπία αυτή συνεχίζεται. Εδώ μου έρχεται στον νου η ηλικία των εξήντα, με την κακή ελληνική νοοτροπία να χειροτερεύει. Η αντιπροσωπευτική μουσική είναι ένας αδιάκοπος νταλκάς (Θέλω ένα τραγούδι χωρίς τραύμα), η θρησκευτική υστερία δεσπόζει (μια συμμετοχή σε θαύμα) και ο υπέρμετρος εγωισμός που δείχνει και μια έλλειψη επίγνωσης της πραγματικότητας (θέλω να αλλάξω τον κόσμο / αρκεί να μην αλλάξω εγώ. / Ε, ας αλλάξει ο κόσμος) έχει την τιμητική του. Παράλληλα, σαρκάζεται και η έννοια του διανοούμενου, που είναι πολύ καλός στη θεωρία αλλά δε διατίθεται να κάνει καμία πρακτική εφαρμογή (Ζητείται διανοούμενος που θέλει να εφαρμόσει τις ιδέες του).
Θέλω να μου κάνεις μαθήματα ζωής κι εγώ θα σε πληρώσω όσο-όσο να μου μάθεις για τον Osho, ωστόσο θέλω να διαλογιστώ με τον Χριστό, χτες απάτησα με τ’ αμάξι μια Αγία αδικία ή διαολεμένη συγκυρία σήμερα βρήκε ο Θεός να κάνει απεργία;
Είναι η σειρά της γεροντικής ηλικίας. Η απελπισμένη ανάγκη για σωτηρία οδηγεί στα μονοπάτια των σοφών (κι εγώ θα σε πληρώσω όσο-όσο / να μου μάθεις για τον Osho), αλλά πάντα με την ανάγκη του υπερήλικα να γίνονται όλα με τους δικούς του όρους (ωστόσο / θέλω να διαλογιστώ με τον Χριστό), αν και οι δικοί του όροι δεν είναι κάτι που πιστεύει ειλικρινά (χτες απάτησα με τ’ αμάξι μια Αγία). Η ευθυνοφοβία συμβαδίζει φυσικά και το φταίξιμο (μιας ζωής γεμάτης "αδικίες" ίσως; ) ρίχνεται σε έννοιες αόριστες (αδικία ή διαολεμένη συγκυρία / σήμερα βρήκε ο Θεός να κάνει απεργία; )
Δε φταίω εγώ το σύστημα φταίει κόβει και τα μοιράζει δικάζει διχάζει Δε φταίω εγώ ο άλλος όχι ο δικός μου ο κάλος θέλω να νικήσω το κατεστημένο, το κλεμμένο, το χαμένο, το καμένο
Εδώ, στο προτελευταίο σημείο του έργου, ανιχνεύω παράπονα και αξίες που διέπουν όλες τις ηλικίες. Από την άλλη, μοιάζει με τελικό απολογισμό καθώς ο άνθρωπος έρχεται πια αντιμέτωπος με την ίδια τη Ζωή στο τέλος της πορείας του. Η ανάγκη να αποδείξει κάποιος πως δε φταίει (Δε φταίω εγώ) διότι φταίει κάποια άλλη δύναμη, ανώτερη απ' τον ίδιο (το σύστημα φταίει / κόβει και τα μοιράζει / δικάζει / διχάζει), κάτι που δηλώνεται ρητά (Δε φταίω εγώ / ο άλλος / όχι ο δικός μου ο κάλος). Τέλος, μια πανίσχυρη ή ανίσχυρη οργή, που δίνεται πια σε όλο της το μένος (θέλω να νικήσω το κατεστημένο, το κλεμμένο, το χαμένο, το καμένο).
λυπάμαι Ζωή Ζωή φοβάμαι μην το κατεστημένο είναι καλύτερο από αυτό που περιμένω

Και πάνω στο τέλος, δίνεται η ίδια η αγωνία για το άγνωστο μέλλον. Εδώ νομίζω πως ο στιχουργός εκφράζει τον μεγαλύτερο φόβο του, χωρίς σαρκασμούς και ειρωνείες. Μια ζωή γεμάτη αγώνες, αντιπαραθέσεις και διαφωνίες, η οποία ίσως οδηγήσει σε μια κατάσταση χειρότερη. Η αντίδραση προς τη συνήθεια και το κατεστημένο ίσως οδηγήσει σε κάτι που δεν το φανταζόταν και αυτό είναι κάτι που γιγαντώνει τη λύπη και τον φόβο.

Συνολικά, ένα έργο με πολλά νοήματα και ερμηνείες. Σε άλλα σημεία του πιο υπαινικτικό, σε άλλα πιο ευθύ, χαρακτηρίζει μια ολόκληρη νοοτροπία και χαρακτηρίζεται από ευαισθησία, χιούμορ και καλαισθησία. Ως άνθρωπος και ως υπηρέτης της τέχνης, όπως τολμώ να αποκαλώ τον εαυτό μου, μπορώ να πω με σιγουριά πως ο Πάνος Βλάχος μου έδωσε μαθήματα ζωής. Ασχέτως του αν πραγματικά τα κατάλαβα.

Όσο για τον Όσσο που αναφέρθηκε, αξίζει να διαβάσει κανείς ρητά που του αποδίδονται, σε αυτόν τον σύνδεσμο: https://www.gnomikologikon.gr/authquotes.php?auth=2143

4 σχόλια:

  1. Υπεροχο τραγουδι και προσεκτικη αναλυση! Ενα τραγουδι που ισως με το πρωτο ακουσμα προσπερνας καποια κομματια, κρυβρι ολο το σημερα που ζουμε.
    Τον κοσμο ολο γυρισα και μυρωδια καμια, απο που ειναι; Νιωθω οτι το ξερω απο καπου, απο ποιημα ή τραγουδι;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Όντως, πολύ ωραίο τραγούδι κι ευχαριστώ για τα καλά σας λόγια! Έχει ενδελέχεια και νόημα, αλλά τον στίχο αυτόν που λέτε δεν τον αναγνωρίζω από κάπου αλλού. Μοιάζει γνωστός πάντως!

      Διαγραφή
    2. Ο στίχος που μπορεί να σου θυμίζει το "Τον κοσμο ολο γυρισα και μυρωδια καμια", είναι από το ποίημα του Καββαδία, ο Λύχνος του Αλαδίνου "όλο τον κόσμο γύρισες, μα τίποτα δεν είδες….". Νομίζω το νόημα είναι το ίδιο και στους δύο στίχους.

      Διαγραφή
    3. Ευχαριστώ πολύ! Όντως, πολύ ταιριαστά αυτά που λες. Βρίθει από διακειμενικότητα ο στίχος :)

      Διαγραφή