Τα βιβλία ποτέ δεν ήταν ο τρόπος διασκέδασης της πλειοψηφίας. Σε παλαιότερες εποχές επειδή ο αναλφαβητισμός ήταν τεράστιος, τα βιβλία δυσεύρετα και ο ελεύθερος χρόνος τρομερά λίγος και επαρκής μόνο για ξεκούραση. Στη σημερινή εποχή σε ένα μεγάλο βαθμό τα προβλήματα αυτά έχουν εκλείψει: οι περισσότεροι άνθρωποι δέχονται μια, υποτυπώδη στη χειρότερη περίπτωση, μορφή παιδείας, τα βιβλία είναι πιο προσβάσιμα από ποτέ και υπάρχει τεράστια ποικιλία. Επίσης ο τρόπος ζωής μας είναι αρκετά πιο άνετος και βολικός από παλιά και οι καναπέδες μας πιο αναπαυτικοί. Οπότε θα περίμενε κανείς από την πλειοψηφία να διαβάζει λογοτεχνία σε μεγάλο βαθμό. Γιατί όμως αυτό δε γίνεται;
Κατά τη γνώμη μου το διάβασμα δεν είναι αρκετά ελκυστικό. Δεν πείθει ως τρόπος διασκέδασης. Επιπλέον είναι "δύσκολο", μιας και χρειάζεται συνεχή λειτουργία του μυαλού και συγκέντρωση. Δυστυχώς ζούμε στην εποχή όπου η έλλειψη συγκέντρωσης και η περιφρόνηση προς τη γλώσσα και τη λογοτεχνία βρίσκονται παντού. Διότι, αν κάποτε όσοι διάβαζαν ήταν προνομιούχοι και θεωρούνταν τετραπέρατοι, σήμερα θεωρούνται "περίεργοι", "αντισυμβατικοί" και μέτριοι. Αυτό φυσικά συμβαίνει διότι οι άνθρωποι μαθαίνουν από μικροί να μισούν το σχολείο, το διάβασμα και, συνεπώς, τη λογοτεχνία. Βέβαια αυτά διαφέρουν μεταξύ τους αλλά πώς να το εξηγήσεις αυτό σε κάποιον που αποφεύγει οτιδήποτε έχει να κάνει με διάβασμα;
Φυσικά όταν το διάβασμα λειτουργεί σαν τιμωρία, σαν εγκλεισμός ή σαν δύσκολος άθλος, είναι δύσκολο να το αγαπήσεις. Όταν παρακολουθείς ως παιδί την καθημερινότητα των γονέων και δεν υπάρχει πουθενά το διάβασμα, πώς να πειστείς ότι είναι κάτι καλό; Πώς να το θεωρήσεις διασκέδαση και να το συμπεριλάβεις στο πρόγραμμά σου; Αντίθετα, υπάρχει μια δυσπιστία και μια άρνηση σε οποιαδήποτε σχετική δραστηριότητα. Στη συνέχεια αυτή η άρνηση καλλιεργείται και στους απογόνους, με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος. Κι έτσι στο μυαλό της πλειοψηφίας της κοινωνίας το διάβασμα, και κατ' επέκταση οι αναγνώστες και οι συγγραφείς, είναι κάτι αξιοπερίεργο και απρόσιτο.
Εν αντιθέσει, η σημερινή διασκέδαση είναι κάτι εύκολο. Δεν προϋποθέτει τη χρήση του μυαλού. Κι αυτό είναι βολικό κι εξυπηρετικό. Τα νυχτερινά μαγαζιά έχουν τόσο δυνατά τη μουσική (το λέω και σίγουρα θα παρεξηγηθώ από πολλούς "νέους"), ώστε κάθε δυνατότητα επικοινωνίας ή σκέψης είναι αδύνατη. Η τηλεόραση έπειτα δεν λειτουργεί αμφίδρομα: ο τηλεθεατής δέχεται παθητικά χωρίς να επιλέγει τι θα δει. Ενώ στο βιβλίο οι σελίδες γυρνάνε με το ρυθμό που θέλει ο αναγνώστης. Μπορεί να κοντοσταθεί σε μια παράγραφο, σε μια φράση, σε μια λέξη. Να την υπογραμμίσει. Να ανατρέξει σε ήδη διαβασμένες σελίδες για να βγάλει εκ νέου συμπεράσματα. Τόσο απλές κινήσεις αλλά τόσο σημαντικές! Είναι αυτές κυρίως που κάνουν το διάβασμα μια ενεργητική ενασχόληση κι όχι μια στείρα, παθητική αποδοχή πληροφοριών.
Για να περάσω τώρα σε ένα άλλο θέμα, παλιότερα σκεφτόμουν πώς θα ήταν να έχω υπερδυνάμεις. Νομίζω πως το κάθε παιδί έχει ονειρευτεί πως ξεφεύγει μέσω υπερδυνάμεων από την πραγματικότητα, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Μετά όμως από χρόνια διαβάσματος συνειδητοποίησα πως η "υπερδύναμη" που είχα αποκτήσει ήταν η αφύσικη εμπειρία που παίρνω από τους συγγραφείς που διαβάζω: "κλέβω" τις ιδέες τους, δέχομαι τα συναισθήματα και τις σκέψεις τους, μαθαίνω να αντιμετωπίζω τους φόβους τους, να ζω μέσα από τις ζωές τους, να ανακαλύπτω κομμάτια του εαυτού μου. Διότι η συγγραφή είναι μια κατάθεση ψυχής. Όταν διαβάζω ένα λογοτεχνικό έργο, ξέρω πως ο συγγραφέας δεν έδειξε φειδώ σε όσα μοιράστηκε. Αντίθετα, εμπλούτισε το έργο του με όσες σκέψεις, ιδέες και νοοτροπίες μπόρεσε. Ο συγγραφέας μιλάει τόσο μέσω των πρωταγωνιστών όσο και μέσω των ανταγωνιστών. Άρα οι αντικρουόμενες απόψεις που συναντάμε είναι όλες μέσα στο μυαλό του. Κι όταν καταλήγουμε να τελειώσουμε ένα βιβλίο έχουμε κάνει δικό μας ένα ζωντανό κομμάτι της ψυχής του συγγραφέα.
Οπότε ναι, νιώθω πως έχω την "υπερδύναμη" του να κουβαλάω μέσα μου τις ζωές πολλών συγγραφέων που έχω διαβάσει. Χάρη σε αυτό έχω αποκτήσει συνείδηση που αγαπά το διαφορετικό, δέχεται την παραξενιά κάποιου και έχει μάθει να μαθαίνει, κάτι που είναι αδιανόητο για τους περισσότερους ενήλικες, οι οποίοι έχουν σταθερές, αμετακίνητες θέσεις για τα περισσότερα θέματα. Κάτι που η πλειονότητα των ανθρώπων δεν έχει σκεφτεί είναι πως ως οντότητες είμαστε περιορισμένοι σε μια οπτική γωνία. Βλέπουμε τον κόσμο μόνο μέσα από τις δικές μας αισθήσεις κι αυτό μας κάνει να χάνουμε ένα τεράστιο κομμάτι γνώσεων. Με το διάβασμα όμως αυτό ανατρέπεται: είναι από τα λίγα μέσα που επιτρέπουν σε κάποιον να ζήσει, όσο πιο άμεσα γίνεται, την εμπειρία και την σκέψη ενός άλλου ανθρώπου. Ως εκ τούτου, είχα και έχω την ευκαιρία να δω μέσα από την οπτική γωνία χιλιάδων ανθρώπων. "Έζησα" ως φαλαινοθήρας, εξερευνητής, ποιητής, δάσκαλος, γιατρός, αντιστασιακός, αδιάφορος, απολιτίκ, πλούσιος, φτωχός, παιδί, γέρος, μεσήλικας, μουσικός, αλεξιπτωτιστής και πολλά άλλα. Βέβαια όλα αυτά θα μπορούσα να τα ζήσω κι αλλιώς.
Παρόλα αυτά, αυτό δεν ισχύει το ίδιο για άλλες "ιδιότητες" που έχει κανείς την ευκαιρία να "ζήσει" μέσα από τα βιβλία. Ιδιότητες που, λόγω των κοινωνικών συνθηκών ή λόγω της ίδιας της φύσης μας, αδυνατεί να ζήσει. Ή είναι παρεξηγήσιμο να ζήσει. Για παράδειγμα, να δει μέσα από τα μάτια μιας γυναίκας (ή ενός άντρα), ενός ομοφυλόφιλου, ενός ρατσιστή, ενός αρχαιοκάπηλου, ενός τυμβωρύχου, ενός καταζητούμενου, ενός δολοφόνου, ενός παρανοϊκού, ενός καταθλιπτικού και ούτω καθ' εξής. Όσο κι αν κάποια από αυτά σοκάρουν στην ανάγνωση, είναι πολύτιμο να μπορεί κανείς να δει μέσα από την οπτική γωνία τους προκειμένου να καταλάβει την αξία της μοναδικότητας, την διαφορετικότητα, να νιώσει βαθιά μέσα του πόσο διαφορετικά κίνητρα υπάρχουν, πόσες επιλογές, πόσο πολύχρωμος είναι ο κόσμος.
Υπάρχουν πολλά ταξίδια που μπορούμε να κάνουμε και τα μεγαλύτερα από αυτά γίνονται χωρίς καν να κουνηθούμε από την καρέκλα μας. Είναι κάτι τόσο εκπληκτικό, μα τόσο υποτιμημένο. Δεν ξέρω αν ισχύει πως μια εικόνα ισούται με χίλιες λέξεις, πάντως ο σημερινός άνθρωπος παίρνει συχνά σαν δεδομένο πως από κάθε εικόνα παίρνει και τις χίλιες, ενώ μάλλον δεν λαμβάνει ούτε τις εκατό, ενώ γρήγορα ξεχνάει πάνω από τις πενήντα. Προσωπικά θεωρώ πως η ευφυία χρειάζεται ένα δικό της είδος "ιδρώτα": να διαβαστούν οι λέξεις μία-μία, να κατανοηθεί η σχέση μεταξύ τους, να βγουν πορίσματα με αργό ρυθμό κι όχι με βιασύνη, να γίνουν πολλά νοητικά συνέδρια και να "συνομιλήσουμε" με πολλές ξεχωριστές προσωπικότητες, οι οποίες έχουν πεθάνει. Διότι, αν ένα βιβλίο επιζήσει στο χρόνο, τότε κατά πάσα πιθανότητα όποιος το έγραψε ήταν ξεχωριστός. Κι όποιος το πάρει στα χέρια του μπορεί να εκμαιεύσει τον τρόπο σκέψης του. Οπότε μια βιβλιοθήκη είναι ένας χώρος όπου αποθηκεύονται οι σκέψεις των πιο ξεχωριστών προσωπικοτήτων της Ιστορίας, οι οποίες όμως είναι εξαιρετικά προσβάσιμες! Ποια τηλεόραση, ποια εφαρμογή και ποιο νυχτερινό μαγαζί μπορεί να το προσφέρει αυτό;
Κατά τη γνώμη μου το διάβασμα δεν είναι αρκετά ελκυστικό. Δεν πείθει ως τρόπος διασκέδασης. Επιπλέον είναι "δύσκολο", μιας και χρειάζεται συνεχή λειτουργία του μυαλού και συγκέντρωση. Δυστυχώς ζούμε στην εποχή όπου η έλλειψη συγκέντρωσης και η περιφρόνηση προς τη γλώσσα και τη λογοτεχνία βρίσκονται παντού. Διότι, αν κάποτε όσοι διάβαζαν ήταν προνομιούχοι και θεωρούνταν τετραπέρατοι, σήμερα θεωρούνται "περίεργοι", "αντισυμβατικοί" και μέτριοι. Αυτό φυσικά συμβαίνει διότι οι άνθρωποι μαθαίνουν από μικροί να μισούν το σχολείο, το διάβασμα και, συνεπώς, τη λογοτεχνία. Βέβαια αυτά διαφέρουν μεταξύ τους αλλά πώς να το εξηγήσεις αυτό σε κάποιον που αποφεύγει οτιδήποτε έχει να κάνει με διάβασμα;
Φυσικά όταν το διάβασμα λειτουργεί σαν τιμωρία, σαν εγκλεισμός ή σαν δύσκολος άθλος, είναι δύσκολο να το αγαπήσεις. Όταν παρακολουθείς ως παιδί την καθημερινότητα των γονέων και δεν υπάρχει πουθενά το διάβασμα, πώς να πειστείς ότι είναι κάτι καλό; Πώς να το θεωρήσεις διασκέδαση και να το συμπεριλάβεις στο πρόγραμμά σου; Αντίθετα, υπάρχει μια δυσπιστία και μια άρνηση σε οποιαδήποτε σχετική δραστηριότητα. Στη συνέχεια αυτή η άρνηση καλλιεργείται και στους απογόνους, με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος. Κι έτσι στο μυαλό της πλειοψηφίας της κοινωνίας το διάβασμα, και κατ' επέκταση οι αναγνώστες και οι συγγραφείς, είναι κάτι αξιοπερίεργο και απρόσιτο.
Εν αντιθέσει, η σημερινή διασκέδαση είναι κάτι εύκολο. Δεν προϋποθέτει τη χρήση του μυαλού. Κι αυτό είναι βολικό κι εξυπηρετικό. Τα νυχτερινά μαγαζιά έχουν τόσο δυνατά τη μουσική (το λέω και σίγουρα θα παρεξηγηθώ από πολλούς "νέους"), ώστε κάθε δυνατότητα επικοινωνίας ή σκέψης είναι αδύνατη. Η τηλεόραση έπειτα δεν λειτουργεί αμφίδρομα: ο τηλεθεατής δέχεται παθητικά χωρίς να επιλέγει τι θα δει. Ενώ στο βιβλίο οι σελίδες γυρνάνε με το ρυθμό που θέλει ο αναγνώστης. Μπορεί να κοντοσταθεί σε μια παράγραφο, σε μια φράση, σε μια λέξη. Να την υπογραμμίσει. Να ανατρέξει σε ήδη διαβασμένες σελίδες για να βγάλει εκ νέου συμπεράσματα. Τόσο απλές κινήσεις αλλά τόσο σημαντικές! Είναι αυτές κυρίως που κάνουν το διάβασμα μια ενεργητική ενασχόληση κι όχι μια στείρα, παθητική αποδοχή πληροφοριών.
Για να περάσω τώρα σε ένα άλλο θέμα, παλιότερα σκεφτόμουν πώς θα ήταν να έχω υπερδυνάμεις. Νομίζω πως το κάθε παιδί έχει ονειρευτεί πως ξεφεύγει μέσω υπερδυνάμεων από την πραγματικότητα, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Μετά όμως από χρόνια διαβάσματος συνειδητοποίησα πως η "υπερδύναμη" που είχα αποκτήσει ήταν η αφύσικη εμπειρία που παίρνω από τους συγγραφείς που διαβάζω: "κλέβω" τις ιδέες τους, δέχομαι τα συναισθήματα και τις σκέψεις τους, μαθαίνω να αντιμετωπίζω τους φόβους τους, να ζω μέσα από τις ζωές τους, να ανακαλύπτω κομμάτια του εαυτού μου. Διότι η συγγραφή είναι μια κατάθεση ψυχής. Όταν διαβάζω ένα λογοτεχνικό έργο, ξέρω πως ο συγγραφέας δεν έδειξε φειδώ σε όσα μοιράστηκε. Αντίθετα, εμπλούτισε το έργο του με όσες σκέψεις, ιδέες και νοοτροπίες μπόρεσε. Ο συγγραφέας μιλάει τόσο μέσω των πρωταγωνιστών όσο και μέσω των ανταγωνιστών. Άρα οι αντικρουόμενες απόψεις που συναντάμε είναι όλες μέσα στο μυαλό του. Κι όταν καταλήγουμε να τελειώσουμε ένα βιβλίο έχουμε κάνει δικό μας ένα ζωντανό κομμάτι της ψυχής του συγγραφέα.
Οπότε ναι, νιώθω πως έχω την "υπερδύναμη" του να κουβαλάω μέσα μου τις ζωές πολλών συγγραφέων που έχω διαβάσει. Χάρη σε αυτό έχω αποκτήσει συνείδηση που αγαπά το διαφορετικό, δέχεται την παραξενιά κάποιου και έχει μάθει να μαθαίνει, κάτι που είναι αδιανόητο για τους περισσότερους ενήλικες, οι οποίοι έχουν σταθερές, αμετακίνητες θέσεις για τα περισσότερα θέματα. Κάτι που η πλειονότητα των ανθρώπων δεν έχει σκεφτεί είναι πως ως οντότητες είμαστε περιορισμένοι σε μια οπτική γωνία. Βλέπουμε τον κόσμο μόνο μέσα από τις δικές μας αισθήσεις κι αυτό μας κάνει να χάνουμε ένα τεράστιο κομμάτι γνώσεων. Με το διάβασμα όμως αυτό ανατρέπεται: είναι από τα λίγα μέσα που επιτρέπουν σε κάποιον να ζήσει, όσο πιο άμεσα γίνεται, την εμπειρία και την σκέψη ενός άλλου ανθρώπου. Ως εκ τούτου, είχα και έχω την ευκαιρία να δω μέσα από την οπτική γωνία χιλιάδων ανθρώπων. "Έζησα" ως φαλαινοθήρας, εξερευνητής, ποιητής, δάσκαλος, γιατρός, αντιστασιακός, αδιάφορος, απολιτίκ, πλούσιος, φτωχός, παιδί, γέρος, μεσήλικας, μουσικός, αλεξιπτωτιστής και πολλά άλλα. Βέβαια όλα αυτά θα μπορούσα να τα ζήσω κι αλλιώς.
Παρόλα αυτά, αυτό δεν ισχύει το ίδιο για άλλες "ιδιότητες" που έχει κανείς την ευκαιρία να "ζήσει" μέσα από τα βιβλία. Ιδιότητες που, λόγω των κοινωνικών συνθηκών ή λόγω της ίδιας της φύσης μας, αδυνατεί να ζήσει. Ή είναι παρεξηγήσιμο να ζήσει. Για παράδειγμα, να δει μέσα από τα μάτια μιας γυναίκας (ή ενός άντρα), ενός ομοφυλόφιλου, ενός ρατσιστή, ενός αρχαιοκάπηλου, ενός τυμβωρύχου, ενός καταζητούμενου, ενός δολοφόνου, ενός παρανοϊκού, ενός καταθλιπτικού και ούτω καθ' εξής. Όσο κι αν κάποια από αυτά σοκάρουν στην ανάγνωση, είναι πολύτιμο να μπορεί κανείς να δει μέσα από την οπτική γωνία τους προκειμένου να καταλάβει την αξία της μοναδικότητας, την διαφορετικότητα, να νιώσει βαθιά μέσα του πόσο διαφορετικά κίνητρα υπάρχουν, πόσες επιλογές, πόσο πολύχρωμος είναι ο κόσμος.
Υπάρχουν πολλά ταξίδια που μπορούμε να κάνουμε και τα μεγαλύτερα από αυτά γίνονται χωρίς καν να κουνηθούμε από την καρέκλα μας. Είναι κάτι τόσο εκπληκτικό, μα τόσο υποτιμημένο. Δεν ξέρω αν ισχύει πως μια εικόνα ισούται με χίλιες λέξεις, πάντως ο σημερινός άνθρωπος παίρνει συχνά σαν δεδομένο πως από κάθε εικόνα παίρνει και τις χίλιες, ενώ μάλλον δεν λαμβάνει ούτε τις εκατό, ενώ γρήγορα ξεχνάει πάνω από τις πενήντα. Προσωπικά θεωρώ πως η ευφυία χρειάζεται ένα δικό της είδος "ιδρώτα": να διαβαστούν οι λέξεις μία-μία, να κατανοηθεί η σχέση μεταξύ τους, να βγουν πορίσματα με αργό ρυθμό κι όχι με βιασύνη, να γίνουν πολλά νοητικά συνέδρια και να "συνομιλήσουμε" με πολλές ξεχωριστές προσωπικότητες, οι οποίες έχουν πεθάνει. Διότι, αν ένα βιβλίο επιζήσει στο χρόνο, τότε κατά πάσα πιθανότητα όποιος το έγραψε ήταν ξεχωριστός. Κι όποιος το πάρει στα χέρια του μπορεί να εκμαιεύσει τον τρόπο σκέψης του. Οπότε μια βιβλιοθήκη είναι ένας χώρος όπου αποθηκεύονται οι σκέψεις των πιο ξεχωριστών προσωπικοτήτων της Ιστορίας, οι οποίες όμως είναι εξαιρετικά προσβάσιμες! Ποια τηλεόραση, ποια εφαρμογή και ποιο νυχτερινό μαγαζί μπορεί να το προσφέρει αυτό;