Σάββατο 30 Ιουνίου 2018

Δίλημμα: Ταξίδι ή Προορισμός;

   Πολλοί γύρω μας εκφράζουν τις επιθυμίες και τους διακαείς πόθους τους μπροστά μας: "Θα ήθελα να ξέρω βιολί", "θα ήθελα να μιλάω ισπανικά", "θα ήθελα να είμαι πρωταθλητής στο σκάκι/στο ποδόσφαιρο/στο τάε κβον ντο" κτλ. Θα έλεγε κανείς πως είναι εκπληκτικό το πόσο πολλοί από αυτούς δεν πραγματοποιούν ποτέ αυτούς τους πόθους τους. Είναι, όμως, επόμενο κι αναμενόμενο. Αυτοί οι άνθρωποι έχουν μπερδέψει το ταξίδι με τον προορισμό.
   Ας σκεφτούμε λίγο τι έκανε τον Α φίλο μας να επιθυμεί να "ξέρει βιολί". Πιθανότατα άκουσε έναν επαγγελματία βιολιστή να εκτελεί υπέροχα ένα κομμάτι. Θα ήθελε να είναι στο επίπεδο εκείνου αμέσως, την επόμενη στιγμή. Αν του ζητηθεί όμως να περάσει όλη τη διαδικασία από το στάδιο του αρχάριου μέχρι αυτό του αναγνωρισμένου επαγγελματία, οπωσδήποτε θα δειλιάσει, επειδή μιλάμε για χιλιάδες ώρες εξάσκησης, λαθών, απογοήτευσης, στιγμές που ο βιολιστής έχει την παρόρμηση να τα παρατήσει, να πετάξει το βιολί του απ' το παράθυρο, μέρες που φθονεί όσους έχουν πετύχει και θεωρεί τον εαυτό του αποτυχημένο...
   Σίγουρα ο δρόμος προς την επιτυχία είναι σκληρός. Δεν έρχεται από τη μία μέρα στην άλλη. Εμείς, οι απλοί παρατηρητές, δεν έχουμε ιδέα για έναν άνθρωπο μέχρι να γίνει γνωστός. Τότε επιθυμούμε αυτή του την επιτυχία χωρίς όμως να είμαστε διατεθειμμένοι να περάσουμε όσα πέρασε. Ονειρευόμαστε τον προορισμό χωρίς να θέλουμε να κάνουμε το ταξίδι.
   Το ίδιο κι όταν βλέπουμε ένα διάσημο πρόσωπο στην τηλεόραση. Εκεί, θα πει κανείς, ο άνθρωπος μπορεί να μην έχει κάποια ιδιαίτερη ικανότητα που ήθελε χρόνια εξάσκησης: απλώς έκανε κάποιες σωστές κινήσεις. Αν τις έκανα κι εγώ, αν είχα τις ευκαιρίες του, θα ήμουν πρόθυμος να ζήσω το "ταξίδι" προκειμένου να φτάσω στον "προορισμό".
   Εγώ διαφωνώ. Θεωρώ πως από τη ζωή ενός διάσημου δεν ξέρουμε παρά το 1/10 κι αυτό με επιφύλαξη. Αυτό που ζητάμε, όλοι εμείς που στη ζωή μας νιώθουμε κοινοί και μας ξέρουν μια χούφτα άνθρωποι, είναι η διασημότητα. Η αναγνώριση. Να μας κοιτούν άγνωστοι με θαυμασμό, να μας σταματούν στον δρόμο για αυτόγραφο και να ελκύουμε τους άλλους με τη γοητεία της διασημότητας. Όλα τα υπόλοιπα όμως δεν τα ξέρουμε ή κάνουμε πως δεν τα βλέπουμε.
   Μέρος του ταξιδιού προς τη διασημότητα είναι ο αυτοσαρκασμός και η αυτοκριτική. Κανείς δεν μπορεί να γίνει πραγματικά διάσημος αν δεν μπορεί να τιθασεύσει τον εαυτό του και να μάθει τα όριά του. Η διασημότητα, σε όσο ανάξια χέρια κι αν μοιάζει πως χαρίζεται καμιά φορά, έχει ως βασική προϋπόθεση την τιθάσευση του Εγώ. Αν δεν μπορώ να αποδεχτώ τον εαυτό μου, δε θα αντέξω ούτε πέντε λεπτά στο σανίδι. Οι περισσότεροι δεν μπορούν, πράγμα που αποδεικνύεται από τον θυμό που τους διακατέχει από μία και μόνο κακή κριτική, δικαιολογημένη ή μη. Ένας διάσημος όμως δέχεται βολές κατά ριπάς από αγνώστους: αδικαιολόγητους κι απαράδεκτους ισχυρισμούς για πράγματα που συνήθως δεν είναι, δεν έχει κάνει ή δεν έχει υποχρέωση να δικαιολογηθεί. Αυτό θα οδηγούσε πολλούς στην κατάθλιψη ή στην αυτοκτονία.
   Επίσης, στη διασημότητα δεν υπάρχει γυρισμός. Από άγνωστος μπορεί κάποιος να γίνει γνωστός. Το αντίθετο όχι. Μπορεί μόνο να ξεχαστεί απ' το κοινό αν πασχίσει πολύ, αλλά ακόμα κι αυτό όχι εντελώς. Η προσωπική του ζωή, όπως επίσης και η ζωή του πολύ στενού του κύκλου, είναι θέαμα και παιχνίδι των δημοσιογράφων και του κοινού: θέλει πολύ αγώνα για να την κρατήσει κανείς κρυφή.
   Οπότε πολλές φορές ονειρευόμαστε τον προορισμό και νομίζουμε πως ξέρουμε για τις κακοτοπιές του ταξιδιού, όμως κάνουμε λάθος. Εκείνος που θα καταφέρει να φτάσει στο Ελ Ντοράντο του, στην προσωπική του Γη της Επαγγελίας, πρέπει πρωτίστως να αγαπήσει το ταξίδι προς τα εκεί. Αν το θεωρήσει ένα απαραίτητο εμπόδιο για να φτάσει στον προορισμό, αργά ή γρήγορα θα απελπιστεί και θα τα παρατήσει. Συμπερασματικά, ο Καβάφης δικαιώνεται: σημασία δεν έχει ο προορισμός αλλά το ταξίδι. Διότι χωρίς αγάπη για το ταξίδι, ο προορισμός μένει για πάντα μακρινός κι άπιαστος κι εμείς ριζωμένοι στο εδώ και στο τώρα.

Κυριακή 17 Ιουνίου 2018

Η Χειρότερη Προδοσία

   Τους τιμημένους νεκρούς μας, αυτούς που σκοτώθηκαν για να είμαστε εμείς ελεύθεροι, τους θυμόμαστε συνήθως τις κεγόμενες ιστορικές μέρες. Κρίμα, διότι θα έπρεπε να τους έχουμε πάντα στον νου μας. Ανθρώπους που υπερασπίζονται την ελευθερία οφείλουμε να τους τιμάμε έμπρακτα και καθημερινά: όχι για το θεαθήναι ή τις μέρες που συνηθίζεται. Διότι η τιμή και η ευγνωμοσύνη δεν έχουν πρόγραμμα ούτε ημερομηνίες.
   Πέρα από αυτό, συνήθως αυτές τις θυσίες ανώνυμων ηρώων, που άφησαν οικογένειες, φίλους και δικούς, καθώς και την ελπίδα για την ίδια τους τη ζωή, τις θυμόμαστε και τις μνημονεύουμε ως επιχείρημα για να στηρίξουμε την πολιτική μας θέση. Κάνουμε μια επίκληση στο συναίσθημα, υπονοώντας πως μόνο εμείς και οι ομοϊδεάτες μας -και όχι οι πολιτικοί μας αντίπαλοι- έχουμε αίσθημα ευγνωμοσύνης και συνεχίζουμε την πορεία που χάραξαν αυτοί οι ήρωες. Αυτό είναι πατριδοκαπηλία. Κανένας δεν έχει δικαίωμα να εκμεταλλεύεται θυσίες ηρώων για το προσωπικό ή το πολιτικό του συμφέρον. Βέβαια αυτό συνεχίζει να γίνεται κατά κόρον.
   Αν θέλουμε όμως να ερευνήσουμε καλύτερα το τι σήμαιναν (και συνεχίζουν να σημαίνουν) αυτές οι θυσίες, απαραίτητο είναι να δούμε ποιοι είναι αυτοί που σκοτώθηκαν και γιατί. Απλοί άνθρωποι ήταν, σαν εμάς. Άνθρωποι που έτρεμαν, όπως κι εμείς, όπως κάθε λογικός άνθρωπος, τον πόλεμο. Άνθρωποι που δεν ήθελαν να πάνε κι αν μπορούσαν να διαλέξουν, θα διάλεγαν την ειρήνη, διότι μόνο με ειρήνη υπάρχει πολιτισμός, ανάπτυξη, μέλλον. Όσοι δεν φοβούνται και δε μισούν τον πόλεμο είναι μόνο όσοι δεν καταλαβαίνουν το μέγεθος της θηριωδίας του. Όσοι έχουν πλήρη άγνοια κινδύνου ή βλέπουν αδιάφορα τις μαζικές εκτελέσεις και δολοφονίες, τους βιασμούς, τους αποκεφαλισμούς και την αποκτήνωση και πιστεύουν πως είναι για το καλύτερο. Αυτοί οι άνθρωποι είναι τρομακτικοί για το μέλλον της ανθρωπότητας.
   Οι ήρωες σκοτώθηκαν, λένε, για την πατρίδα. Και τι είναι η πατρίδα; Το χώμα; Οι πόλεις; Οι κοινωνικές δομές; Κάτι αφηρημένο ίσως; Ίσως είναι λίγο απ' όλα. Πιο πολύ, θα έλεγα, η πατρίδα είναι ένα σπίτι, ένα τείχος ασφαλείας απέναντι στη σκληρότητα του κόσμου. Ένα τείχος που προστατεύει την ελευθερία και τη ζωή και ο άνθρωπος είναι το βαρόμετρό της. Χωρίς ελευθερία και χωρίς σεβασμό προς τη ζωή δεν υπάρχει πατρίδα και κανείς δεν αξίζει να υπερασπίζεται ένα κράτος που περιφρονεί αυτά τα ιδανικά. Το να θυσιάζεται κάποιος για ένα κράτος που περιφρονεί τη ζωή του είναι ό,τι πιο αντιφατικό, ό,τι πιο οξύμωρο.
   Πώς μπορούμε όμως έμπρακτα να υποστηρίξουμε τον σεβασμό προς τη ζωή και την ελευθερία; Είμαστε μικροί ως μονάδες, με ελάχιστη πολιτική και κοινωνική δύναμη. Το κράτος όμως από εμάς, τις μικρές μονάδες, αποτελείται. Ο καλύτερος τρόπος, θα έλεγα, είναι να επιζητούμε την ειρήνη. Όταν μνημονεύουμε τους νεκρούς μας, τους ήρωες που θυσιάστηκαν για την ελευθερία πρέπει να θυμόμαστε τι σημαίνει ελευθερία: ειρήνη, όχι πόλεμος. Ίσως κάποιες φορές ο πόλεμος, το απόλυτο κακό της ανθρωπότητας, να είναι αναπόφευκτος. Ποτέ όμως δεν είναι αρεστός, ποτέ δεν είναι ευπρόσδεκτος. Και η χειρότερη μορφή προδοσίας προς τους νεκρούς που θυσιάστηκαν είναι να επιζητούμε τον πόλεμο, να περιφρονούμε και να ξεχνάμε τις κραυγές απελπισίας του άμαχου πληθυσμού ή των επίστρατων που σκοτώθηκαν εν καιρώ πολέμου.
   Οπότε το επόμενο βήμα είναι η επιθυμία για ειρήνη. Η ειρήνη μπορεί να φέρει συνεργασία και ανάπτυξη και μόνο αυτά μπορούν να φέρουν την ειρήνη. Το μίσος, ο διαχωρισμός και η επακόλουθη περιφρόνηση της ζωής των άλλων (αφού είναι υποτίθεται διαφορετική από τη δική μας) μόνο πόλεμο και θηριωδία μπορούν να φέρουν. Για να θέλει, πάλι, κάποιος διακαώς τον πόλεμο, σημαίνει πως στην ειρήνη δε βρίσκει τον εαυτό του, δε βρίσκει μία θέση για τον ίδιο. Κι αυτό είναι μάστιγα.
   Η χειρότερη προδοσία λοιπόν είναι η προδοσία απέναντι στην ειρήνη. Η αγάπη και η προσδοκία για πόλεμο. Ο χειρότερος τρόπος για να τιμήσεις του νεκρούς ήρωες είναι να ονειρεύεσαι κι άλλους νεκρούς ήρωες, διότι δεν καταλαβαίνεις τον πόνο και τη θυσία τους. Αν υπάρχει κάτι που μπορούμε να κάνουμε για να μην υπάρξουν άλλοι πόλεμοι είναι να βγάλουμε την ιδέα του πολέμου από μέσα μας. Η παγκόσμια ειρήνη είναι ένα μακρινό, άπιαστο ίσως, όνειρο αλλά κάθε μας βήμα πρέπει απαραιτήτως να οδεύει προς τα εκεί. Η ιδέα της συνεργασίας και της αλληλοκατανόησης, της εμπιστοσύνης και του οραματισμού πρέπει να υπερνικούν το σκοτάδι που υπάρχει μέσα μας. Ποιος δε θα ήθελε, αν μπορούσε, να φέρει την ειρήνη; Ε λοιπόν, το χρέος μας είναι να εργαστούμε γι' αυτό, πρώτα με τον εαυτό μας κι έπειτα με το κοινωνικό περιβάλλον μας. Χωρίς τέτοιου είδους θέληση, δεν υπάρχει ελπίδα.

Σάββατο 9 Ιουνίου 2018

Έτσι Είναι η Ζωή

   Έτσι είναι η ζωή. Μια έκφραση που ακούει κάθε άνθρωπος σε κάθε γλώσσα και κάθε γωνιά της γης. Μια έκφραση που κρύβει μέσα της αλήθειες και παράλληλα είναι μια μεγάλη παγίδα. Πώς όμως  γίνεται αυτό το σχεδόν οξύμωρο;
   Ανάλογα του πώς ορίζει κανείς τη ζωή. Αν βάλω στον ορισμό τα στοιχεία της φύσης, τις πιθανότητες και τυχαία περιστατικά, τότε έχω ένα απρόβλεπτο και αχανές μέλλον, για το οποίο όντως δεν μπορώ να σχεδιάσω. Συνήθως όμως το "έτσι είναι η ζωή" σχετίζεται με τις ανθρώπινες κοινωνίες, με τις ανθρώπινες σχέσεις και πάθη. Κι εδώ είναι που έρχεται η παγίδα.
   Θεωρώ λοιπόν την έκφραση αυτή την αρχή της μοιρολατρίας. Αν δεχτούμε πως το "έτσι είναι η ζωή" κατάλληλο συμπέρασμα κάθε γεγονότος, τότε τα πάντα μπορούν να δικαιολγηθούν. Ήρθαν κουρσάροι και ξεκλήρισαν ένα χωριό; Έτσι είναι η ζωή. Φανατικοί θρησκόληπτοι σπέρνουν την τρομοκρατία με βάση τις εσχατολογικές τους παραδοξολογίες; Έτσι είναι η ζωή. Πατέρας κακοποιεί σεξουαλικά τα παιδιά του επί σωρεία ετών; Τι τα θες, έτσι είναι η ζωή.
   Κι αναρωτιέμαι: γιατί είναι έτσι η ζωή; Πώς είναι αυτό το έτσι; Εκφράσεις σαν κι αυτήν είναι εγκληματικές, κατά τη γνώμη μου. Προσπαθούν να μας πείσουν να αποδεχόμαστε τα πάντα ως φυσιολογικά, να μην αντιδρούμε και να μην αναρωτιόμαστε πώς θα ήταν ο κόσμος χωρίς όλα αυτά. Απλά τα δεχόμαστε και προχωράμε. Αυτό όμως κρύβει την παγίδα, όπως είπα και παραπάνω, να γινόμαστε μοιρολάτρες. Να μη βάζουμε όρια και να μην παλεύουμε για έναν καλύτερο κόσμο, πράγμα που είναι θαρρώ ο απώτερος σκοπός της ανθρώπινης κοινωνίας.
   Σε τέτοιες περιπτώσεις, όταν εν μέσω μιας ανθρώπινης τραγωδίας ακούτε αυτή την έκφραση, έχετε μπροστά σας έναν άνθρωπο που έχει αποδεχτεί τις θηριωδίες του σήμερα. Που τις θεωρεί φυσιολογικές. Που δεν ονειρεύεται έναν κόσμο χωρίς αυτές: απλά προσεύχεται μοιρολατρικά να μην τύχουν στον ίδιο. Έναν άνθρωπο που έχει χάσει κάθε έννοια σκοπού και προσπαθεί να παρηγορηθεί μέσα στην ασχήμια.
   Εγώ προτρέπω τον καθένα σε τέτοιες περιπτώσεις να σκέφτεται: γιατί είναι έτσι η ζωή; Γιατί να μην είναι αλλιώς, πολύ καλύτερη, ασφαλέστερη; Αυτό είναι το πρώτο βήμα. Έπειτα να σκεφτείτε: τι πρέπει να γίνει για να αλλάξει η ζωή προς το καλύτερο; Και τέλος, τι μπορώ εγώ να κάνω για να αλλάξει προς το καλύτερο; Είναι η αρχή μιας φιλοσοφικής σκέψης που ακυρώνει τη μοιρολατρία και λειτουργεί ως εφαλτήριο της ελεύθερης βούλησης. Αλλά ας φέρω ένα απλούστερο παράδειγμα.
   Έτσι είναι ο στρατός. Αυτό μας έλεγαν κατά τη στρατιωτική μου θητεία για να δικαιολογήσουν κάθε παράλογο στοιχείο του. Αδικούνταν κάποιος άξιος; Έτσι είναι ο στρατός. Ταλαιπωρούνταν κάποιος και έπαιρνε τα εύσημα ένας ανάξιος; Έτσι είναι ο στρατός. Τιμωρούνταν με φυλακή και στέρηση εξόδου ένα φιλότιμο παιδί, ενώ έπαιρνε τιμητική άδεια ένας κηφήνας; Έτσι είναι ο στρατός.
   Ο στρατός είναι όμως μια μικρογραφία της έξω κοινωνίας. Κι αυτό που κατάλαβα από τα πρώτα βήματα της 14μηνης θητείας μου είναι πως ο στρατός είναι "έτσι" ανάλογα με τους ανθρώπους που υπάρχουν μέσα του. Αν τύχεις σε στραβό διοικητή, τότε έτσι είναι ο στρατός. Αν τύχεις σε σωστό άνθρωπο, τότε δεν "είναι έτσι". Τότε όλα κυλάνε ρολόι. Άρα επιστρέφουμε στον ανθρώπινο παράγοντα, που είναι ελέγξιμος.
   Τι μπορεί να να γίνει για να μην "είναι έτσι ο στρατός"; Μα φυσικά ο στρατιώτης, ο υπαξιωματικός και ο αξιωματικός να γίνουν πιο φιλότιμοι και πιο τίμιοι. Από αυτούς εξαρτάται. Στη θητεία μου γνώρισα πολλούς εξαιρετικούς ανθρώπους, οι οποίοι πάσχιζαν για το δίκαιο και το τίμιο σε ένα σάπιο σύστημα. Αν ο καθένας λοιπόν βολεύεται με το "έτσι είναι ο στρατός" τότε όλα δικαιολογούνται. Μπορεί να δεχτεί την αδικία, ακόμα και να την προκαλέσει, με τον ισχυρισμό πως "έτσι είναι ο στρατός".
   Ε, ας μην είναι έτσι! Ποιος μας υποχρεώνει να το δεχτούμε; Όσο το δεχόμαστε, τόσο γίνομαστε πιο ανεκτικοί στην αδικία, τόσο πιο πολύ μοιάζουμε στο τέρας που μισούμε. Όχι, δεν είναι έτσι ο στρατός. Έτσι κάνουν τον στρατό κάποιοι κλειστόμυαλοι στρατιωτικοί, οι οποίοι πρέπει να είναι η εξαίρεση, όχι ο κανόνας!
   Ας επιστρέψουμε στο μεγάλο και χαοτικό στοιχείο της ζωής, της ανθρώπινης κοινωνίας. Πάλι ο ανθρώπινος παράγοντας είναι στο στόχαστρο. όσο λέμε πως "έτσι είναι η ζωή" ή "έτσι είναι τα πράγματα", τότε δεχόμαστε την αδικία και είμαστε έτοιμοι να την πράξουμε κι εμείς με την πρώτη ευκαιρία και την ίδια άθλια, ανήθικη δικαιολογία. Για να αλλάξει όμως το σύστημα πρέπει να αλλάξει το κάθε άτομο. Και για να αλλάξει το κάθε άλλο άτομο, οφείλουμε εμείς οι ίδιοι να είμαστε πιο ενεργητικοί, πιο δραστήριοι, πιο ευαισθητοποιημένοι. Είναι καθήκον μας. Μόνο έτσι θα πάψει να "είναι έτσι η ζωή".

Παρασκευή 8 Ιουνίου 2018

Βόρεια και Νότια Κορέα: Δύο Κόσμοι Αντίθετοι

   Στο σημερινό άρθρο θα αναφέρω το θέμα της Κορέας. Η χώρα μετά το 1945 χωρίστηκε σε δύο μέρη, τη Βόρεια και τη Νότια Κορέα. Τώρα πια, μετά από 7 δεκαετίες είναι δύο διαφορετικοί κόσμοι, ανάμεσα στους οποίους υπάρχουν απροσπέλαστα σύνορα. Δε θα το αναλύσω από άποψη ιστορική ή πολιτική, επιγραμματικά μόνο θα αναφέρω πως στη Βόρεια υπάρχει κομμουνισμός και στη Νότια καπιταλισμός. Αυτό που με ενδιαφέρει στο άρθρο είναι τι ρυθμούς και τρόπο ζωής έχει ο απλός κόσμος. Κοντολογίς, πώς ζει ο πληθυσμός.
   Στη Βόρεια Κορέα, τα πάντα είναι στρατιωτικοποιημένα. Όλοι δουλεύουν για το καθεστώς, ενώ ο απλός άνθρωπος είναι ένας αριθμός χωρίς ουσιαστικά δικαιώματα, πέρα από το δικαίωμα στη ζωή και καμία διαφοροποίηση δεν επιτρέπεται. Υπάρχουν συγκεκριμένα στυλ κουρέματος, συγκεκριμένα είδη ενδυμασίας, χρειάζονται άδειες για να ταξιδέψει κανείς στο εξωτερικό (ή ακόμα και σε άλλες περιοχές του εσωτερικού) και αγαθά δεδομένα για εμάς, όπως το ίντερνετ και η μουσική, για τους Βορειοκορεάτες είναι κατά βάση απρόσιτα.
   Στη Νότια Κορέα πάλι, τα πράγματα είναι άκρως αντίθετα. Υπάρχει τεράστια τεχνολογική ανάπτυξη, μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες, πολύ τουρισμός. Οι άνθρωποι έχουν πολλά ενδιαφέροντα και ζούνε με μια σχετική αρμονία. Υπάρχουν πολλών ειδών ελευθερίες και θυμίζει σε πολλά τον δυτικό πολιτισμό. να αναφέρω μόνο πως η Κ-pop, η νοτιοκορεάτικη μουσική, είναι διαδεδομένη σε παγκόσμια εμβέλεια και ανταγωνίζεται αυτές της Ευρώπης και της Αμερικής. Αλλά το σημαντικότερο είναι πως οι άνθρωποι χαμογελάνε.
   Θα μου πείτε, έχουμε κάμερα στα σπίτια τους για να αποδείξουμε πως χαμογελάνε; Όχι. Έχοντας παρακολουθήσει όμως αρκετές εκπομπές της τηλεόρασης, βλέπω πως το χιούμορ είναι βασικό στοιχείο τους. Δημιουργούν πρότυπα στον τηλεθεατή και τον προτρέπουν να περάσει καλά. Αν δει κανείς κάτι αντίστοιχο στη Βόρεια Κορέα, ας με ενημερώσει. Οπότε στον Βορρά κυριαρχεί ο κλειστός, αφιλόξενος, εχθρικός τρόπος ζωής ως προς τις εξωτερικές σχέσεις (και κατά συνέπεια και ως προς τις εσωτερικές) ενώ στον Νότο ο ανοιχτός, ελεύθερος και ξέγνοιαστος, με ό,τι συνεπάγεται αυτό.
   Όλοι μας έχουμε στον εσωτερικό μας κόσμο "δύο Κορέες". Μέσα μας ζει ο φόβος για το διαφορετικό, η περιθωριοποίηση, η αναδίπλωση προς τον εαυτό μας και όλα αυτά μαζί μας κάνουν φοβικούς, κλειστόμυαλους και εχθρικούς προς τους άλλους. Επίσης, μέσα μας υπάρχει η ανάγκη για επικοινωνία, για ελευθερία, για να γευτούμε πολλές διαφορετικές γεύσεις αυτής της ζωής και να ντυθούμε σε πολλά διαφορετικά χρώματα. Ανάλογα με το πώς μεγαλώνουμε, με τα διδάγματά μας, διαλέγουμε (ή διαλέγουν άλλοι για εμάς) ποιον δρόμο θα ακολουθήσουμε. Αυτή η πρώτη επιλογή καθοδηγεί και τις λεπτομέρειες στον τρόπο ζωής και τη νοοτροπία μας.
   Πολλές φορές αναρωτιέμαι: οι άνθρωποι που ζουν με τον κλειστό τρόπο σκέψης, άραγε δεν κουράζονται; Δε νιώθουν την ανάγκη να ανοιχτούν, να αναπνεύσουν την ελευθερία; Υποθέτω πως αυτό συμβαίνει, ακόμα κι αν δεν το παραδέχονται. Διότι πρέπει να υπάρχει αέναος εσωτερικός πόλεμος ώστε να εξωτερικεύονται εχθρικές και φιλοπόλεμες ιδέες κατά βούληση. Κατ' ανάγκη ίσως, σε δύσκολες εποχές, να μην υπάρχει χρόνος για ελευθερία και αυτοβελτίωση. Ο αρνητισμός όμως συνήθως είναι κάτι λιγότερη από επιλογή: είναι στο μυαλό των κλειστόμυαλων ένας μονόδρομος, διότι ποτέ δεν έστρεψαν το βλέμμα τους τριγύρω για να δουν με πόσο όμορφα χρώματα είναι βαμμένος ο κόσμος. Όταν το καθεστώς προσπαθεί να πείσει τον λαό πως τίποτα δεν υπάρχει έξω και φιμώνει κάθε προσπάθεια επικοινωνίας του με τον έξω κόσμο, τότε ο λαός αναγκαστικά πιστεύει πως όλος ο κόσμος είναι γκρίζος. Ας μην κάνουμε αυτό το λάθος εμείς που ζούμε με μια σχετική ελευθερία και μπορούμε να επιλέξουμε.

Πολυχρωμία, ελευθερία

Στρατιωτικοποίηση, ανελευθερία