Σήμερα δεν θέλω να αναλύσω κάποιο θέμα βαρύ και ψαγμένο αλλά μια όμορφη και εξωπραγματική συνάμα εμπειρία μου. Συγκεκριμένα, υπάρχουν στιγμές που βρισκόμαστε στο μεταίχμιο ονείρου και πραγματικότητας, σκηνικά που ξεπερνούν το καθημερινό στήσιμο και όλοι μας έχουμε ζήσει λίγες ή πολλές φορές. Στιγμές που μετά από χρόνια σκεφτόμαστε αν τις ζήσαμε ή απλώς ονειρευτήκαμε, λανθάνουσες στις σκοτεινές λόχμες των αναμνήσεών μας...
Η δική μου εμπειρία τώρα: όπως κάθε νέος που σκέφτεται το μέλλον του, έτσι κι εγώ, με το πέρας της εξεταστικής επισκέπτομαι συχνά την σχολή μου για να δω αποτελέσματα και να το παίξω σοβαρός και καθωσπρέπει. Έτσι και χτες: παίρνοντας μαζί μου μια υπέροχη φίλη μου πήγα να αντιμετωπίσω τις προκλήσεις του μέλλοντός μου, που είχαν υλοποιηθεί με την μορφή εργασίας και βαθμολογιών. Τελικά, το μέλλον μου γύρισε την πλάτη μιας και η δουλειά μου δεν κατάφερε να γίνει. Κι έτσι, καθώς έβγαινα από την φιλοσοφική την ώρα που σουρούπωνε χαμένος στις σκέψεις μου, διαβαίνοντας τα σκαλιά της νέας Φιλοσοφικής ήταν σαν να έμπαινα άθελά μου σε έναν περίεργο κόσμο, ονειρικό και εφιαλτικό ταυτόχρονα....
Ο ορίζοντας πορφυρός, να φωτίζει και παράλληλα να επισκιάζει το άδειο και ήσυχο μονοπάτι που καταλήγει στην αυλή της φοιτητούπολης. Ησυχία παντού. Η παλιά Φιλοσοφική απέναντι δέσποζε επιβλητική, με σκοτεινά παράθυρα πλην λίγων που φώτιζαν, ποιος ξέρει με ποιους ενοίκους μέσα (το σκηνικό που ζούσα ενθάρρυνε τους εκεί μέσα να είναι το λιγότερο απόγονοι του Κόμη Δράκουλα). Το γνωστό δέντρο στα αριστερά του νέου κτιρίου με τα άφυλλα και ροζιασμένα κλαδιά του να μοιάζουν με δάχτυλα αρπακτικού: σαν δέντρο που στέκει κοντά σε κοιμητήριο, με μια άγρια ομορφιά. Η αυλή της Φιλοσοφικής τίποτε λιγότερο από έναν κήπο μυστικό, με το σκοτάδι να πέφτει σιγά σιγά στα ερημικά παγκάκια και στα παρευρισκόμενα αειθαλή. Κι εκεί που το μυαλό μου, παγωμένο και ναρκωμένο, λάμβανε τα περίεργα αυτά ερεθίσματα προσπαθώντας να τυλίξει γύρω τους ένα πέπλο πραγματικότητας, από το πουθενά εμφανίστηκαν εκατοντάδες κοράκια που πέταξαν πάνω από το τετράγωνο της σχολής και, διαγράφοντας έναν μεγάλο κύκλο με φόντο τον ακόμα πορφυρό ορίζοντα, έκρωζαν σαν να μην υπάρχει αύριο. Οι ελάχιστοι άνθρωποι που κυκλοφορούσαν μαυροφορεμένοι και σκυφτοί, σαν σκιές κι αυτοί. Και εγώ;
Το ξαναλέω: πιστεύω πως όλοι μας το έχουμε ζήσει... Μια κατάσταση όπου, παγιδευμένος από τα οπτικά και ακουστικά σήματα που δεχόμουν, ένιωθα απλός παρατηρητής μιας κατάστασης βγαλμένης από απόκοσμες και εξωπραγματικές διαστάσεις, από την έμπειρη πένα του Έντγκαρ Άλαν Πόε. Ένας πρωταγωνιστής ξένος στο περιβάλλον του, με μια νοσταλγική όμως και οικεία αίσθηση πως όλα αυτά είναι αποκύημα της φαντασίας του. Δεν είναι εύκολο ή απλό να το περιγράψω αλλά ένιωθα μια γλυκόπικρη μέθη, σαν να χαιρόμουν και να μελαγχολούσα την ίδια στιγμή. Όλα τριγύρω σε ένα τόσο τέλεια φτιαγμένο τοπίο συνειρμών τρόμου που δεν διανοείσαι πως έχει πραγματικά συμβεί, επειδή έχει την απόλυτη αρμονία ενός ονείρου.
Διαβαίνοντας λοιπόν το γνώριμο μονοπάτι γύρω από το γνωστό, νεοκλασικό κτίριο και περνώντας την εξώπορτα της σχολής πέρασαν αρκετά λεπτά μέχρι να ξεπεράσω αυτό το σκηνικό: σαν τα πρώτα λεπτά μετά το ξύπνημα όπου όνειρο και πραγματικότητα είναι ένα μείγμα και το μυαλό βρίσκεται σε σύγχυση. Έφτασα στην μες στην πολυκοσμία Καμάρα και έγινα πια κι εγώ ένα μικρό μέρος της ματαιότητας, γυρνώντας απότομα στην καθημερινότητα. Όμως η ανάμνηση μένει, αφήνοντας ανάμεικτα αισθήματα...
Ποιος μπορεί να υπαινιχθεί πως δεν τον έχει συνεπάρει ποτέ μια τέτοια κατάσταση, πως το μυαλό του δεν αφέθηκε ποτέ ελεύθερο στα έμπειρα χέρια της φαντασίας και στα θυελλώδη μονοπάτια της; Δεν έχω τίποτε να πω σαν επιμύθιο ούτε να περάσω κάποιο μήνυμα, εκτός ίσως από αυτό: μέρες θα έρθουν και θα φύγουν, χρόνια που δεν καταφέρνουν να ξεπεράσουν την τελειότητα κάποιων στιγμών... Κι αν αυτή η εμπειρία δεν σας αγγίξει καθόλου, μην ανησυχείτε. Απλά κάντε υπομονή και η δική σας φαντασία θα βρει την κατάλληλη στιγμή να σας αγκαλιάσει, να γελάσει και να παίξει μαζί σας...
Η δική μου εμπειρία τώρα: όπως κάθε νέος που σκέφτεται το μέλλον του, έτσι κι εγώ, με το πέρας της εξεταστικής επισκέπτομαι συχνά την σχολή μου για να δω αποτελέσματα και να το παίξω σοβαρός και καθωσπρέπει. Έτσι και χτες: παίρνοντας μαζί μου μια υπέροχη φίλη μου πήγα να αντιμετωπίσω τις προκλήσεις του μέλλοντός μου, που είχαν υλοποιηθεί με την μορφή εργασίας και βαθμολογιών. Τελικά, το μέλλον μου γύρισε την πλάτη μιας και η δουλειά μου δεν κατάφερε να γίνει. Κι έτσι, καθώς έβγαινα από την φιλοσοφική την ώρα που σουρούπωνε χαμένος στις σκέψεις μου, διαβαίνοντας τα σκαλιά της νέας Φιλοσοφικής ήταν σαν να έμπαινα άθελά μου σε έναν περίεργο κόσμο, ονειρικό και εφιαλτικό ταυτόχρονα....
Ο ορίζοντας πορφυρός, να φωτίζει και παράλληλα να επισκιάζει το άδειο και ήσυχο μονοπάτι που καταλήγει στην αυλή της φοιτητούπολης. Ησυχία παντού. Η παλιά Φιλοσοφική απέναντι δέσποζε επιβλητική, με σκοτεινά παράθυρα πλην λίγων που φώτιζαν, ποιος ξέρει με ποιους ενοίκους μέσα (το σκηνικό που ζούσα ενθάρρυνε τους εκεί μέσα να είναι το λιγότερο απόγονοι του Κόμη Δράκουλα). Το γνωστό δέντρο στα αριστερά του νέου κτιρίου με τα άφυλλα και ροζιασμένα κλαδιά του να μοιάζουν με δάχτυλα αρπακτικού: σαν δέντρο που στέκει κοντά σε κοιμητήριο, με μια άγρια ομορφιά. Η αυλή της Φιλοσοφικής τίποτε λιγότερο από έναν κήπο μυστικό, με το σκοτάδι να πέφτει σιγά σιγά στα ερημικά παγκάκια και στα παρευρισκόμενα αειθαλή. Κι εκεί που το μυαλό μου, παγωμένο και ναρκωμένο, λάμβανε τα περίεργα αυτά ερεθίσματα προσπαθώντας να τυλίξει γύρω τους ένα πέπλο πραγματικότητας, από το πουθενά εμφανίστηκαν εκατοντάδες κοράκια που πέταξαν πάνω από το τετράγωνο της σχολής και, διαγράφοντας έναν μεγάλο κύκλο με φόντο τον ακόμα πορφυρό ορίζοντα, έκρωζαν σαν να μην υπάρχει αύριο. Οι ελάχιστοι άνθρωποι που κυκλοφορούσαν μαυροφορεμένοι και σκυφτοί, σαν σκιές κι αυτοί. Και εγώ;
Το ξαναλέω: πιστεύω πως όλοι μας το έχουμε ζήσει... Μια κατάσταση όπου, παγιδευμένος από τα οπτικά και ακουστικά σήματα που δεχόμουν, ένιωθα απλός παρατηρητής μιας κατάστασης βγαλμένης από απόκοσμες και εξωπραγματικές διαστάσεις, από την έμπειρη πένα του Έντγκαρ Άλαν Πόε. Ένας πρωταγωνιστής ξένος στο περιβάλλον του, με μια νοσταλγική όμως και οικεία αίσθηση πως όλα αυτά είναι αποκύημα της φαντασίας του. Δεν είναι εύκολο ή απλό να το περιγράψω αλλά ένιωθα μια γλυκόπικρη μέθη, σαν να χαιρόμουν και να μελαγχολούσα την ίδια στιγμή. Όλα τριγύρω σε ένα τόσο τέλεια φτιαγμένο τοπίο συνειρμών τρόμου που δεν διανοείσαι πως έχει πραγματικά συμβεί, επειδή έχει την απόλυτη αρμονία ενός ονείρου.
Διαβαίνοντας λοιπόν το γνώριμο μονοπάτι γύρω από το γνωστό, νεοκλασικό κτίριο και περνώντας την εξώπορτα της σχολής πέρασαν αρκετά λεπτά μέχρι να ξεπεράσω αυτό το σκηνικό: σαν τα πρώτα λεπτά μετά το ξύπνημα όπου όνειρο και πραγματικότητα είναι ένα μείγμα και το μυαλό βρίσκεται σε σύγχυση. Έφτασα στην μες στην πολυκοσμία Καμάρα και έγινα πια κι εγώ ένα μικρό μέρος της ματαιότητας, γυρνώντας απότομα στην καθημερινότητα. Όμως η ανάμνηση μένει, αφήνοντας ανάμεικτα αισθήματα...
Ποιος μπορεί να υπαινιχθεί πως δεν τον έχει συνεπάρει ποτέ μια τέτοια κατάσταση, πως το μυαλό του δεν αφέθηκε ποτέ ελεύθερο στα έμπειρα χέρια της φαντασίας και στα θυελλώδη μονοπάτια της; Δεν έχω τίποτε να πω σαν επιμύθιο ούτε να περάσω κάποιο μήνυμα, εκτός ίσως από αυτό: μέρες θα έρθουν και θα φύγουν, χρόνια που δεν καταφέρνουν να ξεπεράσουν την τελειότητα κάποιων στιγμών... Κι αν αυτή η εμπειρία δεν σας αγγίξει καθόλου, μην ανησυχείτε. Απλά κάντε υπομονή και η δική σας φαντασία θα βρει την κατάλληλη στιγμή να σας αγκαλιάσει, να γελάσει και να παίξει μαζί σας...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου