(Το άρθρο περιέχει spoilers, δηλαδή αποκαλύπτει την πλοκή της ταινίας The Handmaiden)
Η ταινία διαδραματίζεται στην Κορέα της δεκαετίας του 1930. Η χώρα είναι υπό ιαπωνική κατοχή και κάποιοι Ιάπωνες ευγενείς ζούνε πλουσιοπάροχα εκεί. Η πλοκή διαδραματίζεται στην έπαυλη ενός Ιάπωνα ευγενούς, που ζει με την ανιψιά του, η οποία είναι κληρονόμος της έπαυλης και της μεγάλης περιουσίας. Σε αυτήν την κοπέλα έχει δοθεί ένας αυστηρός και απάνθρωπος δρόμος: να παντρευτεί τον θείο της, ο οποίος είναι αδίστακτος, αιμοδιψής και διεστραμμένος. Της έχει εμφυτεύσει τον φόβο βαθιά μέσα της από μωρό και θέλει να την χειραγωγεί για να κρατήσει για τον ίδιο την περιουσία.
Στην θλιβερή και απέλπιδη πραγματικότητά της εμφανίζεται ένας απατεώνας. Είναι χρόνια συνεργάτης του θείου της, μεγάλος ψεύτης, δολοπλόκος και αντιγραφέας έργων τέχνης. Γρήγορα προθυμοποιείται να την απαλλάξει από το βάρος του θείου της, να την προστατέψει απ' την οργή του και να την κάνει γυναίκα του. Έτσι, θα έχουν και οι δυο την περιουσία δική τους και θα ζήσουν ζωή χαρισάμενη. Της εξηγεί βέβαια κάθε λεπτομέρεια του σχεδίου, ώστε να ξέρει κι η ίδια πως όλα γίνονται με γνώμονα το κέρδος.
Στο σχέδιό του μπαίνει ως εξιλαστήριο θύμα μια φτωχή πλην τίμια Κορεάτισσα, η οποία πρόκειται να κλειστεί σε ψυχιατρική κλινική στην θέση της προαναφερθείσας πλούσιας, ώστε εκείνη να μείνει ελεύθερη. Καθώς όμως το σχέδιο εκτυλίσσεται, η Κορεάτισσα ερωτεύεται βαθιά την κοπέλα και της ζητάει να τα παρατήσει όλα και να την ακολουθήσει.
Έχοντας παρακολουθήσει την ταινία, έχω την αίσθηση πως αυτή η Γιαπωνέζα κόρη βρίσκεται μέσα σε όλους μας. Είναι ένα παιδί που γεννιέται έχοντας άθελά του μια μεγάλη κληρονομιά, η οποία περιπλέκει την ζωή της. Αυτή η κληρονομιά μπορεί να μεταφραστεί ξεχωριστά για τον καθένα μας. Για κάποιον είναι ακριβώς αυτό: πλούτος. Έχει γεννηθεί πλούσιος, ένα βάρος που θα τον ακολουθεί σε όλη του την ζωή με τα καλά του και τα κακά του. Πιθανόν να πέσει θύμα εκμετάλλευσης, να μην ξέρει ποτέ ποιος είναι πραγματικός φίλος του και ποιος τον θέλει για τα λεφτά του. Για κάποιον άλλο η κληρονομιά σημαίνει πως είναι γόνος ενός επιχειρηματία, φαρμακοποιού, γιατρού, δικηγόρου, αθλητή ή οποιουδήποτε άλλου καριερίστα. Σε τέτοια παιδιά συνήθως υπαγορεύονται επιλογές-μονόδρομοι, οι οποίες του στερούν κάθε ελευθερία στο να διαλέξει τον δικό του δρόμο, αυτόν που το ίδιο θα ήθελε. Σε μια άλλη περίπτωση, η κληρονομιά μπορεί να είναι μια ασθένεια που ακολουθεί το παιδί για όλην την ζωή του ή μια οικογενειακή τραγωδία.
Ας ασχοληθούμε λίγο όμως με τους τρεις δρόμους. Αυτοί οι δρόμοι, οι επιλογές αν θέλετε, ακολουθούν, συνήθως με την συγκεκριμένη σειρά, τις ζωές μας. Πρώτος δρόμος, αυτός του διεστραμμένου θείου: ο δρόμος του φόβου. Δυστυχώς τα παιδιά είναι απροστάτευτα από τον δρόμο του φόβου και πολύ ευαίσθητα απέναντί του. Πρώτον, υπάρχει σε πολλές οικογένειες η απειλή της βίας ή η ίδια εφαρμογή της, λεκτικά είτε σωματικά είτε ψυχικά. Έπειτα, υπάρχει το φαινόμενο του bullying από μεγαλύτερους, συγγενείς, γνωστούς ή συμμαθητές, το οποίο συνήθως δεν γίνεται αντιληπτό από τους γονείς, θεωρείται ελάσσονος σημασίας και προτείνεται στο παιδί να μην ασχολείται (έλα μωρέ, σιγά...) και φυσικά δεν αντιμετωπίζεται καθόλου. Ο δρόμος του φόβου πολλές φορές σχετίζεται με την απειλή της υγείας, ότι θα αρρωστήσει αν δεν φάει το φαγητό του, ότι θα δυστυχήσει αν δεν ακούει τους γονείς του και αρκετές άλλες απειλές, μιας και τα φόβητρα είναι ο πιο εύκολος τρόπος να χειραγωγηθεί μια ευαίσθητη παιδική ψυχή. Φυσικά υπάρχει και ο ανείπωτος τρόμος μιας αιώνιας μεταθανάτιας τιμωρίας, ο οποίος χαρίζεται αθρόα και αφιλτράριστα σε παιδιά από τις πιο μικρές ηλικίες.
Ο δεύτερος δρόμος, ο οποίος συνήθως παρουσιάζεται στην εφηβική ή στα πρώτα χρόνια της ενήλικης ζωής, είναι ο δρόμος των υλικών αγαθών. Ο δρόμος του κέρδους, ο δρόμος της απληστίας. Αυτός είναι ένας πολλά υποσχόμενος δρόμος, πλήρως εγωιστικός: υπόσχεται την απαλλαγή από ευθύνες, δυσβάσταχτα βάρη, μια μέτρια ζωή και χρόνια οικονομικά προβλήματα. Μας προτείνει βέβαια να αφήσουμε τους συναισθηματισμούς στην άκρη, μιας και είναι άχρηστοι πρακτικά. Αυτός ο δρόμος έχει πολλές μορφές: έχει να κάνει με τον τζόγο, ο οποίος υπάρχει παντού γύρω μας και μας κάνει να φαντασιωνόμαστε αμύθητα ποσά. Σχετίζεται με το "βόλεμα", την εύκολη λύση της βρώμικης συναλλαγής, όπου εξαγοράζεται μια ψήφος, η σιωπή, η συνενοχή, η σύμπραξη και πολλά άλλα. Συνήθως τα παραπάνω συμπορεύονται με μια μεγάλη, συνεχή διαφήμιση υλικών αγαθών, λαμπρών κι αστραφτερών, τα οποία δίνονται σαν υπόσχεση ευτυχίας: ένα μεγάλο αυτοκίνητο, ένα μεγάλο σπίτι, μια καλή δουλειά, τα οποία, χωρίς να δίνονται πολλές λεπτομέρειες, παρουσιάζονται ως ένας άπιαστος παράδεισος, ώστε να είναι θελκτικά.
Ο τρίτος δρόμος είναι ο πιο μυστήριος. Είναι ο δρόμος της αγνής, ανεπιτήδευτης αγάπης. Δεν έχει να κάνει με τον φόβο, δεν έχει να κάνει με το κέρδος. Δεν υπάρχει συγκεκριμένη ηλικία που εμφανίζεται και δεν μπορεί κανείς εύκολα να καταλάβει πώς μοιάζει. Πολλές φορές είναι καλά μεταμφιεσμένος ή είναι τόσο έκδηλος, που διστάζουμε (χάρη στον φόβο που μας έχει εμφυτευτεί από παιδιά) να πιστέψουμε πως είναι αληθινός. Έπειτα, πολλοί είναι αυτοί που μας υπόσχονται αυτόν τον δρόμο, ώστε να αποσπάσουν κάτι από εμάς. Για όλους αυτούς τους λόγους είναι πολύ δύσκολο κι επίπονο να δοθεί κανείς ελεύθερα σ' αυτόν. Διότι είναι ένας δρόμος που υπόσχεται διαρκή αμφιβολία, αστάθμητους παράγοντες και συνήθως είναι ο πιο "αδύναμος" από τους τρεις, μιας και δεν κάνει επίδειξη δύναμης. Ένα λάθος πολλών γονέων είναι πως με ζήλο δείχνουν στο παιδί τους άλλους δρόμους "για το καλό του", με αποτέλεσμα αυτό το παιδί να μην εμπιστευτεί εύκολα τον τρίτο δρόμο και να χάσει την ευκαιρία να τον ζήσει. Τέλος, δεν υπόσχεται ασφάλεια, εύκολες λύσεις, βολικά ψέματα και ίσως να μην είναι τόσο θελκτικός αρχικά.
Υπάρχουν αρκετές κατηγορίες ανθρώπων που ακολούθησαν καθέναν από τους παραπάνω τρεις δρόμους για τόσον πολύ καιρό και σε τέτοια απόσταση, ώστε ενίοτε δεν υπάρχει επιστροφή. Παιδιά που καταδυναστεύτηκαν από τον φόβο και δυσκολεύονται να απαλλαγούν απ' αυτόν για όλη τους την ζωή. Είναι συνήθως διστακτικά, δυσκολεύονται να πάρουν αποφάσεις και παραιτούνται στην πρώτη δυσκολία. Ένα μεγάλο ποσοστό του ανθρώπινου πληθυσμού ανήκει σε αυτήν την κατηγορία: το άτομο φοβάται τις επιλογές του για να μην κριθεί γι' αυτές και βολεύεται με το να αφήνει άλλους να επιλέγουν για το ίδιο. Δεν νιώθει ικανό να ξεπεράσει τους φόβους του, τους εθισμούς του και προσπαθεί να βρει, κυριολεκτικά και μεταφορικά, μια γωνία για να κρυφτεί.
Έπειτα, βρίσκονται άνθρωποι που από μικροί έχουν κυριαρχηθεί από την ιδέα του κέρδους, της δύναμης και της απληστίας. Είναι άνθρωποι που σπάνια εκφράζουν τα συναισθήματά τους, τα περιφρονούν και δεν έχουν ηθικές αξίες. Το συναίσθημα είναι αδυναμία. Ο αλτρουισμός είναι αδυναμία. Είναι, θα έλεγα, άνθρωποι αποχαυνωμένοι, που έχουν ξεχάσει την θνητότητά τους. Κυρίως εξαιτίας τέτοιων ανθρώπων ο κόσμος μας δεν είναι ένα ιδανικό μέρος (ενώ θα μπορούσε να είναι εκπληκτικά εύκολο το να γίνει!). Είναι οι άνθρωποι που ξεκινάνε πολέμους, χρησιμοποιούν πλύση εγκεφάλου και εκμετάλλευση κάθε είδους και έχουν μεθύσει από την ιδέα της δύναμης.
Τέλος υπάρχουν άνθρωποι που έχουν οδεύσει για χρόνια στον σιωπηλό τρίτο δρόμο. Σπάνια θ' ακούσεις γι' αυτούς. Έχουν βρει την ευτυχία και δύσκολα την αφήνουν. Δεν έχουν την ανάγκη να μιλήσουν γι' αυτήν, δεν ψάχνουν τρόπους να κερδίσουν κι άλλα μέσω αυτής. Γίνονται αντικείμενα περιφρόνησης των υπολοίπων, κρυφού φθόνου και ζήλιας, διότι μπορούν και χαμογελούν και τελικά καταφέρνουν να ζουν με ελάχιστα έως καθόλου παράπονα. Δεν είναι άδικο αυτό; Όχι. Διότι για να μπει κάποιος σε αυτόν τον δρόμο χρειάζεται να εμπιστευτεί τις επιλογές του, να πάρει ευθύνη γι' αυτές, να αγνοήσει σε απόλυτο βαθμό τις "συμβουλές για το καλό του" και να βαδίσει προς το άγνωστο, το μη ασφαλές, το απρόβλεπτο. Επίσης, χρειάζεται να δοκιμάζει την αμφιβολία πολύ συχνά, τους πειρασμούς πολύ συχνότερα και να καταφέρνει να μην ξεστρατίζει. Διότι αυτός ο δρόμος έχει λησμονηθεί τόσο πολύ από την κοινωνία, που είναι πολύ δύσκολο να καταλάβει κανείς πότε πηγαίνει σωστά και πότε ξεστρατίζει. Ένα από τα λίγα σημάδια της σωστής πορείας είναι η πληρότητα που νιώθει χάρη στις σωστές επιλογές του.
Η ταινία διαδραματίζεται στην Κορέα της δεκαετίας του 1930. Η χώρα είναι υπό ιαπωνική κατοχή και κάποιοι Ιάπωνες ευγενείς ζούνε πλουσιοπάροχα εκεί. Η πλοκή διαδραματίζεται στην έπαυλη ενός Ιάπωνα ευγενούς, που ζει με την ανιψιά του, η οποία είναι κληρονόμος της έπαυλης και της μεγάλης περιουσίας. Σε αυτήν την κοπέλα έχει δοθεί ένας αυστηρός και απάνθρωπος δρόμος: να παντρευτεί τον θείο της, ο οποίος είναι αδίστακτος, αιμοδιψής και διεστραμμένος. Της έχει εμφυτεύσει τον φόβο βαθιά μέσα της από μωρό και θέλει να την χειραγωγεί για να κρατήσει για τον ίδιο την περιουσία.
Στην θλιβερή και απέλπιδη πραγματικότητά της εμφανίζεται ένας απατεώνας. Είναι χρόνια συνεργάτης του θείου της, μεγάλος ψεύτης, δολοπλόκος και αντιγραφέας έργων τέχνης. Γρήγορα προθυμοποιείται να την απαλλάξει από το βάρος του θείου της, να την προστατέψει απ' την οργή του και να την κάνει γυναίκα του. Έτσι, θα έχουν και οι δυο την περιουσία δική τους και θα ζήσουν ζωή χαρισάμενη. Της εξηγεί βέβαια κάθε λεπτομέρεια του σχεδίου, ώστε να ξέρει κι η ίδια πως όλα γίνονται με γνώμονα το κέρδος.
Στο σχέδιό του μπαίνει ως εξιλαστήριο θύμα μια φτωχή πλην τίμια Κορεάτισσα, η οποία πρόκειται να κλειστεί σε ψυχιατρική κλινική στην θέση της προαναφερθείσας πλούσιας, ώστε εκείνη να μείνει ελεύθερη. Καθώς όμως το σχέδιο εκτυλίσσεται, η Κορεάτισσα ερωτεύεται βαθιά την κοπέλα και της ζητάει να τα παρατήσει όλα και να την ακολουθήσει.
Έχοντας παρακολουθήσει την ταινία, έχω την αίσθηση πως αυτή η Γιαπωνέζα κόρη βρίσκεται μέσα σε όλους μας. Είναι ένα παιδί που γεννιέται έχοντας άθελά του μια μεγάλη κληρονομιά, η οποία περιπλέκει την ζωή της. Αυτή η κληρονομιά μπορεί να μεταφραστεί ξεχωριστά για τον καθένα μας. Για κάποιον είναι ακριβώς αυτό: πλούτος. Έχει γεννηθεί πλούσιος, ένα βάρος που θα τον ακολουθεί σε όλη του την ζωή με τα καλά του και τα κακά του. Πιθανόν να πέσει θύμα εκμετάλλευσης, να μην ξέρει ποτέ ποιος είναι πραγματικός φίλος του και ποιος τον θέλει για τα λεφτά του. Για κάποιον άλλο η κληρονομιά σημαίνει πως είναι γόνος ενός επιχειρηματία, φαρμακοποιού, γιατρού, δικηγόρου, αθλητή ή οποιουδήποτε άλλου καριερίστα. Σε τέτοια παιδιά συνήθως υπαγορεύονται επιλογές-μονόδρομοι, οι οποίες του στερούν κάθε ελευθερία στο να διαλέξει τον δικό του δρόμο, αυτόν που το ίδιο θα ήθελε. Σε μια άλλη περίπτωση, η κληρονομιά μπορεί να είναι μια ασθένεια που ακολουθεί το παιδί για όλην την ζωή του ή μια οικογενειακή τραγωδία.
Ας ασχοληθούμε λίγο όμως με τους τρεις δρόμους. Αυτοί οι δρόμοι, οι επιλογές αν θέλετε, ακολουθούν, συνήθως με την συγκεκριμένη σειρά, τις ζωές μας. Πρώτος δρόμος, αυτός του διεστραμμένου θείου: ο δρόμος του φόβου. Δυστυχώς τα παιδιά είναι απροστάτευτα από τον δρόμο του φόβου και πολύ ευαίσθητα απέναντί του. Πρώτον, υπάρχει σε πολλές οικογένειες η απειλή της βίας ή η ίδια εφαρμογή της, λεκτικά είτε σωματικά είτε ψυχικά. Έπειτα, υπάρχει το φαινόμενο του bullying από μεγαλύτερους, συγγενείς, γνωστούς ή συμμαθητές, το οποίο συνήθως δεν γίνεται αντιληπτό από τους γονείς, θεωρείται ελάσσονος σημασίας και προτείνεται στο παιδί να μην ασχολείται (έλα μωρέ, σιγά...) και φυσικά δεν αντιμετωπίζεται καθόλου. Ο δρόμος του φόβου πολλές φορές σχετίζεται με την απειλή της υγείας, ότι θα αρρωστήσει αν δεν φάει το φαγητό του, ότι θα δυστυχήσει αν δεν ακούει τους γονείς του και αρκετές άλλες απειλές, μιας και τα φόβητρα είναι ο πιο εύκολος τρόπος να χειραγωγηθεί μια ευαίσθητη παιδική ψυχή. Φυσικά υπάρχει και ο ανείπωτος τρόμος μιας αιώνιας μεταθανάτιας τιμωρίας, ο οποίος χαρίζεται αθρόα και αφιλτράριστα σε παιδιά από τις πιο μικρές ηλικίες.
Ο δεύτερος δρόμος, ο οποίος συνήθως παρουσιάζεται στην εφηβική ή στα πρώτα χρόνια της ενήλικης ζωής, είναι ο δρόμος των υλικών αγαθών. Ο δρόμος του κέρδους, ο δρόμος της απληστίας. Αυτός είναι ένας πολλά υποσχόμενος δρόμος, πλήρως εγωιστικός: υπόσχεται την απαλλαγή από ευθύνες, δυσβάσταχτα βάρη, μια μέτρια ζωή και χρόνια οικονομικά προβλήματα. Μας προτείνει βέβαια να αφήσουμε τους συναισθηματισμούς στην άκρη, μιας και είναι άχρηστοι πρακτικά. Αυτός ο δρόμος έχει πολλές μορφές: έχει να κάνει με τον τζόγο, ο οποίος υπάρχει παντού γύρω μας και μας κάνει να φαντασιωνόμαστε αμύθητα ποσά. Σχετίζεται με το "βόλεμα", την εύκολη λύση της βρώμικης συναλλαγής, όπου εξαγοράζεται μια ψήφος, η σιωπή, η συνενοχή, η σύμπραξη και πολλά άλλα. Συνήθως τα παραπάνω συμπορεύονται με μια μεγάλη, συνεχή διαφήμιση υλικών αγαθών, λαμπρών κι αστραφτερών, τα οποία δίνονται σαν υπόσχεση ευτυχίας: ένα μεγάλο αυτοκίνητο, ένα μεγάλο σπίτι, μια καλή δουλειά, τα οποία, χωρίς να δίνονται πολλές λεπτομέρειες, παρουσιάζονται ως ένας άπιαστος παράδεισος, ώστε να είναι θελκτικά.
Ο τρίτος δρόμος είναι ο πιο μυστήριος. Είναι ο δρόμος της αγνής, ανεπιτήδευτης αγάπης. Δεν έχει να κάνει με τον φόβο, δεν έχει να κάνει με το κέρδος. Δεν υπάρχει συγκεκριμένη ηλικία που εμφανίζεται και δεν μπορεί κανείς εύκολα να καταλάβει πώς μοιάζει. Πολλές φορές είναι καλά μεταμφιεσμένος ή είναι τόσο έκδηλος, που διστάζουμε (χάρη στον φόβο που μας έχει εμφυτευτεί από παιδιά) να πιστέψουμε πως είναι αληθινός. Έπειτα, πολλοί είναι αυτοί που μας υπόσχονται αυτόν τον δρόμο, ώστε να αποσπάσουν κάτι από εμάς. Για όλους αυτούς τους λόγους είναι πολύ δύσκολο κι επίπονο να δοθεί κανείς ελεύθερα σ' αυτόν. Διότι είναι ένας δρόμος που υπόσχεται διαρκή αμφιβολία, αστάθμητους παράγοντες και συνήθως είναι ο πιο "αδύναμος" από τους τρεις, μιας και δεν κάνει επίδειξη δύναμης. Ένα λάθος πολλών γονέων είναι πως με ζήλο δείχνουν στο παιδί τους άλλους δρόμους "για το καλό του", με αποτέλεσμα αυτό το παιδί να μην εμπιστευτεί εύκολα τον τρίτο δρόμο και να χάσει την ευκαιρία να τον ζήσει. Τέλος, δεν υπόσχεται ασφάλεια, εύκολες λύσεις, βολικά ψέματα και ίσως να μην είναι τόσο θελκτικός αρχικά.
Υπάρχουν αρκετές κατηγορίες ανθρώπων που ακολούθησαν καθέναν από τους παραπάνω τρεις δρόμους για τόσον πολύ καιρό και σε τέτοια απόσταση, ώστε ενίοτε δεν υπάρχει επιστροφή. Παιδιά που καταδυναστεύτηκαν από τον φόβο και δυσκολεύονται να απαλλαγούν απ' αυτόν για όλη τους την ζωή. Είναι συνήθως διστακτικά, δυσκολεύονται να πάρουν αποφάσεις και παραιτούνται στην πρώτη δυσκολία. Ένα μεγάλο ποσοστό του ανθρώπινου πληθυσμού ανήκει σε αυτήν την κατηγορία: το άτομο φοβάται τις επιλογές του για να μην κριθεί γι' αυτές και βολεύεται με το να αφήνει άλλους να επιλέγουν για το ίδιο. Δεν νιώθει ικανό να ξεπεράσει τους φόβους του, τους εθισμούς του και προσπαθεί να βρει, κυριολεκτικά και μεταφορικά, μια γωνία για να κρυφτεί.
Έπειτα, βρίσκονται άνθρωποι που από μικροί έχουν κυριαρχηθεί από την ιδέα του κέρδους, της δύναμης και της απληστίας. Είναι άνθρωποι που σπάνια εκφράζουν τα συναισθήματά τους, τα περιφρονούν και δεν έχουν ηθικές αξίες. Το συναίσθημα είναι αδυναμία. Ο αλτρουισμός είναι αδυναμία. Είναι, θα έλεγα, άνθρωποι αποχαυνωμένοι, που έχουν ξεχάσει την θνητότητά τους. Κυρίως εξαιτίας τέτοιων ανθρώπων ο κόσμος μας δεν είναι ένα ιδανικό μέρος (ενώ θα μπορούσε να είναι εκπληκτικά εύκολο το να γίνει!). Είναι οι άνθρωποι που ξεκινάνε πολέμους, χρησιμοποιούν πλύση εγκεφάλου και εκμετάλλευση κάθε είδους και έχουν μεθύσει από την ιδέα της δύναμης.
Τέλος υπάρχουν άνθρωποι που έχουν οδεύσει για χρόνια στον σιωπηλό τρίτο δρόμο. Σπάνια θ' ακούσεις γι' αυτούς. Έχουν βρει την ευτυχία και δύσκολα την αφήνουν. Δεν έχουν την ανάγκη να μιλήσουν γι' αυτήν, δεν ψάχνουν τρόπους να κερδίσουν κι άλλα μέσω αυτής. Γίνονται αντικείμενα περιφρόνησης των υπολοίπων, κρυφού φθόνου και ζήλιας, διότι μπορούν και χαμογελούν και τελικά καταφέρνουν να ζουν με ελάχιστα έως καθόλου παράπονα. Δεν είναι άδικο αυτό; Όχι. Διότι για να μπει κάποιος σε αυτόν τον δρόμο χρειάζεται να εμπιστευτεί τις επιλογές του, να πάρει ευθύνη γι' αυτές, να αγνοήσει σε απόλυτο βαθμό τις "συμβουλές για το καλό του" και να βαδίσει προς το άγνωστο, το μη ασφαλές, το απρόβλεπτο. Επίσης, χρειάζεται να δοκιμάζει την αμφιβολία πολύ συχνά, τους πειρασμούς πολύ συχνότερα και να καταφέρνει να μην ξεστρατίζει. Διότι αυτός ο δρόμος έχει λησμονηθεί τόσο πολύ από την κοινωνία, που είναι πολύ δύσκολο να καταλάβει κανείς πότε πηγαίνει σωστά και πότε ξεστρατίζει. Ένα από τα λίγα σημάδια της σωστής πορείας είναι η πληρότητα που νιώθει χάρη στις σωστές επιλογές του.