"Μα τι θα πει ο κόσμος;". Όποια απόφαση κι αν πάρει κανείς για τη ζωή του, υπάρχει αυτή η τροχοπέδη. Τι θα πει ο κόσμος. Ο κόσμος φυσικά δεν είναι ένα πρόσωπο, μια γειτονιά, μια οργάνωση ή οτιδήποτε ορισμένο, προκαθορισμένο, σταθερό. Είναι μια έννοια άπιαστη, αόριστη, άυλη σχεδόν, αν και πρόκειται για ανθρώπους.
Αυτό συμβαίνει διότι, αν ο κόσμος ήταν κάποιος συγκεκριμένος άνθρωπος ή ομάδα ανθρώπων, θα επιδεχόταν κριτικής. Θα λέγαμε "Ναι, η Κίτσα θα με κατακρίνει αλλά και αυτή...". Θα υπήρχε ένα είδος αντεπίθεσης, κριτικής κτλ. Ο "κόσμος", όπως αναφέρεται , είναι μια νοητή απειλή προς όλους, σαν μια μοχθηρή νοημοσύνη υπεράνω όλων, η οποία δικαιούται και πρόκειται να μας κρίνει και να μας καταδικάσει για οποιαδήποτε πράξη μας που ξεφεύγει απ' τη νόρμα.
Η παραπάνω έκφραση, καθώς και ο παράλογος φόβος που σέρνει μαζί της, είναι στοιχείο κυρίως κλειστών, οπισθοδρομικών κοινωνιών. Συντηρητικών και κλειστόμυαλων. Κοινωνιών που δεν έχουν πρόβλημα να γίνονται εγκλήματα κάτω απ' τη μύτη της (αντίθετα, υπάρχουν πολλά βρώμικα μυστικά, τα οποία κανείς δε λέει), όμως υπάρχει πρόβλημα αν κάτι γίνει θέμα κουτσομπολιού. Σε τέτοιες κοινωνίες τα προηγούμενα χρόνια ο βιαστής δεν είχε ηθικό θέμα, όμως το θύμα του στιγματιζόταν εφ' όρου ζωής. Επίσης, σε τέτοιες κοινωνίες υπήρχαν ελάχιστα λαμπρά παραδείγματα αξιόλογων ανθρώπων, οι οποίοι έπεφταν θύματα καταπίεσης και χλεύης όσο ζούσαν εκεί, όμως, όταν ξέφυγαν και διέπρεπαν, όλοι τους καμάρωναν. Σε τέτοιες κοινωνίες νοιάζονται για το τι θα πει ο ένας κι ο άλλος.
Εδώ υπεισέρχεται και η έννοια της "κοινής γνώμης". Η εν λόγω έννοια δεν έχει ουσιαστική υπόσταση, είναι απλά μια σφυγμομέτρηση του "κοινού αισθήματος", δηλαδή πάνω-κάτω του τι ανέχεται και τι όχι η ηθική μιας κοινωνίας. Το ζήτημα με την κοινή γνώμη είναι ότι είναι κοινή. Κοινότατη. Δεν έχει τίποτα σπουδαίο ή ιδιαίτερο πάνω της. Είναι εχθρός του διαφορετικού, του καινούριου, του καλύτερου. Ανέφερα στην αρχή του άρθρου τη λέξη "τροχοπέδη", διότι κάθε προσπάθεια για αλλαγή προς το καλύτερο σκοντάφτει στο "τι θα πει ο κόσμος". Κάθε προσπάθεια για απελευθέρωση, βελτίωση μιας κατάστασης, κάθε απόφαση, έστω και προσωπική, κολλάει εκεί. Όταν κάποιος αφήνει την κοινή γνώμη και τα κόμπλεξ της κοινωνίας να τον επηρεάσουν, εκείνα θα το κάνουν με μεγάλη ευχαρίστηση.
Στα τέλη της δεκαετίας του '70 υπήρχε μια τάση στους τότε Έλληνες νέους: να βγαίνουν ημίγυμνοι στους δρόμους. Αυτό μπορεί κανείς να το διαπιστώσει στον ελληνικό κινηματογράφο του τότε, αν δεν το έχει ζήσει. Ήταν ένα είδος επανάστασης απέναντι στη συντηρητική προηγούμενη γενιά, η οποία είχε ενστερνιστεί βαθύτατα τον πουριτανισμό, είχε κόλλημα με την εμφάνιση και νοιαζόταν για τη γνώμη του κόσμου. Η κίνηση αυτή των νεαρών βροντοφώναζε "δε με νοιάζει τι θα πει ο κόσμος". Βέβαια αυτό δεν εξαφάνισε τη συντηρητική νοοτροπία, η οποία ακόμα ζει και βασιλεύει στην ελληνική επαρχία.
Γιατί τελικά να μη δίνουμε σημασία στο τι λέει ο κόσμος; Επειδή είναι στοιχείο των ανθρώπων χωρίς προσωπικότητα να παθιάζονται με τις ζωές των άλλων. Προσπαθούν με αυτές να καλύψουν τα κενά στη δική τους προσωπικότητα. Ένα ρητό, ανεξακρίβωτης προέλευσης, λέει: "Οι μεγάλοι άνθρωποι συζητούν για ιδέες, οι μέτριοι άνθρωποι συζητούν για γεγονότα, ενώ οι μικροί άνθρωποι συζητούν για τους άλλους". Άρα το να ασχολούμαστε με τους μικρούς ανθρώπους κάνει εμάς ακόμα μικρότερους. Παραθέτω ένα ακόμα ρητό, το οποίο εμφανίστηκε το τελευταίο διάστημα στο facebook: "Μεγαλώσαμε με το τι θα πει ο κόσμος και τελικά δεν είπε τίποτα".
Αυτό συμβαίνει διότι, αν ο κόσμος ήταν κάποιος συγκεκριμένος άνθρωπος ή ομάδα ανθρώπων, θα επιδεχόταν κριτικής. Θα λέγαμε "Ναι, η Κίτσα θα με κατακρίνει αλλά και αυτή...". Θα υπήρχε ένα είδος αντεπίθεσης, κριτικής κτλ. Ο "κόσμος", όπως αναφέρεται , είναι μια νοητή απειλή προς όλους, σαν μια μοχθηρή νοημοσύνη υπεράνω όλων, η οποία δικαιούται και πρόκειται να μας κρίνει και να μας καταδικάσει για οποιαδήποτε πράξη μας που ξεφεύγει απ' τη νόρμα.
Η παραπάνω έκφραση, καθώς και ο παράλογος φόβος που σέρνει μαζί της, είναι στοιχείο κυρίως κλειστών, οπισθοδρομικών κοινωνιών. Συντηρητικών και κλειστόμυαλων. Κοινωνιών που δεν έχουν πρόβλημα να γίνονται εγκλήματα κάτω απ' τη μύτη της (αντίθετα, υπάρχουν πολλά βρώμικα μυστικά, τα οποία κανείς δε λέει), όμως υπάρχει πρόβλημα αν κάτι γίνει θέμα κουτσομπολιού. Σε τέτοιες κοινωνίες τα προηγούμενα χρόνια ο βιαστής δεν είχε ηθικό θέμα, όμως το θύμα του στιγματιζόταν εφ' όρου ζωής. Επίσης, σε τέτοιες κοινωνίες υπήρχαν ελάχιστα λαμπρά παραδείγματα αξιόλογων ανθρώπων, οι οποίοι έπεφταν θύματα καταπίεσης και χλεύης όσο ζούσαν εκεί, όμως, όταν ξέφυγαν και διέπρεπαν, όλοι τους καμάρωναν. Σε τέτοιες κοινωνίες νοιάζονται για το τι θα πει ο ένας κι ο άλλος.
Εδώ υπεισέρχεται και η έννοια της "κοινής γνώμης". Η εν λόγω έννοια δεν έχει ουσιαστική υπόσταση, είναι απλά μια σφυγμομέτρηση του "κοινού αισθήματος", δηλαδή πάνω-κάτω του τι ανέχεται και τι όχι η ηθική μιας κοινωνίας. Το ζήτημα με την κοινή γνώμη είναι ότι είναι κοινή. Κοινότατη. Δεν έχει τίποτα σπουδαίο ή ιδιαίτερο πάνω της. Είναι εχθρός του διαφορετικού, του καινούριου, του καλύτερου. Ανέφερα στην αρχή του άρθρου τη λέξη "τροχοπέδη", διότι κάθε προσπάθεια για αλλαγή προς το καλύτερο σκοντάφτει στο "τι θα πει ο κόσμος". Κάθε προσπάθεια για απελευθέρωση, βελτίωση μιας κατάστασης, κάθε απόφαση, έστω και προσωπική, κολλάει εκεί. Όταν κάποιος αφήνει την κοινή γνώμη και τα κόμπλεξ της κοινωνίας να τον επηρεάσουν, εκείνα θα το κάνουν με μεγάλη ευχαρίστηση.
Στα τέλη της δεκαετίας του '70 υπήρχε μια τάση στους τότε Έλληνες νέους: να βγαίνουν ημίγυμνοι στους δρόμους. Αυτό μπορεί κανείς να το διαπιστώσει στον ελληνικό κινηματογράφο του τότε, αν δεν το έχει ζήσει. Ήταν ένα είδος επανάστασης απέναντι στη συντηρητική προηγούμενη γενιά, η οποία είχε ενστερνιστεί βαθύτατα τον πουριτανισμό, είχε κόλλημα με την εμφάνιση και νοιαζόταν για τη γνώμη του κόσμου. Η κίνηση αυτή των νεαρών βροντοφώναζε "δε με νοιάζει τι θα πει ο κόσμος". Βέβαια αυτό δεν εξαφάνισε τη συντηρητική νοοτροπία, η οποία ακόμα ζει και βασιλεύει στην ελληνική επαρχία.
Γιατί τελικά να μη δίνουμε σημασία στο τι λέει ο κόσμος; Επειδή είναι στοιχείο των ανθρώπων χωρίς προσωπικότητα να παθιάζονται με τις ζωές των άλλων. Προσπαθούν με αυτές να καλύψουν τα κενά στη δική τους προσωπικότητα. Ένα ρητό, ανεξακρίβωτης προέλευσης, λέει: "Οι μεγάλοι άνθρωποι συζητούν για ιδέες, οι μέτριοι άνθρωποι συζητούν για γεγονότα, ενώ οι μικροί άνθρωποι συζητούν για τους άλλους". Άρα το να ασχολούμαστε με τους μικρούς ανθρώπους κάνει εμάς ακόμα μικρότερους. Παραθέτω ένα ακόμα ρητό, το οποίο εμφανίστηκε το τελευταίο διάστημα στο facebook: "Μεγαλώσαμε με το τι θα πει ο κόσμος και τελικά δεν είπε τίποτα".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου