Δευτέρα 24 Αυγούστου 2015

Το Μεταναστευτικό Δράμα

   Η μετανάστευση. Ένα οικουμενικό ζήτημα, εξαιρετικά σημαντικό τόσο για την παγκόσμια γεωπολιτική διαμόρφωση όσο και για τη διαμόρφωση της ηθικής, της κοινωνίας και φυσικά της αξίας της ανθρώπινης ζωής. Η μετανάστευση, είτε γίνεται για πολιτικό άσυλο είτε για οικονομικούς λόγους, σημαίνει αυτόματα και την ανάγκη του μετανάστη για προοπτικές, προϋποθέσεις για τη μελλοντική ζωή του και ανθρώπινες συνθήκες διαβίωσης.
   Παρεμπιπτόντως, η ανθρώπινη ζωή δεν είναι κάτι δεδομένο ούτε κάτι που οι άνθρωποι παντού αντιλαμβάνονται με γνώμονα την ισότητα. Παρότι ο νόμος καθορίζει πως μια ανθρώπινη ζωή είναι ίση με τις άλλες, οπότε ενέργειες όπως η ευθανασία κάποιου υπερήλικα με νοητικές και σωματικές δυσλειτουργίες, ενός ασθενούς σε κώμα ή ενός θανατοποινίτη ακόμα και μια μέρα πριν την εκτέλεση ισούνται με φόνο, η ηθική κάθε κοινωνίας και εποχής έχει άλλη άποψη. Παραδείγματος χάρη, στην προχριστιανική ρωμαϊκή κοινωνία, οι χριστιανοί ήταν κατώτεροι: η ζωή τους δινόταν για την διασκέδαση του πλήθους. Στην Αμερική παλαιότερων εποχών η ζωή των μαύρων ήταν κατώτερη: υπήρχαν για να υπηρετούν. Σε όχι και πολύ παλαιότερες εποχές οι ζωές των γυναικών θεωρούνταν κατώτερες: υπήρχαν για να υπηρετούν και να τεκνοποιούν. Ακόμα και στη σημερινή εποχή οι ζωές των ζώων θεωρούνται κατώτερες από αυτές των ανθρώπων. Φυσικά η υποτίμηση της ζωής κάποιου ατόμου έχει κι άλλα αποτελέσματα: υποτιμούμε την νοημοσύνη του, την ανάγκη του για επιβίωση, τα συναισθήματά του, τον πόνο του και πολλά ακόμα. Αυτό στην καλύτερη περίπτωση, διότι στη χειρότερη απλά αδιαφορούμε. Κάτι παρόμοιο πιστεύεται και για τις ζωές των (λαθρο)μεταναστών από μια μεγάλη μερίδα ανθρώπων.
   Σημαντικό είναι να καταλάβουμε πως η συμπόνοια και η προσπάθεια στήριξής τους είναι μια συνειδητή επιλογή, όχι μια ενστικτώδης διεργασία. Οπότε καλό θα ήταν να κάνουμε λίγα βήματα πίσω, να κοιτάξουμε εξαρχής το ζήτημα της μετανάστευσης αφήνοντας πίσω ό,τι μας έχει ταΐσει η κοινωνία μας σαν δεδομένο και το κατάπιαμε αμάσητο. Θα τοποθετηθώ σε αρκετά δεδομένα που η κοινωνία μας έχει εμφυτεύσει από παιδιά κι έχουν ριζώσει μέσα μας, κάνοντάς μας δεκτικούς σε θέματα βίας και ρατσισμού χωρίς τύψεις.
   Πρώτον, η ιδέα πως η μετανάστευση είναι μια επιλογή και οι συνέπειες δικαίως βαραίνουν τον μετανάστη. Μια ιδέα αρκετά διαδεδομένη, η οποία προέρχεται από την αδιαφορία μας, μιας και ΠΟΤΕ δεν μπαίνουμε στη θέση του μετανάστη. Ας το δούμε λογικά: ποιος άνθρωπος θα παραιτούνταν από την ήρεμη και ειρηνική ζωή του για να ταξιδέψει σε μια άλλη χώρα ή ήπειρο στοιβαγμένος σε ένα φουσκωτό σκάφος, θέτοντας την οικογένειά του σε κίνδυνο; Ποιος θα πήγαινε σε ένα άγνωστο μέρος για να μείνει, ενώ στη χώρα του είναι μια χαρά; Κανείς. Ο λόγος που οι άνθρωποι κάνουν αυτή την απελπισμένη κίνηση είναι επειδή προφανώς δεν υπάρχει ειρήνη, ελπίδα και γενικότερα πιθανότητες επιβίωσης στη χώρα τους. Σε περίπτωση πολέμου πολλοί άνθρωποι, έχοντας χάσει σπίτια, περιουσίες, συγγενείς και κινδυνεύοντας να χάσουν τη ζωή τους, αναγκάζονται να μεταναστεύσουν αλλού. Δεν υπάρχει άλλη επιλογή. Σε περίπτωση απόλυτης φτώχειας επίσης αναγκάζονται να γίνουν οικονομικοί μετανάστες, μιας και θέλουν να παρέχουν στα παιδιά τους την ευκαιρία για μια αξιοπρεπή ζωή. Διότι εάν το κράτος τους είναι αδιάφορο απέναντι στη ζωή τους, τότε δεν υπάρχει ειρήνη. Υπάρχει ένας διαρκής πόλεμος για επιβίωση και η έξοδος από αυτόν βαραίνει τους δικούς τους ώμους. Οπότε αυτοί οι άνθρωποι δεν ψάχνουν κάτι άλλο παρά επιβίωση, μέλλον και ανθρώπινες, αξιοπρεπείς συνθήκες ζωής. Αγαθά δηλαδή τα οποία παραλάβαμε με τη γέννησή μας και εκλάβαμε σαν δεδομένα. Πού είναι το παράλογο; Γιατί να τιμωρηθούν;
   Αυτό με οδηγεί στο δεύτερο δεδομένο που μας πλασάρει η κοινωνία: "οι μετανάστες έρχονται για να μας βλάψουν". Έχοντας εξηγήσει παραπάνω ποιοι είναι οι λόγοι που κάποιος μεταναστεύει, αρνούμαι να δεχτώ πως κάποιος διασχίζει τον μισό πλανήτη, πολλές φορές με τα ανήλικα παιδιά του, για να βλάψει τη χώρα μας. Αυτή η θεωρία συνωμοσίας θα είχε νόημα μόνο αν οι άνθρωποι αυτοί είχαν άμεσο κέρδος από το κράτος τους για αυτή τους τη θυσία. Και όποιος παρατηρήσει ένα μεταναστευτικό κύμα καταλαβαίνει εύκολα πως τέτοιο κέρδος δεν υπάρχει. Εξάλλου η θυσία που γίνεται, η απομάκρυνση από την πατρίδα, δεν έχει ισότιμο αντάλλαγμα. Ποιος θα μετανάστευε, αφήνοντας τα πάντα πίσω του, για να βοηθήσει στην υλοποίηση μακροπρόθεσμων ιμπεριαλιστικών σχεδίων που θα ολοκληρώνονταν χρόνια μετά το θάνατό του; Είναι γελοίο. Ακόμα κι αν υποθέσουμε πως υπάρχουν λίγοι που σκέφτονται έτσι, σίγουρα δεν δικαιολογούνται τα εκατομμύρια των μεταναστών.
   Τρίτο επιχείρημα της σημερινής κοινωνίας μας, άκρως αβάσιμο: "οι ξένοι προωθούν μετανάστες στη χώρα μας για να βλάψουν την οικονομία μας". Μα πώς βλάπτεται η οικονομία μας έτσι; Ζούμε σε ένα παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα όπου η βασική αρχή είναι το εύκολο κέρδος με όσο το δυνατόν λιγότερα έξοδα. Η "καλύτερη" λύση για το εύκολο κέρδος είναι τα φτηνά εργατικά χέρια. Αυτά είναι τα χέρια των μεταναστών, που μέσα στην απελπισία τους δε ζητάνε ένσημα, αύξηση μισθού, παροχή κατοικίας, αδειών, ρεπό ή 8ωρη εργασία. Αν το καλοσκεφτείτε, αυτοί οι άνθρωποι δέχονται τη μεγαλύτερη εκμετάλλευση από οποιονδήποτε. Όσο άσχημο κι αν είναι, ο καπιταλισμός απαιτεί τέτοια μέτρα για να επιβιώσει. Ζητά διακαώς την πάταξη των δικαιωμάτων των εργατών με γνώμονα το κέρδος! Κι όσο ζούμε σε έναν καπιταλιστικό κόσμο, υπάρχουν κέρδος και συμφέροντα πίσω από τη μετανάστευση. Δεν θα υπήρχαν οι φτηνές φράουλες αν δεν δούλευαν υπό άθλιες συνθήκες οι μετανάστες στην Πελοπόννησο! Ξεχνάει κανείς την απάνθρωπη εκμετάλλευση στη Νέα Μανωλάδα; Πόσοι "πατριώτες" Έλληνες βασίζονται σε μετανάστες για να βγάλουν εύκολο χρήμα, ενώ δημόσια διακηρύττουν πως είναι κατά της μετανάστευσης; Πάρτε το χαμπάρι. Η οικονομία προτιμά εργάτες φτηνούς κι άβουλους, όχι απαιτητικούς και με δικαιώματα. Ο μέσος Έλληνας επιχειρηματίας πιθανότατα θα προτιμήσει έναν (λαθρο)μετανάστη στη δουλειά του παρά έναν Έλληνα. Κρίμα σε όσους πιστεύουν στα πατριωτικά τους αισθήματα.
     Αφήνοντας το οικονομικό ζήτημα πίσω, ας ταξιδέψουμε στην πλύση εγκεφάλου που δεχόμαστε καθημερινά από τη ρατσιστική προπαγάνδα. "Οι μετανάστες είναι κατώτεροι από τους Έλληνες και δικαίως υποφέρουν". Ερώτηση: σε τι είναι κατώτεροι; Έπειτα, ακόμα κι αν ήταν κατώτεροι, γιατί να υποφέρουν; Με την ίδια λογική, άνθρωποι με ειδικές ανάγκες, ηλικιωμένοι, άποροι, άτομα δηλαδή που ο καθένας μας έχει στην οικογένειά του και θεωρούνται (ηλιθίως) κατώτερα από πολλούς, θα έπρεπε να υποφέρουν κι αυτά! Δε βλέπω όμως να ενστερνίζεται κανείς αυτή την ιδέα! Ας γίνει στο μυαλό μας μια σύγκριση ενός άπορου Έλληνα, ενός συνταξιούχου, που πλέον δεν έχει τη δύναμη να δουλέψει και βασίζεται σε άλλους για τα προς το ζην, με έναν μετανάστη, που ανήκει σε μια αδύναμη κοινωνικά ομάδα. Αν κατανοήσουμε βαθιά πόσο λάθος είναι να αδιαφορούμε για τη δυστυχία ενός άπορου ή αδύναμου, ίσως γίνουν κάποια βήματα υπέρ των μεταναστών.
   Ας περάσουμε σε μια άλλη εσφαλμένη αντίληψη: "εμείς γιατί να ταΐζουμε τους μετανάστες; Εδώ οι Έλληνες δεν έχουν να φάνε!". Όντως υπάρχουν και Έλληνες που είναι άποροι. Πάντα υπήρχαν. Δεν προτείνω να τους αγνοήσουμε για χάρη των μεταναστών. Υποστηρίζω όμως την ισότητα: ένας άπορος άνθρωπος δεν έχει διαφορά από άλλον, από όπου κι αν προέρχεται. Έχει τις ίδιες ανάγκες. Εξάλλου όσοι έχουν την ανωτέρω αντίληψη, πολύ βολικά ξεχνάνε ότι οι Έλληνες είναι ένας λαός με μια ιστορία γεμάτη μετανάστευση! Έλληνες υπάρχουν σε κάθε γωνιά της γης. Είναι ηθικά σωστό εκείνοι οι άνθρωποι να αφεθούν στην τύχη τους από τα κράτη που τους φιλοξενούν; Ή πρέπει να έχουν ειδική μεταχείριση επειδή είναι Έλληνες; Εδώ δεν υπάρχει ηθικό δίλημμα: εφόσον απαιτείς από άλλες χώρες να παρέχουν ευκαιρίες στους συγγενείς σου που μεταναστεύουν εκεί, φρόντισε να παρέχονται οι ίδιες ευκαιρίες σε όσους έρχονται στη δική σου χώρα για να χτίσουν τη ζωή τους. Η βολική εχθρική στάση που δείχνει ο καθένας στον ξένο που έρχεται σπίτι του είναι ίδια παντού. Μην πιστεύεις πως οι Έλληνες της Γερμανίας, της Αμερικής ή της Αυστραλίας έγιναν δεκτοί με ενθουσιασμό. Ρώτα τον θείο/θεία σου όταν έρθει το καλοκαίρι στην Ελλάδα τι ρατσισμό δέχεται εκεί. Κι όταν θυμώσεις με την απαράδεκτη μεταχείριση που δέχεται εκείνος, δέξου μια σφαλιάρα κι εσύ διότι κάνεις ακριβώς το ίδιο. Υιοθετείς δηλαδή μια ρητορική μίσους από την αναπαυτική πολυθρόνα σου απέναντι σε ανθρώπους που δεν έχουν πού να μείνουν, τι να φάνε και πού να κοιμηθούν. Όχι και τόσο γενναίο, Ελληναρά που καυχιέσαι για τους αρχαίους σου προγόνους.
   Τώρα, μιας και έθιξα το θέμα των προγόνων, καλό είναι να συνειδητοποιήσει κανείς πως το λεγόμενο "ελληνικό DNA" ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ. Η Ελλάδα βρίσκεται στο σταυροδρόμι τριών ηπείρων κι αυτό την έκανε εμπορικό μονοπάτι από αρχαιοτάτων χρόνων. Γι' αυτό οι λεγόμενοι πρόγονοί μας είναι μια ετερόκλητη ομάδα ανθρώπων, που φυσικά έχει διαφορετική καταγωγή, χαρακτηριστικά κι αρκετά διαφορετικό DNA, το οποίο διαφοροποιείται όσο πάει από γενιά σε γενιά. Ας υποθέσουμε λοιπόν πως οι πρώτοι Έλληνες που γνωρίζουμε είναι αυτοί που πρωτοαποίκησαν τον ελλαδικό χώρο, υποτάσσοντας τους Πελασγούς. Αν θεωρείς αυτούς τους "καθαρούς" προγόνους σου, κάνεις λάθος. Έγιναν αρκετές προσμίξεις από τότε. Ήρθαν οι Ίωνες, οι Αιολείς, οι Δωριείς, οι Αχαιοί κι άλλοι. Ποιο DNA ανάμεσά τους είναι το "ελληνικό DNA"; Αργότερα, λόγω της εμπορικής της αξίας, η Ελλάδα δέχτηκε επιρροές από τους Αιγύπτιους, τους Εβραίους, τους Φοίνικες, τους Καρχηδόνιους κι άλλες φυλές της Μεσογείου. Να είσαι σίγουρος πως υπήρξαν προσμίξεις "ξενικού DNA" που αλλοίωσαν το πολύτιμο "καθαρόαιμο ελληνικό". Αργότερα οι Πέρσες εισέβαλαν στην Ελλάδα, με ιμπεριαλιστικές τάσεις που άφησαν το στίγμα τους. Το ίδιο αργότερα και οι Ρωμαίοι. Και αν θεωρούμε το Βυζάντιο σαν "την τότε Ελλάδα", ας μην ξεχνάμε πως οι Βυζαντινοί ήθελαν να ονομάζονται Ρωμαίοι, απ' όπου, σύμφωνα με αρκετές εκδοχές, προήλθαν οι ονομασίες "Ρωμιοί" και "Ρωμιοσύνη". Έπειτα, στην μακρόχρονη κυριαρχία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας έγιναν πολλές επιδρομές. Λαοί όπως οι Άβαροι, οι Ούννοι, οι Βάνδαλοι, οι Βέρβεροι, οι Σλάβοι, οι Ενετοί, οι Σελτζούκοι και οι Οθωμανοί Τούρκοι άφησαν το στίγμα και το DNA τους, λίγο ή πολύ, στον ελλαδικό χώρο. Τέλος, αν αναφέρουμε και τις μετακινήσεις λαών στην σύγχρονη Ελλάδα, υπήρξαν μεγάλες ομάδες Κινέζων (που, βάσει αρχαίων επιγραφών, γνωρίζουμε πως μας επισκέπτονταν από την αρχαιότητα), Ευρωπαίων, Ρομά, Αιγύπτιων, Βούλγαρων, Αλβανών, Σκοπιανών και Τούρκων που μετανάστευσαν στην Ελλάδα κι έκαναν απογόνους. Τέλος, το μόνο σίγουρο είναι ότι το "ξενικό DNA" δεν ξεχωρίζει από το ελληνικό μετά από το πέρασμα 3-4 γενεών και η ξενική καταγωγή ξεχνιέται με το πέρασμα των αιώνων. Όλη αυτή η μετακίνηση λαών δεν είναι καθόλου περίεργη. Αντίθετα, είναι απολύτως φυσιολογικό και επόμενο να γίνονται μετακινήσεις λαών και προσμίξεις ξένων χαρακτηριστικών, συνηθειών και νοοτροπιών σε μία χώρα. Οπότε ας σταματήσει αυτή η καραμέλα πως "σήμερα η Ελλάδα πλήττεται από μετανάστες, ενώ παλιότερα η Ελλάδα ήταν καθαρή". Ας σταματήσει η διάκριση ανάμεσα σε Έλληνες και μη Έλληνες, διότι ακόμα και μέσα στην Ελλάδα οι άνθρωποι διαφέρουν αρκετά. Δεν είμαστε ένα ενιαίο σύνολο απέναντι στο σύνολο των "ξένων".
   Ελπίζω να έχει γίνει ξεκάθαρο πως ούτε διαφέρουμε ως λαός με τους υπόλοιπους ούτε μείναμε απρόσβλητοι από αλλαγές και προσμίξεις με την πάροδο των αιώνων. Είναι αδύνατον να γίνει αυτό. Το ίδιο συμβαίνει και σε επίπεδο γλώσσας. Μπορεί να είμαστε περήφανοι επειδή αναγνωρίζουμε το αρχαίο ελληνικό αλφάβητο αλλά κι εδώ υπάρχουν πολλά που δεν ξέρουμε: πρώτον, η προφορά της νεοελληνικής γλώσσας διαφέρει παρασάγγας από της αρχαίας. Πολλές λέξεις έχουν αλλάξει σημασία.  Έχουν γίνει δάνεια κι αντιδάνεια από και προς ξένες γλώσσες. Έπειτα, δύσκολα μπορεί κάποιος να ισχυριστεί πως ξέρει σε ικανοποιητικό βαθμό τα αρχαία ελληνικά. Οι περισσότεροι έχουμε ακροθιγώς αγγίξει μόνο την αττική διάλεκτο και μόνο του 5ου-4ου αιώνα π.Χ. Τίποτε περισσότερο. Για τα υπόλοιπα έχουμε δυστυχώς μαύρα μεσάνυχτα, ως επί το πλείστον. Το ίδιο και για πολλές συνήθειες και νοοτροπίες των αρχαίων Ελλήνων. Οπότε ας στραφούμε στο παρόν μας αφήνοντας το αβέβαιο παρελθόν ως έχει, δείχνοντας του βέβαια αγάπη και προσοχή, όση χρειάζεται.
   Εφόσον έγινε αντιληπτή η χαοτική απόσταση που έχουμε με τους αρχαίους Έλληνες και η ανάγκη μας να στραφούμε στα προβλήματα του παρόντος αντί να βαυκαλιζόμαστε για το παρελθόν μας, ας σκεφτούμε κάτι άλλο. Η Ελλάδα, μια χώρα με βαθιά σχέση με τη μετανάστευση, δέχτηκε ένα τεράστιο κύμα μεταναστών τον 19ο και 20ό αιώνα, κυρίως το 1922. Η αντιμετώπιση των προσφύγων, οι οποίοι είχαν ήδη εκδιωχθεί δια της βίας από τα μέρη που ζούσαν, ήταν ιδιαίτερα άσχημη. Κάθε ντόπια, ξενοφοβική κοινωνία λειτουργεί έτσι, οπότε δε δικαιούμαστε τα εύσημα για την άθλια συμπεριφορά μας. Εξάλλου και η ποντιακή φυλή, μεταξύ άλλων, δεν έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από τους ντόπιους Έλληνες. Υπάρχουν γραπτές μαρτυρίες σχετικές με την περιφρόνηση και την κακή μεταχείριση από πολλούς ντόπιους τότε. Η ομοιότητα της τότε κατάστασης με τη σημερινή είναι εκπληκτική.
   Επίσης, η ποντιακή φυλή είναι το θύμα μιας γενοκτονίας τεραστίων διαστάσεων. Όντας, θέλω να πιστεύω, ευαισθητοποιημένοι σε ζητήματα σφαγών και διωγμών ολόκληρων λαών, δε θα γυρίσουμε την πλάτη μας σε άλλους λαούς που είναι εξίσου θύματα βίας, πολέμων και συμφερόντων. Αν τους αγνοήσουμε γινόμαστε το ίδιο σκληροί με αυτούς που κακομεταχειρίστηκαν τους κατατρεγμένους Πόντιους, οι οποίοι είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας. Έχω την πεποίθηση πως η βία δεν πρέπει να γίνεται αποδεκτή, απ' όπου κι αν προέρχεται. Δε γίνεται να είμαστε επιλεκτικά ευαίσθητοι. Ή συμπονούμε τους άπορους και κατατρεγμένους αυτού του κόσμου είτε όχι. Ένα μεγάλο δυστυχώς μέρος της ελληνικής κοινωνίας ξεχνάει τον πόνο των Ελλήνων μεταναστών και των διωγμών που υπέστησαν κάνοντας το ίδιο σε άλλους λαούς. Πέφτει στο χειρότερο επίπεδο απάνθρωπης συμπεριφοράς: τον ρατσισμό. Τις διακρίσεις με βάση την φυλή, την αναισθησία απέναντι στον πόνο, το μίσος και τον διωγμό. Δηλαδή την απαράδεκτη συμπεριφορά που τυράννησε και τους ίδιους τους Έλληνες, όπως και πολλούς άλλους λαούς, από τον Χίτλερ. Ας μη γίνουμε όμοιοι με τους τυράννους και βασανιστές μας.
   Φυσικά υπάρχει και η πεποίθηση πως οι Έλληνες ήταν πάντοτε νόμιμοι μετανάστες ενώ οι ξένοι λαθρομετανάστες, κάτι που απέχει από την αλήθεια. Πρώτον, υπήρχαν και υπάρχουν Έλληνες λαθρομετανάστες, Έλληνες που δε σέβονται τους νόμους των χωρών που τους φιλοξενούν και Έλληνες που χρησιμοποίησαν την ανοχή κάποιων νομικών πλαισίων για να εδραιωθούν. Άνθρωποι που μετανάστευσαν χωρίς χαρτιά και νομιμοποιήθηκαν μετά από χρόνια μαύρης εργασίας. Εφόσον δεχόμαστε αυτά, ας δεχτούμε πως η αντίστοιχη συμπεριφορά, κι όχι διαφορετική, γίνεται από ξένους που έρχονται εδώ. Έπειτα, μη φανταστείτε πως ο ξένος έρχεται εδώ θέλοντας να είναι λαθρομετανάστης. Δυστυχώς το δουλεμπόριο καλά κρατεί. Οι άνθρωποι στις υποανάπτυκτες χώρες δέχονται παραπληροφόρηση, τους υπόσχονται ένα λαμπρό μέλλον στην Ελλάδα και τα επίσημα χαρτιά και στοιχεία τους εξαφανίζονται από τους δουλεμπόρους τους. Αν νομίζουμε πως ο ξένος μετανάστης επιθυμεί να εισέρχεται λαθραία, είμαστε γελασμένοι. Εκείνος είναι το θύμα, όχι ο θύτης. Απλά δεν έχει τη δύναμη να ζητήσει τα χαρτιά του και, όταν το κάνει, έρχεται αντιμέτωπος με την αδιαφορία, τη γραφειοκρατία και τον ρατσισμό. Παγιδεύεται στο κράτος μας χωρίς χαρτιά, χωρίς δυνατότητα απόδρασης ούτε πίσω στη χώρα του ούτε σε άλλες. Οι περισσότεροι ούτε καν ήθελαν να παραμείνουν στην Ελλάδα: κατέληξαν εδώ. Και γίνονται πολλές πορείες και συλλαλητήρια για να πάρουν πίσω τα επίσημα έγγραφά τους ή για να δεχτούν βοήθεια για να μεταναστεύσουν σε άλλα κράτη, όμως οι δουλέμποροί τους έχουν φροντίσει να εξαφανιστούν αφού τους καταληστέψουν βασισμένοι στην ανάγκη τους και τους παρατήσουν στην Ελλάδα και το ελληνικό δημόσιο έχει πολύ δύσκολο έργο στη διερεύνηση των στοιχείων των ανθρώπων αυτών.
   Ας σκεφτούμε τώρα την κατάστασή τους: αιχμάλωτοι σε μια ξένη χώρα, συνήθως με μια οικογένεια που έχει ανάγκες, χωρίς να ξέρουν τη γλώσσα, με κλειστές τις πόρτες από παντού και με ένα μεγάλο κύμα μίσους να τους πνίγει. Είναι σίγουρα τα θύματα, όχι οι θύτες. Κι εμείς τους κάνουμε τη ζωή δυσκολότερη, αγνοώντας ό,τι προβλήματα έχουν. Δηλαδή, ενώ βρισκόμαστε μπροστά στο τεράστιο μίασμα του δουλεμπορίου, προσπαθούμε να αντιμετωπίσουμε το σύμπτωμα κι όχι το αίτιο. Τα βάζουμε με τους δούλους κι όχι με τους δουλεμπόρους. Λες και οι δούλοι επιλέγουν αυτή την ζωή. Λες και κυνηγώντας τους δούλους θα λυθεί οριστικά το μεταναστευτικό ζήτημα. Αλλά ας το βάλουμε καλά στο μυαλό μας: τα αίτια του μεταναστευτικού ζητήματος δεν είναι ούτε η υστεροβουλία των μεταναστών ούτε η επιθυμία τους να μας καταστρέψουν. Αντίθετα, βρίσκονται πιασμένοι στην αρπάγη ενός καλοστημένου, απάνθρωπου συστήματος κι εμείς καλά θα κάνουμε κάποτε να αντικρίσουμε αυτή την αρπάγη, αντί να την προσπερνάμε.

Υ.Γ.: Στο παραπάνω άρθρο δεν διαχωρίζω με σαφήνεια τους όρους "μετανάστης" και "πρόσφυγας". Χρησιμοποιώ, αυθαίρετα ίσως, τον όρο "πρόσφυγας" σαν υποσύνολο του όρου "μετανάστης", δηλαδή κάποιου που φεύγει από την πατρίδα του για λόγους επιβίωσης. Ο όρος "πρόσφυγας", δηλαδή ο άνθρωπος που έχει εκδιωχθεί με τη βία από την πατρίδα του, είναι κατά τη γνώμη μου μια πολύ ιδιαίτερη κατηγορία μετανάστη.

Κυριακή 9 Αυγούστου 2015

Το Μεγάλο Άλμα από τη Θεωρία στην Πράξη

   Ένας ορισμός που μπορεί να δοθεί για την θεωρία είναι ο εξής: θεωρία είναι κάθε νοερή προσέγγιση ενός θέματος, που προέρχεται από παρατήρηση, σκέψη και φαντασία, και έχει σκοπό την εξερεύνηση και ανάλυση ενός ζητήματος. Η θεωρία είναι ένα απαραίτητο βήμα πριν την πρακτική ενασχόληση, παρότι υποτιμάται από πολλούς, διότι έχει να κάνει με την εύρεση τρόπων, μεθόδων και μέσων για να επιτευχθεί κάποιος στόχος. Χωρίς αυτήν προχωράμε στα τυφλά, βασιζόμενοι σε στιγμιαίες παρορμήσεις και αυθαίρετα, βιαστικά συμπεράσματα.
   Για να δημιουργηθεί όμως μια σωστή, σταθερή θεωρία πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη αρκετοί παράγοντες, οι οποίοι όμως συνήθως παραβλέπονται σαν αμελητέοι, ανούσιοι ή ανύπαρκτοι. Αποτέλεσμα αυτού είναι πολλοί επαγγελματίες να βασίζονται στη "διαίσθηση" ή στην τύχη και να κατηγορούν την ίδια την τύχη όταν μοιραία θα αποτύχουν! Είναι οι πρώτοι που θα "θεωρήσουν" πως ο άνθρωπος είναι αδύναμος, πως όλα βασίζονται στην τύχη και θα γίνουν φοβισμένοι μοιρολάτρες.
   Ένας "καθαρόαιμος" θεωρητικός όμως δεν βρίσκει τους αστάθμητους παράγοντες αμελητέους. Η τύχη αποτελείται από πολλές παραμέτρους, οι οποίες, αν και δεν μπορούν να ελεγχθούν πλήρως, μπορούν εν μέρει να γίνουν κατανοητές. Έτσι μπορεί να "δαμαστεί" η τύχη. Με μια προσεκτική και λεπτομερή θεωρία. Αυτό ισχύει τόσο για τις θετικές όσο και για τις ανθρωπιστικές επιστήμες. Βέβαια στις θετικές/τεχνολογικές επιστήμες ο παράγοντας "τύχη" είναι περιορισμένος, μιας και με προσεκτική παρατήρηση μπορούν να καταγραφούν και να υπολογιστούν λεπτομερώς οποιουδήποτε είδους παράγοντες, μιας και έχουμε να κάνουμε με τεχνολογία, βιολογία, χημεία ή φυσική. Στις ανθρωπιστικές επιστήμες όμως οι αστάθμητοι παράγοντες ποικίλλουν και είναι δύσκολα ανιχνεύσιμοι ή προσδιορίσιμοι εξ ορισμού, μιας και το αντικείμενο μελέτης είναι ο άνθρωπος. Αυτός είναι ένας λόγος που τα λειτουργήματα του νηπιαγωγού, του εκπαιδευτικού και του ψυχολόγου προκαλούν μεγάλη πνευματική κόπωση.
   Σε κάθε περίπτωση, η θεωρία είναι κάτι πολύ βασικό για ένα διάβημα. Χωρίς αυτήν σχεδόν τίποτα δεν μπορεί να προγραμματιστεί. Αλλά το μεγάλο άλμα μετά την ανάπτυξη μιας θεωρίας είναι η υλοποίησή της (διότι το ανθρώπινο μυαλό συνήθως παραβλέπει τη λεπτομέρεια). Εκεί κρίνεται στην πράξη μια θεωρία. Όταν το σχέδιο μπαίνει σε δράση και οι παράγοντες, υπολογισμένοι και αστάθμητοι, μπαίνουν στο "παιχνίδι". Όταν η πραγματικότητα κρίνει τη σκέψη και την φαντασία. Εκεί που φαίνεται ποιος σκέφτηκε πιο μακριά, πιο διεξοδικά και λεπτομερέστερα. Επειδή βέβαια η διορατικότητα και η σωστή αναλυτική σκέψη είναι σπάνια ταλέντα, ένα μικρό μόνο ποσοστό ανθρώπων μπορεί να περηφανευτεί πως δημιουργεί σωστές θεωρίες, οι οποίες εφαρμόζονται ικανοποιητικά στην πράξη.
   Φυσικά μια κατηγορία αυτών των ανθρώπων είναι οι κορυφαίοι επιστήμονες. Ψυχολόγοι όπως ο Φρόυντ, φυσικοί όπως ο Αινστάιν και πολλοί άλλοι που έγραψαν ιστορία. Μιας και η επιστήμη σημαίνει ουσιαστικά "καλή γνώση" (επί + ίστημι), γίνεται φανερό πως όσες περισσότερες πληροφορίες αναλυθούν, τόσο περισσότερες και κορυφαίες θεωρίες θα δημιουργηθούν. Φανταστείτε τώρα τι αστάθμητους παράγοντες έχουν να αντιμετωπίσουν όσοι μελετούν διαστημικά ταξίδια, εξερεύνηση για εξωγήινη ζωή ή πρέπει να κάνουν ψυχανάλυση σε διαταραγμένα άτομα. Η επιστήμη συνεχώς εξελίσσεται σε ραγδαίους ρυθμούς κι έτσι η εφαρμογή στην πράξη γίνεται όλο και πιο ακριβής.
   Μια ακόμα κατηγορία είναι οι στρατηγοί. Αυτή η κατηγορία είναι ιδιαίτερη, μιας και οι τεχνικοί παράγοντες είναι εξίσου σημαντικοί με τους ψυχολογικούς. Για παράδειγμα, ένας σωστός στρατηγός πρέπει να υπολογίσει το έδαφος, τον αριθμό των στρατευμάτων, τις ικανότητες των όπλων κτλ. Επίσης δεν πρέπει να παραλείψει να εμψυχώσει τον στρατό του αλλά και να προκαλέσει δέος και τρόμο στον αντίπαλο στρατό. Αν δεν υπάρχει ισορροπία στα παραπάνω, διορατικότητα και καλή ανάλυση, ένας στρατηγός δεν μπορεί να θεωρηθεί ικανός. Αντίθετα, οι στρατιωτικές ιδιοφυίες, όπως ο Αττίλας, ο Αννίβας, ο Μέγας Αλέξανδρος ή ο Τζένγκις Χαν, διακρίθηκαν για την γρήγορη σκέψη τους και την ικανοποιητική ανάλυση των παραγόντων, είτε τεχνικών είτε σχετιζόμενων με τον άνθρωπο. Εφάρμοσαν με επιτυχία μια σωστή θεωρία.
   Τρίτη κατηγορία είναι οι σκακιστές. Μετά από πολυετή ενασχόληση με το σκάκι, καθώς βρίσκομαι εντός μιας βαθιάς και διεξοδικής ανάλυσης, ξαφνικά μου δημιουργείται η απορία "γιατί ασχολούμαι τόσο πολύ;" Η απάντηση είναι πως όχι μόνο γίνομαι καλύτερος στο ίδιο το "παιχνίδι" αλλά πως το μυαλό εξασκείται να λειτουργεί έτσι και στην καθημερινότητα: να μην αφήνει πράγματα στην τύχη, να υπολογίζει πολλαπλούς παράγοντες, να μην κουράζεται από τις λεπτομέρειες αλλά να σέβεται τη σημασία τους. Αν σκεφτούμε πως οι κορυφαίοι σκακιστές έχουν αναπτύξει με τον καιρό εξαιρετικές αναλυτικές ικανότητες φανταστείτε τι θεωρίες μπορούν να αναπτύξουν...
   Τελικά, μετά από πολλή ανάλυση του τι είναι θεωρία και τις δυσκολίες της υλοποίησης εξαιτίας των αδυναμιών του ανθρώπινου μυαλού, κρίνω απαραίτητη την ενασχόληση με πνευματικές ασχολίες, οι οποίες αναπτύσσουν την σκέψη, τη φαντασία και την αναλυτική ικανότητα. Τέτοιες είναι οι σπουδές πάνω σε κάποια επιστήμη ή η διεξοδική μελέτη αλλά και λιγότερο απαιτητικές ή χρονοβόρες, όπως η ενασχόληση με το σκάκι ή άλλα πνευματικά παιχνίδια, το διάβασμα λογοτεχνίας και οι σπαζοκεφαλιές. Δεν είναι τυχαίο πως οι άνθρωποι που ακονίζουν με το μυαλό τους συνήθως πετυχαίνουν, ενώ όσοι το αποφεύγουν μεθοδικά μένουν στάσιμοι. Και όταν ένα μυαλό μένει στάσιμο, έχει αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση για το τέλος του.

Πέμπτη 30 Ιουλίου 2015

Η Καλύτερη Άμυνα είναι η Επίθεση

   Είναι αλήθεια πως κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να καταλάβει απόλυτα κάποιον άλλον. Το 100% στην κατανόηση δεν υπάρχει, ακόμα και μετά από χρόνια συμβίωσης. Αυτό σημαίνει πως κάθε ψυχή έχει τις δικές της "σκοτεινές γωνίες", όπου τα πράγματα λειτουργούν με την δική τους λογική και η επιστήμη της ψυχολογίας σηκώνει τα χέρια ψηλά. Εξάλλου κανείς δεν είναι "λογικός" στις συνομιλίες που έχει με τον εαυτό του. Δεν υπάρχει τέτοια ανάγκη. Ούτε ανάγκη να είναι κανείς σοβαρός. ευπρεπής ή ευγενικός με τον εαυτό του.
   Παρόλα αυτά, επειδή ζούμε σε κοινωνίες, η αλληλεπίδραση μεταξύ ανθρώπων είναι αναπόφευκτο στοιχείο της καθημερινότητας. Οπότε επιστρέφουμε στα ζητήματα της ευγένειας και της ευπρέπειας. Οπότε, προκειμένου να είναι κάποιος ευγενικός, "σκοτώνει" κάποια σημεία της προσωπικότητάς του. Αυτό είναι ένα αναγκαίο κακό, το οποίο προλαμβάνει άλλα, μεγαλύτερα, τα οποία προέρχονται από την αδυναμία κατανόησης του πλησίον ή την απροθυμία για κατανόηση. Κι έτσι φτάνουμε σε έναν φαύλο κύκλο "ευγένειας", όπου ο καθένας μας έχει μεταβάλει στοιχεία της προσωπικότητάς του προκειμένου να είναι "αποδεκτός" από την κοινωνία και ο πραγματικός μας εαυτός κρύβεται κάπου, σαν κάτι απολίτιστο και μη αποδεκτό.
   Βέβαια αυτή είναι η κορυφή του παγόβουνου. Διότι η ευγένεια επιτάσσει διάφορες συμπεριφορές. Για παράδειγμα, όταν βλέπουμε έναν γνωστό μας στο δρόμο, ακόμα κι αν δεν έχουμε χρόνο ή διάθεση να του μιλήσουμε, οφείλουμε να τον χαιρετήσουμε για να μην παρεξηγηθεί. Φυσικά σε μια συζήτηση λίγων λεπτών (ή δευτερολέπτων), η δυσκολία των συνθηκών είναι δύσκολο να περιγραφεί κι έτσι ο ένας δείχνει βιαστικός και απρόθυμος, ο άλλος φαφλατάς και ανυπόφορος και φεύγουν ενίοτε και οι δύο παρεξηγημένοι, μέσα σε μια αλυσιδωτή αντίδραση αμηχανίας.
   Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιας αμηχανίας εμφανίζεται στη συνάντηση δυο παλιών γνωστών. Ενώ είναι φυσιολογικό η ζωή να χωρίσει προσωρινά (ή και παντοτινά) δυο ανθρώπους που μοιράζονται ένα κοινό παρελθόν - μιας και οι ζωές μας μοιάζουν με τεμνόμενες ευθείες, μοιραία ενωμένες μια φορά πριν χαθούν στο άπειρο- ο καθωσπρεπισμός δεν το επιτρέπει. Συνήθως ο ένας από αμηχανία, ανασφάλεια ή ενοχές θέλει να ρίξει το "φταίξιμο" στον άλλον και του λέει: "πού χάθηκες;" Αυτή η σιχαμερή έκφραση στοιχειώνει καθημερινά πολλές συζητήσεις και κρύβει σχεδόν πάντα πίσω της το προαναφερθέν τρίπτυχο. Η απάντηση είναι "χάθηκα όπου χάθηκες κι εσύ" αλλά κανείς δεν την λέει. Οι περισσότεροι σκύβουν το κεφάλι και, ενώ είχαν πρόθεση να πουν απλά μια όμορφη καλημέρα στον άλλον, γίνονται αποδέκτες των ενοχών του. Αυτό δείχνει πως ακόμα και στην κοινωνική συμπεριφορά μας η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση. Η έκφραση αυτή πετάει το μπαλάκι των ενοχών μας στον άλλον, ώστε να απαλλαγούμε από αυτές. Εγωιστικό ε; Κρίμα. Αυτά έχει η ανθρώπινη φύση, όπως λένε.
   Αλλά η μεταβίβαση των ενοχών είναι δυστυχώς ένα ζιζάνιο που φυτρώνει παντού. Ειδικά όταν μια ομάδα ανθρώπων έχει τις ίδιες ενοχές, αυτές κρύβονται καλά μέσα στο πλήθος. Μα όταν η ομάδα αυτή έρχεται αντιμέτωπη με μια περίπτωση που βγάζει στην επιφάνεια τις ενοχές τους, τότε τα αποτελέσματα είναι άσχημα. Για παράδειγμα, ο φόβος προς το διαφορετικό δημιουργεί εσωτερική σύγχυση και ενοχές. Ο φόβος προς το διαφορετικό βέβαια παίρνει πολλές μορφές: ομοφοβία, ξενοφοβία, μισαλλοδοξία κτλ. Ο κατάλογος είναι μακρύς. Κι ενώ πολλά φαινόμενα αποκρύπτονται ή αποσιωπούνται, υπάρχουν τόσα πολλά κρούσματα βίας στον κόσμο ώστε το φαινόμενο έχει διογκωθεί και δεν γίνεται πια να κρυφτεί. Ευπαθείς ομάδες γίνονται στόχος καθημερινά και η ζωή τους γίνεται κόλαση. Και ο λόγος είναι πως κάποιοι άλλοι νιώθουν ανασφάλεια, φοβίες και δεν ξέρουν πως να τα αντιμετωπίσουν. Φυσικά, μιας και η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση, έχουμε γιουχαρίσματα και ξυλοδαρμούς ομοφυλόφιλων από ομοφοβικές ομάδες, ξυλοδαρμούς και δολοφονίες μεταναστών από ρατσιστικές ομάδες μίσους, καθώς και θρησκευτικούς πολέμους λόγω μισαλλοδοξίας, όπου τα αντίπαλα στρατόπεδα (για να μην αναφέρω τους άμαχους) πνίγονται στο αίμα για να αποδείξουν "ποιος θεός είναι πιο πανάγαθος".
   Τελικά, μάλλον η κοινωνία μας δεν έχει ξεφύγει και πολύ από καταστάσεις ζούγκλας. Μάλλον αυτές οι "σκοτεινές γωνιές" μέσα στον καθένα μας γεννάνε όλο και περισσότερο σκοτάδι, επειδή η οικογένεια, το σχολείο και η κοινωνία μας μεγαλώνουν με ταμπού και απαγορεύσεις, αντί να ρίξουν φως και να αγκαλιάσουν την διαφορετικότητα όσο το παιδί είναι ακόμα μικρό. Αυτό γεννά παρεξηγημένους εφήβους, αμήχανους μπροστά σε πολλές καταστάσεις ενήλικες και πολύ, πολύ και άσβεστο μίσος. Άραγε θα αλλάξει η νοοτροπία αυτή; Ή εσαεί η καλύτερη άμυνα θα είναι η επίθεση; 

Τρίτη 21 Ιουλίου 2015

Ζώντας την Εμπειρία όπως ο Βούδας (Η Συνειδητοποίηση των Πραγμάτων)

   Η δημοσίευση αυτή δεν έχει καθόλου θρησκευτικό χαρακτήρα. Αντιθέτως, έχει βαθύτατα κοινωνικό και ψυχολογικό περιεχόμενο. Θα ξεκινήσω με την εμπειρία του Βούδα, όπως λέγεται ότι την έζησε, και μετά θα κάνω μια αναλογία με την καθημερινότητα.
   Ο Βούδας λοιπόν, ή αλλιώς Σιντάρτα Γκαουτάμα, ήταν ένας νεαρός πρίγκηπας της Ανατολής, συγκεκριμένα πρίγκηπας της φυλής Σάκυα του Νεπάλ, γεννηθείς περί το 563 π.Χ. Λέγεται πως ο βασιλιάς πατέρας του απαγόρεψε σε οποιονδήποτε να του μιλήσει ή να του δείξει κάτι σχετικό με την αρρώστια ή τον θάνατο. Έτσι ο Σιντάρτα έζησε μέχρι και την ηλικία των 29 χρονών χωρίς να έχει την παραμικρή εμπειρία ή ιδέα για την αρρώστια και τον θάνατο. Όποτε έβγαινε έξω από το παλάτι οι αξιωματούχοι διέταζαν τους ανθρώπους να κρύβουν τους αρρώστους και τους ηλικιωμένους και δημιουργούσαν μια ψεύτικη εικόνα υγείας και ευημερίας για να δει ο πρίγκηπας. Λέγεται πως σε κάποια έξοδό του προς το βασίλειο, όπου συνοδευόταν από τον πατέρα του, ο Σιντάρτα είδε με την άκρη του ματιού του έναν άρρωστο γέρο σε κάποιο σκοτεινό στενό. Ταραγμένος από το αλλόκοτο, δύσμορφο αυτό πλάσμα άφησε τις πολυτέλειες και τους συνοδούς του και έτρεξε να το βρει. Φημολογείται πως η εικόνα τον σόκαρε και αποτυπώθηκε στη μνήμη του. Ένας νέος κόσμος ανοίχτηκε μπροστά του, ο οποίος του άλλαξε ριζικά τη ζωή και τελικά τον οδήγησε στη φώτιση.
   Αυτή ήταν περιληπτικά η εμπειρία του Βούδα. Αφήνοντας έξω κάθε θρησκευτικό περίβλημα, ο Σιντάρτα ήταν ένας άνθρωπος που γεννήθηκε με πολλά προνόμια. Το προνόμιο του να είναι πάμπλουτος, να δέχεται βασιλικές τιμές, να είναι ασφαλής από καθετί και να μην έχει καμία έγνοια στο μυαλό του. Ουσιαστικά είχε κάθε προνόμιο εκτός από αυτό της πραγματικής γνώσης. Όταν την απέκτησε, αυτή η γνώση κατέστρεψε συθέμελα την εικόνα που είχε για τη ζωή και του άνοιξε τα μάτια σε έναν καινούριο κόσμο. Αλλά θα αναρωτιέται κανείς: τι μας ενδιαφέρει εμάς η εμπειρία ενός αρχαίου πρίγκηπα μακριά στην Ανατολή;
   Η απάντησή μου είναι η εξής: μας ενδιαφέρει διότι μια παρόμοια εμπειρία δεχόμαστε κι εμείς σε αρκετές φάσεις της ζωής μας. Μια εμπειρία που αλλάζει δραματικά τον τρόπο που κοιτάμε τον κόσμο και αλλάζει μαζί τη νοοτροπία μας, τη συμπεριφορά μας προς τους άλλους και την άποψή μας για διάφορες συμπεριφορές άλλων. Ουσιαστικά είναι κάτι σαν απογαλακτισμός, σαν κόψιμο του ομφάλιου λώρου και έξοδος χωρίς επιστροφή από τον κόσμο της αθωότητας. Υπάρχουν πολλά τέτοια παραδείγματα, αρκετά από τα οποία θα αναφέρω παρακάτω.
   Πρώτο και σημαντικότερο: η ανάγκη για επιβίωση και ο προσωπικός αγώνας γι' αυτήν, τον οποίον δίνουμε κάθε στιγμή της ζωής μας, άλλοτε ενστικτωδώς κι άλλοτε ενσυνείδητα. Όταν βγαίνουμε από το μητρικό σώμα, το τόσο προστατευτικό και απαγορευτικό για τους εξωτερικούς κινδύνους, είμαστε πλέον εκτεθειμένοι στον έξω κόσμο. Το πρώτο μας μάθημα είναι πως πρέπει να αναπνέουμε. Πως πρέπει να φροντίζουμε οι ίδιοι για τον εαυτό μας, μιας και ο ομφάλιος λώρος κόπηκε για πάντα. Πως είμαστε μόνοι μας στον αγώνα της ζωής μας, όσοι κι αν υπάρχουν δίπλα μας.
   Δεύτερο είναι η συνειδητοποίηση της ιδέας του θανάτου. Κατά τη γνώμη μου η πιο δύσκολη συνειδητοποίηση: πώς να καταλάβεις σε βάθος την ανυπαρξία, το τίποτα, την έλλειψη ζωής, όντας σε ένα σώμα που ζει, έχει ανάγκη από ζωή και είναι γεμάτο συναισθήματα; Βέβαια όλοι μας, όπως κι ο Σιντάρτα, περνάμε από το κατώφλι της συνειδητοποίησης αυτής, λίγο ή πολύ, αργά ή γρήγορα, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Εξάλλου το ότι θα αποδημήσουμε κάποια στιγμή από αυτό τον κόσμο είναι το μόνο σίγουρο πράγμα που μπορεί κανείς να μας υποσχεθεί σε αυτή τη ζωή. Όμως αρκετά με τα μακάβρια.
   Ένα ακόμα σοκ που παθαίνει η συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων είναι η ιδέα της γενετήσιας ορμής, η ανάγκη για σεξ. Το πώς αντικρίζει κανείς αυτή την ιδέα για πρώτη φορά συχνά επηρεάζει για πάντα την οπτική του γωνία στο θέμα. Θυμάμαι στη "Μεγάλη Χίμαιρα" του Καραγάτση πόσο τραυματίστηκε η πρωταγωνίστρια, η Μαρίνα, από αυτή την εμπειρία με αποτέλεσμα να είναι ανοργασμική για αρκετά χρόνια. Σε κάθε περίπτωση αυτή η συνειδητοποίηση αλλάζει για πάντα τον τρόπο σκέψης μας και το πέπλο της αθωότητας χάνεται, αφήνοντάς μας να δούμε τον κόσμο αφιλτράριστο. Βάσει αυτής πολλές φορές, από υποταγή ή αντίδραση, δημιουργούνται τα προσωπικά μας γούστα.
   Έπειτα, μια τρομακτική συνειδητοποίηση τραντάζει τους ανθρώπους που αμφισβητούν τη θρησκεία. Αυτούς που έρχονται αντιμέτωποι με την πιθανότητα, έστω και απειροελάχιστη, να μην υπάρχει θεός. Αυτούς που έπειτα βλέπουν γύρω τους την κοινωνία πιστών σαν τρελούς και αντιμετωπίζουν κάθε θρησκευτική λειτουργία σαν κάτι πλαστικό, ψεύτικο. Ο απογαλακτισμός εδώ έγκειται στο ότι ξαφνικά εξαφανίζεται ένας επουράνιος πατέρας που μέχρι πρότινος πιστεύει κάποιος ότι για πάντα θα τον προστατεύει και ο άνθρωπος καταλαβαίνει για πρώτη φορά πως είναι μόνος του. Κλείνοντας αυτό το ευαίσθητο θέμα (το ανέφερα σαν ένα δυνατό παράδειγμα, χωρίς να τοποθετούμαι προσωπικά επ' αυτού), ας αναφέρω πως η μεγαλύτερη δύναμη της πίστης είναι και η μεγαλύτερη αδυναμία της. Δηλαδή δεν χρειάζεται να αποδείξει κανείς ότι υπάρχει θεός αλλά παράλληλα δεν υπάρχει κανένας απολύτως τρόπος να το αποδείξει!
   Παρόμοιας φύσεως αλλά πολύ μικρότερης κλίμακας είναι η συνειδητοποίηση πως δεν υπάρχει Άγιος Βασίλης. Αν και σαν παιδί ποτέ μου δεν πίστεψα σε αυτόν βασισμένος στην, έστω παιδική, λογική μου, μπορώ να φανταστώ το σοκ κάποιου παιδιού που ξαφνικά χτυπιέται κατακούτελα με την ιδέα πως ο αγαθός αυτός παππούλης που τον αγαπάει δεν υπάρχει. Είναι το πρώτο παιδί που θα τρέξει με απόγνωση να σιγουρευτεί ρωτώντας τους μεγάλους· είναι το πρώτο παιδί που θα διδάξει με αυστηρό και απόλυτο τρόπο την αλήθεια αυτή στους συνομίληκούς του, για να κρύψει την πίκρα και την θλίψη του μέσα στο πλήθος.
   Προσωπικά ο κόσμος μου άλλαξε όταν έμαθα για την ύπαρξη της γλώσσας του σώματος. Μετά από τόσα χρόνια που άκουγα τον όρο από ανθρώπους που αναφέρονταν σε αυτήν σαν κάτι αστείο, γελοίο ή αφορμή για προκλητικό χιούμορ, συνειδητοποίησα πως είναι αληθινή. Αληθινή και ακριβής. Μια γλώσσα που μιλάμε όλοι μας χωρίς οι περισσότεροι να το συνειδητοποιούν! Και μάλιστα τα σημάδια της είναι έκδηλα, φανερά. Τις πρώτες μέρες έβλεπα τους ανθρώπους γύρω μου μόνο με βάση αυτών που έδειχναν με το σώμα τους, όχι βάσει αυτών που έλεγαν. Ακόμα και μετά από τόσα χρόνια με συναρπάζει η ιδέα αυτής της γλώσσας, της μοναδικής οικουμενικής, παγκόσμιας γλώσσας.
   Έπειτα, μια γιγάντια συνειδητοποίηση, ίσως στο ίδιο επίπεδο με αυτήν της θρησκείας, είναι αυτή της χορτοφαγίας. Προσωπικά με παρέλυσε η ιδέα πως ό,τι ήξερα μέχρι τώρα για τη διατροφή μας, για το τι πρέπει να τρώμε και τι δεν πρέπει είναι ένα ψέμα, ένα καλοστημένο, γεμάτο συμφέροντα ψέμα. Πως τα ζώα δεν τα έφτιαξε ο δημιουργός μας με απώτερο σκοπό να τα τρώμε. Πως ο άνθρωπος δεν έχει ανάγκη να φάει τη σάρκα τους αλλά το κάνει από συνήθεια, έθιμο, για τη γεύση και την άνεσή του. Πως ίσως να είμαστε και δολοφόνοι από μικροί. Πως ίσως πάρα πολλές ασθένειες δε θα μας βασάνιζαν αν δεν βάζαμε στο σώμα μας νεκρή σάρκα. Μεγάλο θέμα αυτό, θέλει ψάξιμο και μελέτη, οπότε δεν προεξοφλώ κανέναν υπέρ ή κατά κατευθείαν.
   Παραπάνω αναφέρθηκα στον Βούδα ως έναν άνθρωπο γεννημένο με προνόμια. Σταδιακά συνειδητοποιώ πως έχω κι εγώ από γεννησιμιού μου παρόμοια προνόμια, τα οποία για χρόνια θόλωναν την κρίση μου και με έκαναν να μην μπορώ να σκεφτώ καθαρά: πρώτον, γεννήθηκα ελεύθερος. Δεύτερον, γεννήθηκα ασφαλής. Τρίτον, γεννήθηκα άντρας.
   Τι σημαίνει να γεννηθεί κανείς ελεύθερος; Σημαίνει πως δεν είναι δούλος κανενός. Πως του επιτρέπεται να κυκλοφορήσει, να μιλήσει, να ασχοληθεί με τον εαυτό του πρώτα και για όσο θέλει. Σημαίνει πολλά πράγματα. Το πιο ωραίο πράγμα με την ελευθερία είναι η πολύσημη έννοιά της. Σαν μια θάλασσα που την απολαμβάνεις, νομίζεις ότι ξέρεις αλλά δεν καταφέρνεις να δεις τα τρομακτικά, σκοτεινά βάθη της που κρύβονται κάτω από την επιφάνεια. Λέγοντας αυτό, αναφέρομαι στη δουλεία. Σε έναν θεσμό που τυράννησε (και τυραννά ακόμα) αμέτρητο αριθμό ανθρώπων και κανείς άνθρωπος που είναι ελεύθερος δεν μπορεί να τους καταλάβει σε βάθος. Όταν συνειδητοποίησα τι σημαίνει δούλος, για κάποιο χρονικό διάστημα σιχάθηκα το ανθρώπινο γένος. Αηδίασα με κάθε ιδέα εξουσίας, κυριαρχίας και δεσποτισμού. Κατάλαβα εν μέρει τι σημαίνει να μη σου ανήκει η ίδια σου η ύπαρξη, το σώμα σου, του μυαλό σου, τα παιδιά σου, η ζωή σου γενικότερα. Μια φριχτή πραγματικότητα.
   Έπειτα, γεννήθηκα ασφαλής. Ασφαλής σε έναν κόσμο που πολλά παιδιά δεν έχουν να φάνε, γίνονται βορά άγριων, ανήμερων κι ανελέητων θηρίων (που άλλοτε έχουν την μορφή ανθρώπων), βρίσκονται εν μέσω πολέμων, γενοκτονιών. Που ζούνε σε γκέτο, σε καραντίνα, σε καθεστώς ρατσιστικής βίας. Μαυράκια, Εβραιόπουλα, Γιαπωνεζάκια στην Αμερική του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Είμαι ασφαλής. Τόσο ασφαλής που μέχρι πρότινος δεν είχα ιδέα τι σημαίνει να είσαι αντιμέτωπος με τη βία και το θάνατο σε κάθε σου στιγμή.
   Γεννήθηκα άντρας. Άντρας, δηλαδή το ισχυρό φύλο. Το φύλο που κυριαρχεί ανέκαθεν, με εδραιωμένα δικαιώματα και προνόμια. Δε μου σφύριξαν ποτέ υποτιμητικά στο δρόμο εξαιτίας του φύλου μου, δεν ζω με το φόβο πως ανά πάσα στιγμή θα πέσω θύμα βιασμού, δεν φοβάμαι πώς θα βγω έξω για τα χίλια σχόλια που θα μου κάνουν, δε φοβάμαι πως θα μου κάνουν κλειτοριδεκτομή. Δε θα χρειαστεί να φορέσω μπούργκα, δεν μου σπάει κανείς την πατούσα για να πάρει το πόδι μου το ευγενές σχήμα της πριγκίπισσας του λωτού. Βγαίνω έξω και είμαι "στα αρχίδια μου", ακριβώς επειδή έχω. Ενώ μια γυναίκα, από τη στιγμή της γέννησής της, οφείλει να κρύβει τις σκέψεις της, το σώμα της, τις ορμές της και πολλές φορές την ύπαρξή της την ίδια, επειδή ζει σε έναν κόσμο αντρών. Οφείλει να προσέχει πού θα κυκλοφορήσει, τι θα πει, τι θα δείξει, διότι τα πάντα παρεξηγούνται και μπορεί ανά πάσα στιγμή να βρεθεί σε κίνδυνο. Είναι το αδύναμο φύλο. Κανείς άντρας δεν μπορεί να φανταστεί την καθημερινή κακοποίηση που περνάει το γυναικείο φύλο: δεν έχει ανάγκη να τη νιώσει. Διότι οι φόβοι που έχουμε είναι αρκετοί. Θέλει πραγματική δύναμη για να αντιληφθεί κανείς έναν φόβο που δεν είναι αναγκασμένος να νιώσει... Κι αυτή είναι η πιο πρόσφατη συνειδητοποίηση για μένα.
   Κλείνοντας, θα κάνω μια θεωρητική αναφορά στην διαδρομή της συνειδητοποίησης, από τη στιγμή που την αντικρίζουμε για πρώτη φορά μέχρι τη στιγμή που έχει γίνει αναπόσπαστο κομμάτι μας. Η συνειδητοποίηση λοιπόν θέλει χρόνο για να κατακάτσει στη συνείδησή μας και να την χωνέψουμε. Δεν είναι εύκολο πράγμα να αλλάξει ριζικά ο κόσμος κάποιου. Συνήθως πρώτα έρχεται η οργή, καθοδηγούμενη από τον φόβο του αγνώστου και αναμεμειγμένη με αυτόν, και μας πνίγει. Είναι η πρώτη άμυνά μας προς το νέο, η οποία προσπαθεί να μας αποτρέψει από αυτό. Μαζί έρχεται και η άρνηση. Έπειτα έρχεται η αποστασιοποίηση από το θέμα και η ουδέτερη στάση απέναντί του. Η περιέργεια όμως οδηγεί στην παρατήρηση του γύρω κόσμου με "καινούρια μάτια". Όταν συνειδητοποιούμε ότι η καινούρια ιδέα ταυτίζεται με την πραγματικότητα, έρχεται η έκπληξη. Ένα συναίσθημα που εμφανίζεται δειλά στην αρχή αλλά σταδιακά αλλάζει μια για πάντα τον τρόπο που βλέπουμε τα πράγματα. Τέλος έρχεται η εναρμόνιση της ιδέας με τη ζωή μας, όπου η ιδέα αυτή επηρεάζει τις αποφάσεις μας αλλά πλέον έχει χωνευτεί και γίνει ένα με το είναι μας. Όπως ο μύθος του σπηλαίου του Πλάτωνα, όπου ο φιλόσοφος αντικρίζει για πρώτη φορά τον ήλιο ενώ ήταν για χρόνια στη σκιά.

Εμπειρία, ζω και μαθαίνω, εξελίσσομαι, ανάπτυξη, νους, ιδέα, φως

Δευτέρα 20 Ιουλίου 2015

Οδηγός Απαισιοδοξίας

   Για κάθε κακή συμπεριφορά ή συνήθεια υπάρχει μια ομάδα ανθρώπων που τηρεί ευλαβικά το καθήκον να την διαιωνίζει. Το κακό είναι πως αυτές οι συμπεριφορές υπήρχαν από παλιά και φυσικά τις δεχόμαστε, άκριτα και αμάσητα οι περισσότεροι, από μικροί. Κι όταν έχεις συνηθίσει κάτι, όσο παράλογο κι ανάρμοστο κι αν είναι, δυστυχώς δεν το προσέχεις. Σου φαίνεται "φυσιολογικό". Κι όσο μεγαλώνεις, συνήθως το αναπαράγεις. Βεβαίως "όταν συνηθίζεις το τέρας, αρχίζεις να του μοιάζεις", όπως είπε κι ο Μάνος Χατζιδάκις.
   Το τέρας που πρόκειται να αποδομηθεί παρακάτω είναι η απαισιοδοξία. Η απαισιοδοξία ως νοοτροπία αλλά κυρίως ως μέσο χειραγώγησης του άλλου. Αν και ως νοοτροπία δεν με ενοχλεί και τόσο. Τουλάχιστον όσο δε με αφορά. Όταν όμως η απαισιοδοξία επηρεάζει το μέλλον του τόπου μου επειδή κάποιος ψηφίζει τον καταστροφέα εν γνώσει του επειδή "ό,τι και να κάνουμε δεν αλλάζουν τα πράγματα" τότε με ενοχλεί. Όταν κάποιος παραμένει σε μια κατάσταση που τον διαλύει κι εγώ χρειάζεται επί χρόνια να τον παρηγορώ, γεγονός που με "ρίχνει" ψυχολογικά, τότε με ενοχλεί. Αλλά ας μη μακρηγορώ με αυτά. Το χειρότερο είναι η χειραγώγηση.
   Η χειραγώγηση των ανθρώπων. Και η χειραγώγηση των ονείρων και των φιλοδοξιών τους. Έχω βαρεθεί να ακούω εκφράσεις του τύπου: "σιγά μην τα καταφέρεις", "σιγά κι αυτός τι έκανε", "σιγά τον δουλευταρά", "σιγά τη γυναίκα" και τα λοιπά. Αυτό το φθονερό, ζηλιάρικο, κακεντρεχές "σιγά" πρωτοστατεί. Διότι στην κοινωνία μας υπάρχουν άνθρωποι που δεν κατάφεραν, μιας και ποτέ δεν προσπάθησαν ούτε πίστεψαν στον εαυτό τους, τίποτα ιδιαίτερο. Και το ξέρουν καλά μέσα τους, αν και δεν το παραδέχονται, Τους σιγοτρώει. Και η μόνη άμυνά τους είναι να λοιδορούν και να μειώνουν όποιον προσπαθεί να καταφέρει κάτι αξιόλογο, μήπως και μέσα σε ένα πλήθος αποτυχίας κρύψουν το τίποτα της ύπαρξής τους. Οπότε η απαισιοδοξία ως τρόπος ζωής από μόνη της δε λέει και πολλά. Τα αποτελέσματά της είναι το χειρότερο.
   Αυτή την κακή κοινωνική συμπεριφορά την έχω κάνει εικόνα. Ένα έλος λασπερό με πολλούς ανθρώπους μέσα, από τους οποίους πολλοί αποδέχτηκαν τη μοίρα τους ενώ κάποιοι παλεύουν ακόμα να βγουν έξω. Οι πρώτοι, θορυβημένοι από τη "μη φυσιολογική" συμπεριφορά όσων προσπαθούν, τους σπρώχνουν και τους τραβάνε μέσα στο βούρκο. Φυσικά κάποιοι ξεφεύγουν από την αρπάγη αυτήν και καταφέρνουν να βγουν ασθμαίνοντας στην όχθη. Και τότε οι κολλημένοι στη λάσπη τους φωνάζουν, τους κράζουν και τους λασπολογούν. Γιατί το κάνουν αυτό; Δεν βγάζει λογική αυτή η συμπεριφορά, σωστά;
   Όντως δε βγάζει λογική. Ακόμα και να ρωτήσεις τους ίδιους τους λασπολόγους, δε θα ξέρουν να σου απαντήσουν. Φυσικά η συμπεριφορά τους αυτή δεν είναι παραγωγική. Δεν προσφέρει τίποτα στους ίδιους ούτε σε κανέναν άλλο. Δεν βοηθάει ούτε ατομικά ούτε κοινωνικά. Το μόνο που προσφέρει είναι μια νοσηρή χαρά στον κακεντρεχή πως κατάφερε να σπείρει ένα ζιζάνιο που ίσως επισκιάσει την επιτυχία κάποιου.
   Κλείνοντας θα ήθελα να αναφέρω ένα σχετικό απόφθεγμα του Μαρκ Τουέιν: "Μείνε μακριά από τους ανθρώπους που προσπαθούν να μειώσουν τις φιλοδοξίες σου. Οι μικροί άνθρωποι πάντα το κάνουν αυτό, αλλά οι πραγματικά μεγάλοι σε κάνουν να νιώθεις ότι κι εσύ, επίσης, μπορείς να γίνεις μεγάλος". Κάτι ήξερε κι αυτός.


Σάββατο 6 Ιουνίου 2015

Η Μάστιγα της Παγκόσμιας Ημέρας

   Είναι φαινόμενο της εποχής μας, καταπώς φαίνεται, να δίνουμε ιδιότητες στις μέρες. Σχεδόν κάθε ημέρα του χρόνου, αν όχι όλες, είναι "η Παγκόσμια Ημέρα του τάδε". Το πρώτο επίπεδο ψευδαίσθησης βέβαια είναι να βαπτίζουμε τις μέρες, δίνοντας έναν αυθαίρετο προσδιορισμό (όνομα ημέρας, ημερομηνία, έτος κτλ.). Το δεύτερο είναι να θεωρούμε πως την συγκεκριμένη μέρα πρέπει να τιμάμε κάποιο φαινόμενο, να συμπάσχουμε με μια ομάδα παθόντων ή να ευαισθητοποιούμαστε σχετικά με μια μάστιγα.
   Το πρώτο παράδειγμα που είχε παραξενέψει το, παιδικό τότε, μυαλό μου ήταν η διαταγή που μας δινόταν άνωθεν "να είμαστε καλοί άνθρωποι τα Χριστούγεννα". Δηλαδή να βάλουμε σε ένα δοχείο 14-15 ημερών την καλοσύνη μας επειδή συνέβη η γέννηση του Χριστού. Λες και με εκείνες τις μέρες καταφέραμε κάτι, ενώ τις υπόλοιπες μπορούμε να είμαστε όσοι αδιάφοροι και αναίσθητοι θέλουμε.
   Έπειτα, το ίδιο μοτίβο σε κάθε περίοδο νηστείας. Κάποιοι θεωρούν πως το να απέχουν από ζωικές τροφές τους κάνει αγνούς. Μα πόση ειρωνεία; Αν θεωρεί κανείς τις ζωικές τροφές μολυσμένες, ας σταματήσει δια παντός να τις τρώει. Αλλιώς ας συνεχίσει χωρίς να βασανίζει τον εαυτό του. Αλλά αυτό είναι άλλο θέμα. Υπάρχουν φυσικά κι οι πιο σκεπτόμενοι, οι οποίοι θεωρούν πως πρέπει να κάνουν καλές πράξεις ώστε να θεωρηθούν αγνοί. Παρόλα αυτά, το "πρέπει" δεν συμβαδίζει με τις καλές πράξεις. Είτε τις κάνει κανείς επειδή το νιώθει είτε είναι ένα ρομπότ που απλά ακολουθεί διαταγές, χωρίς να υπάρχει καμία ηθική σε αυτό.
   Αυτά τα δύο παραδείγματα από παλιά με είχαν ενοχλήσει. Πρόσφατα, ακούω παντού για τις παγκόσμιες ημέρες. Μετά από λίγη έρευνα έχω βρει πως οι παγκόσμιες ημέρες έχουν διαφορετική προέλευση, έχουν δηλαδή καθιερωθεί σε διαφορετικό χρόνο κι από διαφορετικό φορέα. Κάποιες από τον ΟΗΕ, άλλες από διάφορες οργανώσεις ή ομάδες πίεσης. Για να μην αδικήσω τις προσπάθειές τους, η αρχική ιδέα ήταν να ευαισθητοποιούμαστε έστω μία ημέρα του χρόνου σχετικά με κάτι, ώστε να γίνει κτήμα μας και να το σκεφτόμαστε και τις υπόλοιπες. Κάτι που, ως επί το πλείστον, δεν πιάνει. Γιατί; Επειδή είμαστε άνθρωποι.
   Για να κάνω έναν, κάπως τραχύ, αυθαίρετο διαχωρισμό, χωρίζω τους ανθρώπους σε 3 κατηγορίες: οι αναίσθητοι, οι ημι-ευαίσθητοι και οι ευαίσθητοι (ή ευαισθητοποιημένοι αν θέλετε). Η πρώτη κατηγορία δεν καταλαβαίνει τίποτα: οι εν λόγω άνθρωποι βλάπτουν το περιβάλλον από τη στιγμή που ξυπνάνε, προκαλούν εστίες μόλυνσης, κακοποιούν ανθρώπους και ζώα χωρίς διακρίσεις ή δισταγμό και είναι ο βασικός λόγος που υπάρχουν οι παγκόσμιες ημέρες, δηλαδή υπάρχουν για την καταπολέμησή τους από τους υπόλοιπους! Όσο για την τρίτη κατηγορία, οι ευαίσθητοι-ευαισθητοποιημένοι δεν έχουν ανάγκη τις παγκόσμιες ημέρες, μιας και αργά ή γρήγορα θα συνειδητοποιήσουν και θα συνεισφέρουν.
   Απομένει η μεσαία κατηγορία. Οι άνθρωποι που ζουν κανονικά τη ζωή τους χωρίς τύψεις αλλά μόλις κάποιος θίξει κάποιο θέμα θα το σκεφτούν, έστω και για λίγο. Το πρόβλημα με αυτή την κατηγορία ανθρώπων είναι η αναποφασιστικότητά τους. Η ηθική και η άποψή τους συχνά πάει όπου πάει ο άνεμος. Οπότε, με τον τρόπο που ευαισθητοποιούνται τη μια μέρα, ξεχνάνε την επόμενη. Παίζουν το παιχνίδι της παγκόσμιας ημέρας και ξεγελάνε τον εαυτό τους θεωρώντας πως συνεισέφεραν...
   Μετά έρχονται οι εξής απορίες: μέχρι και τα αισθήματά μας είναι αιχμαλωτισμένα; Θα νιώθουμε οίκτο, αποστροφή, συμπόνοια, αγάπη, ελπίδα και τα υπόλοιπα συναισθήματα κατά παραγγελία; Μόλις μας προστάξουν οι οργανώσεις με τις παγκόσμιες ημέρες τους; Ε όχι! Αυτό είναι καταπάτηση της ελευθερίας και όποιος ζει έτσι θα έπρεπε να ντρέπεται που έχει καταντήσει ρομπότ. Τα συναισθήματα είναι ελεύθερα, καθώς και οι πράξεις μας. Την παγκόσμια ημέρα του bullying μέχρι και η χρυσή αυγή τάχθηκε κατά. Πόση υποκρισία πια; Το διαδίκτυο είχε γεμίσει με "ευαίσθητους", που την επόμενη μέρα τραμπούκιζαν σε φανάρια, σχολεία και εργασιακούς χώρους. Την 1η Δεκεμβρίου ασχολούνται με το AIDS και το χαρακτηριστικό φιογκάκι του, ενώ τις υπόλοιπες μέρες τσιγκουνεύονται τρία ευρώ για προφυλακτικά.
   Προσωπικά θεωρώ προσβολή το να μου επιβάλλουν, σαν πειραματόζωο, να νιώθω όποτε μου το ζητήσουν. Θεωρώ ντροπή το να "συμπάσχω" επειδή η ημέρα το απαιτεί. Μην ξεγελιέστε. Οι ημέρες, οι ημερομηνίες και οι διάφορες ιδιότητές τους είναι δημιούργημά μας! Όχι αφέντες μας. Καθημερινά παραδείγματα όμως αποδεικνύουν πως οι περισσότεροι δεν το έχουν σκεφτεί ποτέ αυτό: "Σάββατο είναι, δε θα βγούμε;", "Κυριακή ημέρα θα κάτσεις να ασχοληθείς με το τάδε;" κτλ. Όχι. Θα βγω όποτε έχω διάθεση. Δεν περιμένω από την ημέρα να μου το θυμίσει. Ούτε περιμένω την "Παγκόσμια Ημέρα υπέρ του περιβάλλοντος" για να μαζέψω σκουπίδια από κάτω. Είναι απλό: όποιος πετάει σκουπίδια κάτω γίνεται σιγά-σιγά κι ο ίδιος σκουπίδι, λόγω συνήθειας και αδιαφορίας. Όποιος δεν πετάει σκέφτεται το αύριο και αποδεικνύει πως είναι άνθρωπος. Οποιαδήποτε ημέρα κι αν το κάνει αυτό. Οπότε, απευθυνόμενος προς τα ρομποτάκια που υπάρχουν, θα πω: βγάλτε τον αυτόματο πιλότο από τον εγκέφαλό σας και βάλτε χειροκίνητη λειτουργία. Πείτε όχι στη μάστιγα των παγκοσμίων ημερών. Σεβαστείτε το μυαλό σας και την αξία του όσο ακόμα το έχετε.

Παγκόσμιες ημέρες, παγκοσμιοποίηση, τυπικότητα, νόημα, τυπολατρία

Τετάρτη 3 Ιουνίου 2015

Ιστορίες των Μοναχικών Λουλουδιών (Νάρκισσος)

   Ο Νάρκισσος, ως μυθολογικό πρόσωπο, θεωρούνταν η προσωποποίηση της ομορφιάς. Της ομορφιάς που θέλγει, που μαγνητίζει και προκαλεί ασταμάτητο πάθος και πόνο. Καταγόμενος από τη Βοιωτία, λέγεται πως ήταν γιος της νύμφης Λειριώπης και του ποταμού Κηφισού. Ίσως αυτή η μη ανθρώπινη καταγωγή του ήταν που του έδωσε τέτοια τρομερή ομορφιά. Παραδίδεται η εκδοχή πως η μητέρα του τον είχε προειδοποιήσει ότι θα παραμείνει πανέμορφος σε όλη του τη ζωή, αρκεί να μη δίνει σημασία στην ομορφιά του.
   Σε κάθε περίπτωση, ο Νάρκισσος ήταν απίστευτα γοητευτικός και θελκτικός, με τρόπο που τον ερωτεύονταν με την πρώτη ματιά παλικάρια και κοπέλες εξίσου. Αρκετοί είχαν φτάσει στο σημείο να αυτοκτονήσουν για χάρη του, μην μπορώντας να αντέξουν τον πόνο από την άρνηση ή την αδιαφορία του. Το γνωστότερο ίσως παράδειγμα είναι ίσως αυτό του νεαρού Αμεινία, ο οποίος αυτοκτόνησε για χάρη του Νάρκισσου και οδήγησε την Νέμεση να οργιστεί με τον τελευταίο, σε σημείο που να προκαλέσει την τιμωρία του. Επίσης, η Ηχώ αναφέρεται από κάποιους ως δίδυμη αδερφή του, η οποία έδωσε τη ζωή της εξαιτίας του κι ο Νάρκισσος έκανε συνήθεια το να βλέπει τον εαυτό του στην επιφάνεια μιας λίμνης για να θυμάται την αδερφή του. Στο τέλος τον βρήκε εκεί ο θάνατος από εξάντληση.
   Σύμφωνα με τον Οβίδιο, η νύμφη Ηχώ, που δεν αναφέρεται ως αδερφή του, τον κυνηγούσε σε ένα δάσος, ενώ ο Νάρκισσος δεν ανταποκρινόταν στο κάλεσμά της. Αυτό συνεχίστηκε μέχρι που η φωνή της Ηχούς συνεχώς έσβηνε, ωσότου απέμεινε μόνο ο απόηχος των τελευταίων συλλαβών της και η ίδια να χάνει το σώμα της. Όσο για τον ίδιο τον Νάρκισσο, αναφέρεται πως στις περιπλανήσεις του βρήκε μια πηγή τόσο αγνή που ούτε βοσκός είχε φέρει τα ζώα του να ξεδιψάσουν ούτε άγρια ζώα την πλησίαζαν, ενώ ούτε φύλλο από τα δέντρα έπεφτε μέσα ώστε να διαταράξει την επιφάνειά της! Εκεί ο Νάρκισσος πήγε να ξεδιψάσει. Ενώ έσκυβε όμως είδε την αντανάκλασή του στην επιφάνεια της λίμνης, Η μαγεία της γοητείας του που προξενούσε αφόρητο πάθος και πόνο στους άλλους χτύπησε και τον ίδιο. Εκείνος άρχισε να χάνει το μυαλό του, συνειδητοποιώντας πως η ομορφιά που έβλεπε βρισκόταν στον ίδιο, οπότε δεν μπορούσε να την κατακτήσει ή να την κυνηγήσει, οπότε ήταν καταδικασμένος να φέρει την ομορφιά που ποθούσε και δεν μπορούσε να έχει! Έμεινε λοιπόν εκεί, να κοιτάζει παγωμένος το είδωλό του, μέχρι που τα νερά που κοιτούσε έγιναν τα νερά της Στύγας, μιας λίμνης του Κάτω Κόσμου (ένας ποιητικός τρόπος για να αναφερθεί πως ο νέος πέθανε σε εκείνη τη θέση, από εξάντληση ή από πνιγμό). Στη θέση που βρισκόταν έμεινε μόνο ένα πανέμορφο λουλούδι για να θυμίζει την ύπαρξή του...
   Έκτοτε το όνομά του υπάρχει για να θυμίζει ανθρώπους κομψευόμενους, που λατρεύουν την ίδια τους την ομορφιά και κάνουν τα πάντα για να την ενισχύσουν, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο, τον ναρκισσισμό. Πιστεύω πως ο ναρκισσισμός έχει κάποια λογική βάση, η οποία είναι η ανάγκη μας να μείνουμε άχρονοι. Τονίζουμε την ομορφιά της νιότης μας προσπαθώντας να νικήσουμε το χρόνο και να αποδείξουμε, στον εαυτό μας καθώς και σε όλους τους άλλους, ότι παραμένουμε σφριγηλοί και γοητευτικοί, άρα νέοι και ζωντανοί. Οπότε, ενδόμυχα, ο ναρκισσισμός είναι κατά κάποιον τρόπο μια "μάχη" για επιβίωση και διαιώνιση...
   Το σχεδόν παρανοϊκό αυτό φαινόμενο απαντάται και στα δύο φύλα. Το πρόβλημα, κατά τη γνώμη μου, δημιουργείται όταν η ανάγκη για ομορφιά και ανάδειξή της ξεφεύγει από το μέτρο, φτάνοντας στα επίπεδα του ναρκισσισμού. Όταν δηλαδή γίνεται ψύχωση, η οποία εγκλωβίζει τον παθόντα, καθιστώντας τον ανίκανο να σκεφτεί λογικά και αναγκάζοντάς τον να προβάλλεται με όλο και πιο νοσηρούς τρόπους. Δεν είναι λίγοι οι διάσημοι στις μέρες μας, αλλά και παλιότερα, που έμειναν στη μνήμη λόγω της εκκεντρικότητάς τους και της ανάγκης τους για προβολή, ώστε να αποδειχθεί η ομορφιά τους και να μιλάνε όλοι γι' αυτούς. Συνεπώς, ο ναρκισσισμός είναι συνυφασμένος με τον εγωκεντρισμό.
   Ο μύθος όμως μας προειδοποιεί για την επικινδυνότητα του να λατρεύουμε τον εαυτό μας και να κυνηγάμε χίμαιρες αφιερώνοντας τη ζωή μας σε αυτό. Ειδικά στην εποχή μας, την εποχή της προβολής της κάθε λεπτομέρειας της ζωής μας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, το πρόβλημα έχει ξεπεράσει τα όρια. Αν κάποτε οι νέοι αυτοκτονούσαν για τον Νάρκισσο, τώρα ξημεροβραδιάζονται περιμένοντας απεγνωσμένα ένα ακόμα like που θα τονίσει τη ματαιοδοξία τους και θα κρατήσει την αυτοϋπόληψη τους στο ετοιμόρροπο βάθρο της για λίγα λεπτά ακόμα. Η ιδέα της αναζήτησης και ανταλλαγής like, του φαινόμενου να γίνει κάτι "viral", άρα γνωστό τοις πάσι, και της αγωνιώδους ανάγκης για προβολή όλο και πιο αποκαλυπτικών φωτογραφιών είναι το ίδιο μάταιες φιλοδοξίες: προσπάθειες να αγαπήσουμε τον εαυτό μας, μόνο εφόσον πειστούμε ότι αρέσει στους άλλους. Έχουμε καταντήσει ετερόφωτοι, ενώ θα έπρεπε να είμαστε αυτόφωτοι. Θα έπρεπε να λάμπουμε σαν ήλιοι και να μαγνητίζουμε τα βλέμματα αλλά αντίθετα περιμένουμε έναν άλλον "ήλιο" να μας ζεστάνει με το φως του ενώ εμείς βρισκόμαστε στη σκιά. Μια θλιβερή πραγματικότητα, με πρωταγωνιστές που έχουν χάσει το νόημα, κάνοντας άσκοπες ενέργειες...
   Βέβαια τέτοια παραδείγματα είναι πάμπολλα. Και η λεπτομέρεια ανάμεσα στην υγεία και την ψυχοπάθεια, ανάμεσα στον εγωισμό και τον εγωκεντρισμό είναι η έλλειψη μέτρου. Διότι είναι βασικό το να αγαπάμε τον εαυτό μας, είτε μέσω της εξωτερικής μας εμφάνισης είτε μέσω της διάνοιάς μας, αλλά εξίσου βασικό το να βάζουμε όρια σε αυτό και να μη χάνουμε το μέτρο. Όπως είχε πει κι ο παλιός καθηγητής μου Παπαγγελής: "είναι καλό να κοιτάζεσαι στον καθρέφτη σου το πρωί, πριν φύγεις από το σπίτι. Αν όμως μείνεις εκεί να κοιτιέσαι, υπάρχει πρόβλημα".

Ναρκισσισμός, μυθολογία, μύθος, ιστορία, ερμηνεία και εξήγηση