"Όποτε κάνεις κάτι επειδή πρέπει, θα αποτύχεις". Τι εννοεί η φράση αυτή; Ίσως εννοεί πως το "πρέπει" δεν είναι κάτι που απορρέει από μέσα μας αλλά κάτι που επιβάλλεται από εξωτερικούς παράγοντες. Όμως το "πρέπει", καθώς και κάθε άλλο απρόσωπο ρήμα τέτοιου τύπου, όπως "απαγορεύεται", "δεν κάνει", "επιτρέπεται/δεν επιτρέπεται", αφήνει ένα ερώτημα: ποιος κρύβεται από πίσω; Ποιος απαγορεύει ή επιτρέπει; Η απάντηση, κατά τη γνώμη μου, είναι πως η κοινωνία είναι το υπονοούμενο υποκείμενο. Η ηθική (δηλαδή το τι θεωρείται σωστό), η παράδοση (τι μας έχει περάσει από τις προηγούμενες γενιές ως πρέπον) και ο νόμος (η επίσημη καταγραφή του τι επιτρέπεται και τι όχι, την οποία ακολουθούμε τυφλά).
Ας τα πάρουμε με τη σειρά: ηθική. Η ιδέα της κοινωνίας, της κοινής γνώμης αν θέλετε, για το τι είναι καλό. Πόσο μας επηρεάζει και πόσο μας αντιπροσωπεύει; Μας επηρεάζει άμεσα, πιστεύω, διότι κάθε μας κίνηση, ιδιωτική και δημόσια (κυρίως δημόσια) φιλτράρεται και κρίνεται από άπειρους κριτές: ο τρόπος που θα ντυθούμε, που θα επικοινωνήσουμε, που θα στεκόμαστε, τα άτομα στα οποία θα μιλήσουμε, ή γενικώς κάθε πτυχή της "δημόσιας εικόνας" μας. Τα αρνητικά είναι δύο: πρώτον, ο άνθρωπος είναι ατελής. Καμία άποψή του καθενός από μας δεν είναι απόλυτα σωστή ή αλάνθαστη αλλά καθορίζεται από τα διδάγματα της οικογένειας, τις θρησκευτικές πεποιθήσεις, τις προκαταλήψεις και τις φοβίες μας. Δεύτερον, ακόμη κι αν υποθέσουμε πως οι απόψεις κάποιου είναι σωστές, η κοινωνία είναι το σύνολο όλων αυτών των διαφορετικών απόψεων. Η ηθική δηλαδή συνολικά διαμορφώνεται από όλες αυτές τις ετερόκλητες "φωνές" και είναι ασταθής, ευμετάβλητη και συνεχώς μεταβαλλόμενη. Είναι δυνατόν λοιπόν τα ατέλειωτα "πρέπει" και "απαγορεύεται" αυτής να μας αντιπροσωπεύουν; Η ατομική μας άποψη έχει χαθεί και θαφτεί κάτω από μια σωρεία απόψεων και προσωπικοτήτων...
Μετά έρχεται η παράδοση. Τα διδάγματά της έρχονται από το παρελθόν, από το πώς σκέφτονταν και δρούσαν οι "σοφοί μας πρόγονοι" και μας συμβουλεύουν όπου η σημερινή ηθική της κοινωνίας χωλαίνει. Μέχρι εδώ καλά. Τα μειονεκτήματα παρόλα αυτά της παράδοσης είναι πολλά και σημαντικά. Πρώτον και κυριότερον, η παράδοση είναι στην ουσία η ηθική μιας άλλης εποχής, πεπαλαιωμένη και συνημμένη με άλλα δεδομένα, που σίγουρα δεν αναφέρονται στο σήμερα. Οι αξίες του χτες, έπειτα, ακόμα κι αν δεχτούμε πως είναι σωστές, είναι σχεδόν ακατανόητες, διότι δεν γνωρίζουμε από πού πηγάζουν. Τις ξέρουμε δηλαδή όπως ακριβώς είναι, χωρίς να γνωρίζουμε τους λόγους που υπάρχουν ούτε την αιτία που τις έκανε σημαντικές. Πώς εφαρμόζεις λοιπόν μια αξία που δεν κατανοείς; Την ακολουθείς τυφλά; Προφανώς. Γι' αυτό και η συντριπτική πλειοψηφία δεν καταλαβαίνει τι κάνει όταν βασίζεται στην παράδοση. Και όταν κάνεις κάτι που δεν καταλαβαίνεις, θα το κάνεις σίγουρα εσφαλμένα.
Τρίτος και βαρύτερος έρχεται ο νόμος. Η επίσημη εκδοχή της κοινωνίας για το τι είναι σωστό. Το πρώτο που θα αναφέρω για τον νόμο είναι πως είναι μια ανθρώπινη σύμβαση και τίποτα παραπάνω. Δεν είναι το απόλυτα σωστό αλλά σχετικοποιείται πάντα. Για παράδειγμα, πράγματα που σήμερα θεωρούνται απαράδεκτα, παλιότερα ήταν αποδεκτά, ίσως ίσως και αναγκαία. Ο φόνος, που σήμερα δεν δικαιολογείται (εκτός από την περίπτωση της αυτοάμυνας), σε παλιότερες εποχές προστατευόταν σε πολλές περιπτώσεις. Τα εγκλήματα τιμής, η θανατική ποινή, η διαπόμπευση που είχε αποτέλεσμα την θανάτωση κάποιου, όλα αυτά είναι παραδείγματα πως σε άλλες εποχές ο φόνος ήταν ανεκτός σε συγκεκριμένες περιπτώσεις. Πέρα από τη διαφορά στο χρόνο όμως, τοπικά επίσης υπάρχουν πολλές διαφοροποιήσεις. Άλλες κοινωνίες δέχονται τη θανατική ποινή, άλλες δέχονται τα εγκλήματα ποινής, άλλες ακόμα και το βιασμό! Άρα, ή κάποιοι νομοθέτες είναι σωστοί και κάποιοι όχι ή απλά το νομικό σύστημα είναι συνολικά κάτι ευμετάβλητο και αμφιλεγόμενο. Το ερώτημα που προκύπτει αναπόφευκτα είναι: πρέπει να υπάρχει νόμος;
Μολονότι οφείλουμε να δεχτούμε τα μειονεκτήματα του νόμου, οφείλουμε να δεχτούμε και την αναγκαιότητά του. Ο καθένας που, χρησιμοποιώντας τη λογική του, συμπεραίνει πως μια αναρχία οδηγεί αναπόφευκτα στο χάος, συνειδητοποιεί πως η ύπαρξη έστω μιας βασικής νομοθεσίας είναι αναγκαστική. Μια κοινωνία πρέπει (να που εμφανίζεται το πρέπει!) να έχει κάποιους βασικούς κανόνες, οι οποίοι αργότερα διακλαδώνονται, περιπλέκονται και υπεισέρχονται σε λεπτομέρειες, για να είναι βιώσιμη και να μη λειτουργεί ο καθένας μας αποκλειστικά από ένστικτο. Και εδώ έχω μόλις εισάγει τη λέξη-κλειδί.
Ένστικτο. Αυτό το στοιχείο που μας έχει ενσταλαχθεί από τη γέννηση και μας προτρέπει να κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν για την επιβίωσή μας. Απαιτεί να φάμε όποτε πεινάμε, να συντρίψουμε τους ανταγωνιστές μας με κάθε κόστος, να κυνηγήσουμε αγαθά και να τα προστατέψουμε με όποια μέσα έχουμε, κοινώς να κάνουμε τα πάντα για το προσωπικό μας συμφέρον. Από τη στιγμή όμως που ο άνθρωπος άρχισε να σχηματίζει κοινωνίες, μετά από αμέτρητα θα έλεγα αιματηρά επεισόδια, έθεσε κάποιους κανόνες που τιθασεύουν τα ένστικτα και μας χωρίζουν από τις κοινωνίες των άλογων ζώων. Και το βασικό σημείο κάθε κοινωνίας έγκειται εκεί, κατ' εμέ: στη μαζική τιθάσευση των ενστίκτων. Στην ανάγκη του μαζικού σχηματισμού να αποτρέψει τη δημιουργία του χάους από την ανεξέλεγκτη χρήση του βασικού ενστίκτου του καθενός μας.
Αυτό ακούγεται σαν θυσία της προσωπικότητας στο βωμό της μάζας. Και δεν απέχει πολύ απ' την αλήθεια. Προκειμένου να μην κυριαρχεί ο ισχυρότερος και να υπάρχει μια ειρηνική συμβίωση και ισορροπία οφείλουμε να κάνουμε κάποιες θυσίες. Πόσες όμως; Μέχρι ποιο σημείο; Υποτίθεται πως οι νόμοι και η ηθική υπαγορεύονται από τη λογική. Αλλά η καταπίεση σε τέτοιο βαθμό των ενστίκτων δε φέρνει πάντα το επιθυμητό αποτέλεσμα. Πολλές μορφές τρέλας, κατάθλιψης και περιπτώσεις έλλειψης κοινωνικοποίησης προκύπτουν από την καταπίεση κάποιου από την κοινωνία. Επίσης, πολλές φορές η ανάγκη των ανθρώπων να απαλλαγούν από τους περιορισμούς τις κοινωνίας τους πιέζει να διοχετεύσουν την καταπιεσμένη ενέργεια των ενστίκτων τους σε παράλογες και ανεξέλεγκτες μορφές βίας. Δηλαδή μετά το φιλτράρισμα της κοινωνίας, το ένστικτο, που ουσιαστικά υπάρχει για να μας κάνει την επιβίωση ανάγκη, λειτουργεί αρνητικά και κατασταλτικά προς εμάς τους ίδιους, πράγμα ανεπίτρεπτο.
Το συμπέρασμα που βγάζω από τον συλλογισμό αυτόν είναι το εξής: εφόσον αναγκαζόμαστε να ζούμε σε μια κοινωνία, εφόσον πρέπει να επιβάλλουμε κάποιους κανόνες στον εαυτό μας, ας οριοθετήσουμε τα πράγματα. Όπου νιώθουμε πως δε συμβαδίζουμε με την κοινωνία, όπου η λογική ή και το ένστικτό μας δε βρίσκει αντίκρισμα, οφείλουμε να κοιτάξουμε και να προστατέψουμε τον εαυτό μας. Αν η ύπαρξή μας έχει όντως ισορροπία ανάμεσα στα δύο, τότε το πράγμα θα δουλέψει. Κάθε όμως παρέκκλιση από την ισορροπία θα δημιουργεί προβλήματα. Αν το ένστικτο υπερισχύει της λογικής, τότε ο φόνος και η βία θα είναι αναπόφευκτα όπου κι αν βρεθεί εμπόδιο στο προσωπικό συμφέρον. Αν η λογική υπερισχύσει του ενστίκτου, θα φτάσουμε να υπερασπιζόμαστε την κοινωνία και το "δίκαιο των άλλων" πάνω από το δικό μας, με αποτέλεσμα να ποδοπατήσουμε αμετάκλητα την προσωπικότητά μας (και υπάρχουν άπειρα παραδείγματα ανθρώπων που υπέστησαν συνέπειες λόγω αυτής της έλλειψης ισορροπίας). Αν όντως υπάρξει η ισορροπία, μπορούμε να συμβαδίσουμε με την κοινωνία σχεδόν σε ιδανικό σημείο (ή τουλάχιστον όσο εγγύτερα στο ιδανικό είναι δυνατόν να φτάσουμε).
"Όποτε κάνεις κάτι επειδή πρέπει, θα αποτύχεις". Όποτε δώσεις όμως λογική στην πράξη και το "πρέπει" μετατραπεί σε "είναι καλό" και "είναι συμφέρον", τότε μπορείς να δώσεις όλη την ενέργειά σου σ' αυτήν και να επιτύχεις. Αν ανακαλύψεις ότι το "πρέπει" αυτό είναι παράλογο, το ένστικτό μου λέει να μην το ακολουθήσεις καν.
Ας τα πάρουμε με τη σειρά: ηθική. Η ιδέα της κοινωνίας, της κοινής γνώμης αν θέλετε, για το τι είναι καλό. Πόσο μας επηρεάζει και πόσο μας αντιπροσωπεύει; Μας επηρεάζει άμεσα, πιστεύω, διότι κάθε μας κίνηση, ιδιωτική και δημόσια (κυρίως δημόσια) φιλτράρεται και κρίνεται από άπειρους κριτές: ο τρόπος που θα ντυθούμε, που θα επικοινωνήσουμε, που θα στεκόμαστε, τα άτομα στα οποία θα μιλήσουμε, ή γενικώς κάθε πτυχή της "δημόσιας εικόνας" μας. Τα αρνητικά είναι δύο: πρώτον, ο άνθρωπος είναι ατελής. Καμία άποψή του καθενός από μας δεν είναι απόλυτα σωστή ή αλάνθαστη αλλά καθορίζεται από τα διδάγματα της οικογένειας, τις θρησκευτικές πεποιθήσεις, τις προκαταλήψεις και τις φοβίες μας. Δεύτερον, ακόμη κι αν υποθέσουμε πως οι απόψεις κάποιου είναι σωστές, η κοινωνία είναι το σύνολο όλων αυτών των διαφορετικών απόψεων. Η ηθική δηλαδή συνολικά διαμορφώνεται από όλες αυτές τις ετερόκλητες "φωνές" και είναι ασταθής, ευμετάβλητη και συνεχώς μεταβαλλόμενη. Είναι δυνατόν λοιπόν τα ατέλειωτα "πρέπει" και "απαγορεύεται" αυτής να μας αντιπροσωπεύουν; Η ατομική μας άποψη έχει χαθεί και θαφτεί κάτω από μια σωρεία απόψεων και προσωπικοτήτων...
Μετά έρχεται η παράδοση. Τα διδάγματά της έρχονται από το παρελθόν, από το πώς σκέφτονταν και δρούσαν οι "σοφοί μας πρόγονοι" και μας συμβουλεύουν όπου η σημερινή ηθική της κοινωνίας χωλαίνει. Μέχρι εδώ καλά. Τα μειονεκτήματα παρόλα αυτά της παράδοσης είναι πολλά και σημαντικά. Πρώτον και κυριότερον, η παράδοση είναι στην ουσία η ηθική μιας άλλης εποχής, πεπαλαιωμένη και συνημμένη με άλλα δεδομένα, που σίγουρα δεν αναφέρονται στο σήμερα. Οι αξίες του χτες, έπειτα, ακόμα κι αν δεχτούμε πως είναι σωστές, είναι σχεδόν ακατανόητες, διότι δεν γνωρίζουμε από πού πηγάζουν. Τις ξέρουμε δηλαδή όπως ακριβώς είναι, χωρίς να γνωρίζουμε τους λόγους που υπάρχουν ούτε την αιτία που τις έκανε σημαντικές. Πώς εφαρμόζεις λοιπόν μια αξία που δεν κατανοείς; Την ακολουθείς τυφλά; Προφανώς. Γι' αυτό και η συντριπτική πλειοψηφία δεν καταλαβαίνει τι κάνει όταν βασίζεται στην παράδοση. Και όταν κάνεις κάτι που δεν καταλαβαίνεις, θα το κάνεις σίγουρα εσφαλμένα.
Τρίτος και βαρύτερος έρχεται ο νόμος. Η επίσημη εκδοχή της κοινωνίας για το τι είναι σωστό. Το πρώτο που θα αναφέρω για τον νόμο είναι πως είναι μια ανθρώπινη σύμβαση και τίποτα παραπάνω. Δεν είναι το απόλυτα σωστό αλλά σχετικοποιείται πάντα. Για παράδειγμα, πράγματα που σήμερα θεωρούνται απαράδεκτα, παλιότερα ήταν αποδεκτά, ίσως ίσως και αναγκαία. Ο φόνος, που σήμερα δεν δικαιολογείται (εκτός από την περίπτωση της αυτοάμυνας), σε παλιότερες εποχές προστατευόταν σε πολλές περιπτώσεις. Τα εγκλήματα τιμής, η θανατική ποινή, η διαπόμπευση που είχε αποτέλεσμα την θανάτωση κάποιου, όλα αυτά είναι παραδείγματα πως σε άλλες εποχές ο φόνος ήταν ανεκτός σε συγκεκριμένες περιπτώσεις. Πέρα από τη διαφορά στο χρόνο όμως, τοπικά επίσης υπάρχουν πολλές διαφοροποιήσεις. Άλλες κοινωνίες δέχονται τη θανατική ποινή, άλλες δέχονται τα εγκλήματα ποινής, άλλες ακόμα και το βιασμό! Άρα, ή κάποιοι νομοθέτες είναι σωστοί και κάποιοι όχι ή απλά το νομικό σύστημα είναι συνολικά κάτι ευμετάβλητο και αμφιλεγόμενο. Το ερώτημα που προκύπτει αναπόφευκτα είναι: πρέπει να υπάρχει νόμος;
Μολονότι οφείλουμε να δεχτούμε τα μειονεκτήματα του νόμου, οφείλουμε να δεχτούμε και την αναγκαιότητά του. Ο καθένας που, χρησιμοποιώντας τη λογική του, συμπεραίνει πως μια αναρχία οδηγεί αναπόφευκτα στο χάος, συνειδητοποιεί πως η ύπαρξη έστω μιας βασικής νομοθεσίας είναι αναγκαστική. Μια κοινωνία πρέπει (να που εμφανίζεται το πρέπει!) να έχει κάποιους βασικούς κανόνες, οι οποίοι αργότερα διακλαδώνονται, περιπλέκονται και υπεισέρχονται σε λεπτομέρειες, για να είναι βιώσιμη και να μη λειτουργεί ο καθένας μας αποκλειστικά από ένστικτο. Και εδώ έχω μόλις εισάγει τη λέξη-κλειδί.
Ένστικτο. Αυτό το στοιχείο που μας έχει ενσταλαχθεί από τη γέννηση και μας προτρέπει να κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν για την επιβίωσή μας. Απαιτεί να φάμε όποτε πεινάμε, να συντρίψουμε τους ανταγωνιστές μας με κάθε κόστος, να κυνηγήσουμε αγαθά και να τα προστατέψουμε με όποια μέσα έχουμε, κοινώς να κάνουμε τα πάντα για το προσωπικό μας συμφέρον. Από τη στιγμή όμως που ο άνθρωπος άρχισε να σχηματίζει κοινωνίες, μετά από αμέτρητα θα έλεγα αιματηρά επεισόδια, έθεσε κάποιους κανόνες που τιθασεύουν τα ένστικτα και μας χωρίζουν από τις κοινωνίες των άλογων ζώων. Και το βασικό σημείο κάθε κοινωνίας έγκειται εκεί, κατ' εμέ: στη μαζική τιθάσευση των ενστίκτων. Στην ανάγκη του μαζικού σχηματισμού να αποτρέψει τη δημιουργία του χάους από την ανεξέλεγκτη χρήση του βασικού ενστίκτου του καθενός μας.
Αυτό ακούγεται σαν θυσία της προσωπικότητας στο βωμό της μάζας. Και δεν απέχει πολύ απ' την αλήθεια. Προκειμένου να μην κυριαρχεί ο ισχυρότερος και να υπάρχει μια ειρηνική συμβίωση και ισορροπία οφείλουμε να κάνουμε κάποιες θυσίες. Πόσες όμως; Μέχρι ποιο σημείο; Υποτίθεται πως οι νόμοι και η ηθική υπαγορεύονται από τη λογική. Αλλά η καταπίεση σε τέτοιο βαθμό των ενστίκτων δε φέρνει πάντα το επιθυμητό αποτέλεσμα. Πολλές μορφές τρέλας, κατάθλιψης και περιπτώσεις έλλειψης κοινωνικοποίησης προκύπτουν από την καταπίεση κάποιου από την κοινωνία. Επίσης, πολλές φορές η ανάγκη των ανθρώπων να απαλλαγούν από τους περιορισμούς τις κοινωνίας τους πιέζει να διοχετεύσουν την καταπιεσμένη ενέργεια των ενστίκτων τους σε παράλογες και ανεξέλεγκτες μορφές βίας. Δηλαδή μετά το φιλτράρισμα της κοινωνίας, το ένστικτο, που ουσιαστικά υπάρχει για να μας κάνει την επιβίωση ανάγκη, λειτουργεί αρνητικά και κατασταλτικά προς εμάς τους ίδιους, πράγμα ανεπίτρεπτο.
Το συμπέρασμα που βγάζω από τον συλλογισμό αυτόν είναι το εξής: εφόσον αναγκαζόμαστε να ζούμε σε μια κοινωνία, εφόσον πρέπει να επιβάλλουμε κάποιους κανόνες στον εαυτό μας, ας οριοθετήσουμε τα πράγματα. Όπου νιώθουμε πως δε συμβαδίζουμε με την κοινωνία, όπου η λογική ή και το ένστικτό μας δε βρίσκει αντίκρισμα, οφείλουμε να κοιτάξουμε και να προστατέψουμε τον εαυτό μας. Αν η ύπαρξή μας έχει όντως ισορροπία ανάμεσα στα δύο, τότε το πράγμα θα δουλέψει. Κάθε όμως παρέκκλιση από την ισορροπία θα δημιουργεί προβλήματα. Αν το ένστικτο υπερισχύει της λογικής, τότε ο φόνος και η βία θα είναι αναπόφευκτα όπου κι αν βρεθεί εμπόδιο στο προσωπικό συμφέρον. Αν η λογική υπερισχύσει του ενστίκτου, θα φτάσουμε να υπερασπιζόμαστε την κοινωνία και το "δίκαιο των άλλων" πάνω από το δικό μας, με αποτέλεσμα να ποδοπατήσουμε αμετάκλητα την προσωπικότητά μας (και υπάρχουν άπειρα παραδείγματα ανθρώπων που υπέστησαν συνέπειες λόγω αυτής της έλλειψης ισορροπίας). Αν όντως υπάρξει η ισορροπία, μπορούμε να συμβαδίσουμε με την κοινωνία σχεδόν σε ιδανικό σημείο (ή τουλάχιστον όσο εγγύτερα στο ιδανικό είναι δυνατόν να φτάσουμε).
"Όποτε κάνεις κάτι επειδή πρέπει, θα αποτύχεις". Όποτε δώσεις όμως λογική στην πράξη και το "πρέπει" μετατραπεί σε "είναι καλό" και "είναι συμφέρον", τότε μπορείς να δώσεις όλη την ενέργειά σου σ' αυτήν και να επιτύχεις. Αν ανακαλύψεις ότι το "πρέπει" αυτό είναι παράλογο, το ένστικτό μου λέει να μην το ακολουθήσεις καν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου