Παρασκευή 4 Απριλίου 2014

Είναι απαραίτητη η Αρχαία Ελληνική Γλώσσα;

   Είναι απαραίτητη η Αρχαία Ελληνική Γλώσσα; Τι ερώτημα κι αυτό. Λίγο-πολύ το έχει σκεφτεί ο καθένας μας, και συνήθως τα συμπεράσματα είναι συγκεχυμένες απαντήσεις. Πώς να καταλάβουμε όμως την αναγκαιότητά της, όταν κανένας δεν έχει μπει στον κόπο να την αναζητήσει, πόσο μάλλον να μας την διδάξει; Το αποτέλεσμα είναι ενήλικες ημιμαθείς, με κουτσουρεμένη ορθογραφία, λεξιλόγιο πτωχότατο και ρητορική δεινότητα εφάμιλλη μουγκού.
   Προφανώς κι αυτά τα χαρακτηριστικά δεν πτοούν τον νεοέλληνα. Εξάλλου, αν μη τι άλλο, τα μέσα πλέον εκθειάζουν την ενασχόληση με οτιδήποτε άλλο πέρα από το πνεύμα. Τα ινδάλματα που προβάλλονται πλέον είναι τόσο μακριά από τον κόσμο της γνώσης και του πνεύματος, ώστε, όποιος προσπαθεί να μάθει κάτι παραπάνω σε ό,τι αφορά τον τομέα γλώσσας και λογοτεχνίας, παραγκωνίζεται ως παρακατιανός. Και κάπως έτσι φτάνουμε στο γνωστό σημείο με ένα ποσοστό 90% περίπου του πληθυσμού να έχει μαύρα μεσάνυχτα αλλά άποψη και το υπόλοιπο 10% να έχει γνώση αλλά άποψη που δεν ακούγεται. Κι έτσι διαιωνίζεται και προκρίνεται η αμάθεια/ημιμάθεια, ενώ η ενασχόληση με ποίηση, λογοτεχνία και γλώσσα απορρίπτεται σε μεγάλο βαθμό.
   Υπάρχουν όμως σοβαροί λόγοι για να ασχοληθούμε με την αρχαία μας γλωσσική κληρονομιά, από τα σχολικά μας χρόνια κιόλας. Ο πρώτος λόγος που θα αναφέρω είναι αμιγώς γλωσσικός. Έχει να κάνει με την γνώση της νέας ελληνικής. Το να μιλάει λοιπόν κανείς τη νέα ελληνική χωρίς καμία γνώση της αρχαίας είναι σαν να χρησιμοποιεί μια ζωή το διακόπτη για να ανάβει το φως, χωρίς ποτέ του να μάθει τι είναι ρεύμα. Γνωρίζει δηλαδή αυτό που βλέπει, το λίγο που έμαθε, δίχως να ψάξει για την πραγματική πηγή της ενέργειας που υπάρχει μπροστά του. Έτσι κι ο ομιλητής αυτός: χρησιμοποιεί (παπαγαλίζοντας συνήθως) έννοιες που άκουσε, που του φαίνονται ωραίες και σημαντικές αλλά χωρίς να καταλαβαίνει την πραγματική σημασία τους. Ρώτα τον τι σημαίνει αυτό που είπε, ρώτα τον από πού προέρχεται η έννοια και θα πελαγώσει. Είμαι σίγουρος πως τέτοιοι ημιμαθείς άνθρωποι πάντοτε ξέρουν να σου πουν "τι είναι σημαντικό" αλλά αν τους ρωτήσεις τι σημαίνει "σημαντικός", έχουν στο νου τους τη λέξη ως ταυτόσημη του "σπουδαίος". Αν δεν έχεις ένα βασικό υπόβαθρο αρχαίας ελληνικής, φίλε μου, δε θα ανακαλύψεις ποτέ το "σημαίνω" που κρύβεται πίσω από τη λέξη, δηλαδή το "δείχνω" σε ελεύθερη μετάφραση. Ο σημαντικός είναι αυτός που δείχνει, ενώ ο σπουδαίος (σπουδή= βιασύνη) είναι ο βιαστικός. Η έννοια του "σημαντικού", του "πετυχημένου", έχει έρθει συνειρμικά στη λέξη σπουδαίος: βιαστικός, άρα πιθανότατα και πολυπράγμων, άρα πιθανότατα και πετυχημένος. Πώς λοιπόν είναι ταυτόσημες οι έννοιες;
   Έπειτα, πέρα από ετυμολογία και σημασιολογία (γνώσεις απαραίτητες φυσικά αν θες να γνωρίζεις σε βάθος τι λες), υπάρχει το πρόβλημα των "κενών" που παρουσιάζει η νέα ελληνική, διότι δεν κατάφερε ποτέ να αντικαταστήσει τέλεια την αρχαία. Προσπαθήστε να μου δώσετε τη γενική πληθυντικού του ουσιαστικού "η κοπελίτσα" (των κοπελίτσων; των κοπελιτσών;). Θα σας πάρει λίγη ώρα μέχρι να βρείτε μια αβέβαιη απάντηση, διότι δεν ξέρετε ποιο είναι το σωστό: δεν υπάρχει σωστό, διότι ποτέ δεν καθιερώθηκε. Απλά χρησιμοποιούμε αυτό που ακούγεται καλύτερα στ' αφτιά μας. Προσπαθήστε τώρα να μου δώσετε το γ' ενικό πρόσωπο παρατατικού του ρήματος "θεωρούμαι" (θεωρούνταν/θεωριόταν;). Πάλι το ίδιο. Κι αυτά είναι δύο από τα πολλά παραδείγματα του πόσο χωλαίνει η νέα ελληνική χωρίς την υποστήριξη της αρχαίας. Όχι πως ο γνώστης της αρχαίας μπορεί αυτόματα να δώσει λύσεις σε όλα. Αλλά ξέρει πού πατάει, πού έχει στέρεη γη και πού κινούμενη άμμο.
   Ο τρίτος λόγος που θα δώσω είναι πιο πολύ ψυχολογικός ή κοινωνικός αν θέλετε. Έχει να κάνει με το τι συμπεράσματα βγάζουμε για τον απέναντί μας όταν επικοινωνούμε, είτε γραπτά είτε προφορικά. Πρώτη περίπτωση: έχουμε απέναντί μας έναν συνομιλητή που γνωρίζει "άπταιστα ελληνικά". Αυτός ο άνθρωπος, ακόμα κι αν είναι ο πιο αντιπαθής, ακόμα κι αν οι απόψεις του είναι απαράδεκτες, υποσυνείδητα έχει κερδίσει το θαυμασμό μας για τον τρόπο που μιλάει: γνωρίζει το μέσο που χρησιμοποιεί για να μας πείσει. Δεν αφήνει κενά ανάμεσα στα λεγόμενά του (τα περισσότερα κενά που αφήνουμε είναι συνήθως έλλειψη λεξιλογίου), δεν αφήνει μισοτελειωμένες προτάσεις, δεν αφήνει στη μέση το συλλογισμό του για να περάσει σε έναν άλλον. Από την άλλη, αυτός που δεν ξέρει να μιλήσει, ακόμα και να μας μιλάει για προσφιλή πράγματα και ωραίες ιδέες, μας ξενίζει: μας δίνει αμέσως την εντύπωση του αδιάβαστου, αυτού που ποτέ του δεν καταπιάστηκε με το λόγο. Δεν έχει σημασία αν είναι σωστός ή όχι: το έχει χάσει στην πορεία.
   Αν περάσουμε στο γραπτό λόγο τώρα, εκεί επικρατεί το χάος. Η ορθογραφία είναι ένας σκόπελος αδιάβατος μα και αόρατος για τον αμύητο. Εκεί που ο διαβασμένος θα περάσει με άνεση, ο μη διαβασμένος θα κολλήσει και θα μπλοκάρει καθώς γράφει, ή ακόμα χειρότερα, δε θα έχει καν συναίσθηση των λαθών του. Για άλλη μια φορά υπάρχει αυτή η υποσυνείδητη κριτική του ατόμου βάσει της επιτυχίας στον τρόπο που επικοινωνεί. Ο ορθογραφημένος, πλούσιος λόγος επιβραβεύεται (το μήνυμα περνάει στον εγκέφαλο πριν καν το συνειδητοποιήσουμε), ενώ ο άξεστος και φτωχός απορρίπτεται: έχει χάσει τη δύναμη και την πειστικότητά του. Αν ακόμα κι αυτό, άνθρωπε, δεν είναι ικανό να σε πείσει για τη χρησιμότητα της γλώσσας και της καλής γνώσης της, τότε μην απορείς μετά που δε σε προσέχουν όταν μιλάς.
   Ο επόμενος λόγος φυσικά είναι ο γιγαντιαίος όγκος γραπτών κειμηλίων που μας άφησαν οι αρχαίοι μας πρόγονοι. Δεν είναι μόνο ότι ασχολούνται λίγοι με αυτά: σημαντικότερη κι από την αδιαφορία βρίσκω και την κριτική απέναντι σε όσους ασχολούνται. Πώς να καταλάβει κανείς βασικές έννοιες φιλοσοφίας, έπους, δράματος χωρίς να έχει διαβάσει αρχαία ελληνικά κείμενα; Έχετε την εντύπωση πως οι ταινίες, αυτή η εύκολη λύση για ψυχαγωγία, είναι απόλυτα ξεχωριστή από τα αρχαία κείμενα; Γελιέστε. Οι κωμωδίες δε θα ήταν ποτέ αυτές που ήταν χωρίς τη μελέτη του Αριστοφάνη. Οι τραγικές σκηνές στις ταινίες θα είχαν λιγότερο βάθος χωρίς το πάθος, το διδαγμένο από τον Σοφοκλή και τον Ευρυπίδη. Οι επικές ταινίες δε θα σκιαγραφούσαν με τόση δυναμική τους πρωταγωνιστές, αν πρώτα ο σκηνοθέτης (ή η σχολή που τον έκανε σκηνοθέτη) δεν είχε υπ' όψιν της τον Όμηρο.
   Όσον πάλι αφορά τις επιστήμες. Να είστε σίγουροι πως ο διαχωρισμός θεωρητικών και θετικών επιστημών είναι σχετικά πρόσφατος. Αν δεν υπήρχαν τα αρχαία ελληνικά κείμενα δε θα είχε αναπτυχθεί η τεχνολογία και η επιστήμη όπως την γνωρίζουμε σήμερα. Είναι τόσο αδιάφορη αυτή η πορεία από τις βάσεις της επιστήμης μέχρι το αποκορύφωμά της, ώστε δεν αξίζει να ασχοληθείτε;
   Από την άλλη υπάρχει η γνώση της Ιστορίας. Ίσως η σημαντικότερη γνώση απ' όλες. Δεν ζητάω να εμπιστευθείτε τον οποιονδήποτε εκδότη βιβλίου ιστορίας. Ξέρω πόσο αμφίβολες είναι οι οπτικές γωνίες, ξέρω πόσο υποκινούμενες πολλές ιδέες. Ζητάω από αυτόν που θέλει να μάθει να διαβάσει Θουκυδίδη, Ξενοφώντα. Εκτός του ότι ο αναγνώστης θα μάθει πράγματα που ποτέ δεν είχε την ευκαιρία να μάθει, θα νιώσει στο πετσί του το πόσο κοινές είναι εκείνες οι εποχές με το σήμερα. Θα μπορέσει να συγκρίνει και να καταλάβει. Να διδαχτεί και να δράσει.
   Συνοπτικά η δική μου οπτική γωνία για την ιστορία είναι η εξής: ένα μικρό παιδάκι βάζει το χέρι του στην πρίζα, με τραγικά αποτελέσματα. Δεν υπάρχει τρόπος να πει μετέπειτα το τι έπαθε, γιατί το έπαθε ή να προειδοποιήσει εμάς τους υπόλοιπους. Ο ιστορικός/ιστοριογράφος είναι αυτός που είδε το δυστύχημα και βάζει στον τοίχο μια προειδοποίηση για τον κίνδυνο που περιμένει όποιον κάνει το ίδιο. Παρόλα αυτά υπάρχουν πάντα οι αδαείς που δεν ξέρουν να διαβάσουν την προειδοποίηση αυτήν, αυτοί που απλά δεν την είδαν ή αυτοί που την είδαν και αδιαφόρησαν. Το τέλος τους είναι μοιραίο. Θέλετε να είστε αυτοί που θα βάλουν το χέρι στην πρίζα ή αυτοί που θα διαβάσουν την προειδοποίηση; Θέλετε να είστε αυτοί που θα διαβάσουν Ιστορία ή αυτοί που θα την αγνοήσουν; Κι αν θέλετε να μάθετε, πώς θα το καταφέρετε χωρίς το κατάλληλο υπόβαθρο;
   Ένας ακόμα λόγος για την καλή γνώση της αρχαίας, ενδογλωσσικός, είναι η δύναμη της γλώσσας μας. Δεν το συνειδητοποιούν όλοι πως η κάθε λέξη έχει δύναμη, ένα νόημα αρχέγονο, ακατάπαυστο. Π.χ. ακόμα και στη λέξη ασυγκράτητος υπάρχει η έννοια του κρατώ. Ακόμα και στον αντικατοπτρισμό, υπάρχει η έννοια του ορώ, του βλέπω. Δε χάνεται, όσο περίπλοκη, δύσκολη ή αντιφατική κι αν είναι η λέξη. Και γι' αυτό όσοι ξέρουν απόζητούν τη γνώση ορθογραφίας. Ο θάνατος της ορθογραφίας, η κατάργηση της ποικιλίας φωνηέντων θα φέρει πολλές δυσερμηνείες μαζί του. Ένα παράδειγμα: ακόμα κι αν δεν ξέρω τι σημαίνει εφάμιλλος, εάν συναντήσω τη λέξη μπροστά μου, μπορώ να ξεχωρίσω τα στοιχεία επί+άμιλλα. Μπορώ να κάνω το συνειρμό άμιλλα>συναγωνισμός και να υποθέσω ότι μιλάμε για κάτι "παρόμοιο", εφόσον συναγωνίζεται την προαναφερόμενη λέξη. Αν δεν υπήρχε ορθογραφία, τότε το εφάμιλο θα με πήγαινε στο άμιλο (άμυλο) και θα έψαχνα να μετρήσω το βάρος μου με μανόμετρο.
   Τέλος, έχοντας εξωτερικεύσει την ανάγκη μου να δείξω πόσο αναγκαία είναι η γνώση της αρχαίας ελληνικής, μπορώ με ασφάλεια να πω ότι υπάρχουν πολλά ακόμα να ειπωθούν. Η καλή γνώση της αρχαίας φέρνει και καλύτερη γνώση της νέας ελληνικής. Εξάλλου η γλώσσα φέρνει δύναμη. Η γλώσσα είναι δύναμη. Αν μιλήσω για ένα υπέροχο, θεσπέσιο γεύμα με τα κρεατικά να σπάνε τη μύτη, το ψαχνό κρέας να λιώνει στο στόμα, τη ζουμερή μπριζόλα να αχνίζει έτοιμη να καταβροχθιστεί, το ζεστό ψωμί να έχει την πιο ευχάριστη γεύση, τη φρέσκια σαλάτα να αφήνει στο στόμα την ιδέα λαδόξιδου, ε τότε πιθανότατα έχετε πεινάσει και μόνο που το διαβάσατε. Με αυτή την άτεχνη και πρόχειρη προσπάθεια. Φανταστείτε τι μπορεί να πετύχει μια εκπαιδευμένη γλώσσα, ένας καλοζυγισμένος και στοχευμένος λόγος...
     

  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου