Άραγε ο κόσμος των βιβλίων είναι μοναχικός ή μπορεί να τον βιώσει κανείς με παρέα; Σημειωτέον ότι επίτηδες χρησιμοποιώ τον γενικότατο όρο "κόσμος των βιβλίων", διότι θέλω να καλύψω μια μεγάλη γκάμα ανθρώπων και καταστάσεων.
Το ερώτημα αυτό είναι αρκετά επίκαιρο, θα έλεγα. Είναι η σύγκρουση δύο τάσεων. Η πρώτη τάση είναι η παραδοσιακή τάση που έχει μείνει γνωστή παλαιόθεν. Η εικόνα, δηλαδή, ενός ανθρώπου που κλείνεται σε ένα σκοτεινό δωμάτιο, αποκομμένος από τον κόσμο, για να διαβάσει. Ή, για να το ωραιοποιήσω λίγο, η εικόνα μιας καλοντυμένης κοπέλας που διαβάζει σε μια αναπαυτική πολυθρόνα ή σε μια σεζλόνγκ στον κήπο του πλούσιου σπιτιού της. Αυτές οι εικόνες είναι λογικότατες, αλλά όχι για τις μέρες μας. Ανήκουν στο παρελθόν. Σε ένα παρελθόν όπου ο μέσος όρος αναλφαβητισμού ήταν τραγικά μεγάλος, όπου η ανάγνωση βιβλίων ήταν ένα σπορ για πλούσιους και αριστοκράτες και ο μέσος άνθρωπος δεν είχε καμία σχέση με τη διαδικασία. Η κατάσταση όμως έχει αλλάξει.
Σήμερα το βιβλίο είναι ένα σπορ για όλες τις τάξεις. Εντάξει, και πάλι ο πλούσιος/η πλούσια που έχει τον χρόνο και την πολυτέλεια να αγοράζει και να διαβάζει συνεχώς έχει ένα προβάδισμα. Και πάλι, ο εισοδηματίας που δεν ξημεροβραδιάζεται καθημερινά με το άγχος της δουλειάς και του μεροκάματου έχει προβάδισμα. Πάντως το βιβλίο είναι πολύ πιο προσιτό, σε διάφορα είδη, ποικίλες τιμές και ποιότητα, από Έλληνες και ξένους συγγραφείς. Πού μας οδηγεί αυτό;
Σαφώς στο ότι διαβάζει πολύς περισσότερος κόσμος. Αυτό φυσικά δε σημαίνει πως διαβάζουν όλοι μαζί ή πως το σπορ έγινε ομαδικό. Η ανάγνωση από τη φύση της ως δραστηριότητα θέλει απομόνωση και ησυχία. Η διαφορά έγινε με τη θριαμβευτική είσοδο της τεχνολογίας στον χώρο. Τώρα πια, πλατφόρμες σαν το Goodreads μεσουρανούν. Τώρα πια, οι βιβλιομάδες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ξεφυτρώνουν σαν τα μανιτάρια. Κατά τη γνώμη μου, καλά κάνουν. Καθετί που προωθεί τη φιλαναγνωσία προωθεί τον πολιτισμό, ασχέτως περιεχομένου. Γινόμαστε λιγότερο ορκ και περισσότερο άνθρωποι. Αλλά το βασικό ζήτημα είναι πως μοιραζόμαστε τις αναγνωστικές μας εμπειρίες, τις κριτικές μας, αλλά και τον πόνο μας και τον καημό μας, που λέει ο λόγος.
Φυσικά συνέπεια των προηγουμένων είναι να γνωριζόμαστε με κόσμο. Οι αναγνώστες που διαβάζουν παρόμοια είδη συζητούν, ανταλλάσσουν εμπειρίες και προτάσεις, σχολιάζουν και διαφωνούν, προωθώντας (συνήθως) τον γόνιμο διάλογο. Έχουν την ανάγκη να το κάνουν και ταυτόχρονα την πολυτέλεια. Το ίδιο σε παλαιότερες εποχές γινόταν, φαντάζομαι, μόνο με ατομικές επιστολές από έναν μοναχικό, εκκεντρικό τύπο σε έναν άλλον. Ίσως το διαχρονικό σημείο ομαδικής ανάγνωσης είναι οι λέσχες ανάγνωσης, οι οποίες καλά κρατούν. Αποτέλεσμα; Όσον αφορά το αναγνωστικό κομμάτι, ο κόσμος του βιβλίου γίνεται όλο και περισσότερο ομαδική υπόθεση.
Ας περάσουμε τώρα στο συγγραφικό κομμάτι. Η κλασική ιδέα για τον συγγραφέα είναι περίπου αυτή που έχουμε και για τον τρελό επιστήμονα: ένας μοναχικός, περίεργος τύπος που κλείνεται με τις ώρες σε ένα ακατάστατο δωμάτιο γεμάτο σημειώσεις και σκισμένα χειρόγραφα. Κάθε ανθρώπινη διάδρασή του είναι ένα αίνιγμα, κάθε συζήτησή του χαρίζει στον κόσμο διαμάντια σοφίας, τα οποία πρέπει να καταγραφούν για να μείνουν στην ιστορία. Ας επιστρέψουμε όμως στην πραγματικότητα.
Αυτό που δε μετάνιωσα (και πιστεύω πως δε θα μετανιώσω) από τη στιγμή που εισήλθα στον χώρο των συγγραφέων, είναι οι γνωριμίες που έκανα μέσω αυτής της ιδιότητας. Βεβαίως και με αναγνώστες αλλά κυρίως με συγγραφείς (Ομότεχνους, όπως είθισται να ονομάζονται - γενικώς αυτές οι βαρύγδουπες λέξεις δε μου ταιριάζουν, μάλλον είναι κατάλοιπο εκείνης της παραδοσιακής εικόνας που λέγαμε...). Η μία όψη του νομίσματος είναι η ζωή του συγγραφέα την ώρα της δουλειάς του: πρέπει να απομονωθεί, να κλείσει το ίντερνετ και να γράψει, να ερευνήσει, να σβήσει, να επιμεληθεί. Επίσης, εκτός χειρογράφου/υπολογιστή, να παρατηρήσει, να πάρει έμπνευση, να ρεμβάσει, να σκεφτεί τις φιλοδοξίες του. Όλα αυτά είναι μια πραγματικότητα. Είναι η ιδιωτική, η προσωπική ζωή του συγγραφέα, αρκετά ταιριαστή με την παραδοσιακή. Μέχρι προσφάτως, νόμιζα πως αυτή είναι η μοναδική πραγματική εικόνα του: μια μοναχική πορεία προς τη δόξα, όπου όλοι θαυμάζουν αργά αλλά σταθερά το ταλέντο του και τον ανεβάζουν στα ουράνια.
Βέβαια υπάρχει και η άλλη όψη. Οι συγγραφείς, σήμερα περισσότερο από ποτέ, είναι το άκρως αντίθετο από την παραδοσιακή εικόνα που έχουμε στο κεφάλι μας. Είναι ευδιάθετοι, θετικοί άνθρωποι, με τάση να μιλήσουν, να φλυαρήσουν, να τριφτούν με τον κόσμο, να γνωρίσουν άλλους, να ανταλλάξουν απόψεις και να γίνουν μια μεγάλη παρέα. Αυτή είναι η δημόσια ζωή τους, που είναι εξίσου πραγματική με την ιδιωτική. Αυτή ακριβώς που με κάνει να νιώθω καλύτερα όταν απογοητεύομαι από την ελληνική πραγματικότητα στον χώρο του βιβλίου.
Συγγραφικά κανείς δεν μπορεί να ξέρει πώς θα εξελιχθεί εκ των προτέρων. Γράφει, εκδίδει, προωθεί, δέχεται κριτικές, ίσως να προοδεύσει, ίσως όχι. Η προσωπική, ιδιωτική, φιλόδοξη πλευρά του συγγραφέα, αυτή είναι αμφίβολη. Κοινωνικά όμως, αν δεν έχει σοβαρό πρόβλημα με τον υπόλοιπο κόσμο, θα έλεγα πως είναι βέβαιο ότι θα κοινωνικοποιηθεί. Θα γνωρίσει ωραίους ανθρώπους, βιβλιοπώλες, αναγνώστες, άλλους συγγραφείς, εκδότες. Ανάμεσά τους και σκάρτους, ας μη γελιόμαστε, αλλά αυτή η πορεία θα είναι κάθε άλλο παρά μοναχική. Κι αυτό είναι που τελικά μένει, η τελική απάντηση.
Βαγγέλης Ιωσηφίδης
Το ερώτημα αυτό είναι αρκετά επίκαιρο, θα έλεγα. Είναι η σύγκρουση δύο τάσεων. Η πρώτη τάση είναι η παραδοσιακή τάση που έχει μείνει γνωστή παλαιόθεν. Η εικόνα, δηλαδή, ενός ανθρώπου που κλείνεται σε ένα σκοτεινό δωμάτιο, αποκομμένος από τον κόσμο, για να διαβάσει. Ή, για να το ωραιοποιήσω λίγο, η εικόνα μιας καλοντυμένης κοπέλας που διαβάζει σε μια αναπαυτική πολυθρόνα ή σε μια σεζλόνγκ στον κήπο του πλούσιου σπιτιού της. Αυτές οι εικόνες είναι λογικότατες, αλλά όχι για τις μέρες μας. Ανήκουν στο παρελθόν. Σε ένα παρελθόν όπου ο μέσος όρος αναλφαβητισμού ήταν τραγικά μεγάλος, όπου η ανάγνωση βιβλίων ήταν ένα σπορ για πλούσιους και αριστοκράτες και ο μέσος άνθρωπος δεν είχε καμία σχέση με τη διαδικασία. Η κατάσταση όμως έχει αλλάξει.
Σήμερα το βιβλίο είναι ένα σπορ για όλες τις τάξεις. Εντάξει, και πάλι ο πλούσιος/η πλούσια που έχει τον χρόνο και την πολυτέλεια να αγοράζει και να διαβάζει συνεχώς έχει ένα προβάδισμα. Και πάλι, ο εισοδηματίας που δεν ξημεροβραδιάζεται καθημερινά με το άγχος της δουλειάς και του μεροκάματου έχει προβάδισμα. Πάντως το βιβλίο είναι πολύ πιο προσιτό, σε διάφορα είδη, ποικίλες τιμές και ποιότητα, από Έλληνες και ξένους συγγραφείς. Πού μας οδηγεί αυτό;
Σαφώς στο ότι διαβάζει πολύς περισσότερος κόσμος. Αυτό φυσικά δε σημαίνει πως διαβάζουν όλοι μαζί ή πως το σπορ έγινε ομαδικό. Η ανάγνωση από τη φύση της ως δραστηριότητα θέλει απομόνωση και ησυχία. Η διαφορά έγινε με τη θριαμβευτική είσοδο της τεχνολογίας στον χώρο. Τώρα πια, πλατφόρμες σαν το Goodreads μεσουρανούν. Τώρα πια, οι βιβλιομάδες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ξεφυτρώνουν σαν τα μανιτάρια. Κατά τη γνώμη μου, καλά κάνουν. Καθετί που προωθεί τη φιλαναγνωσία προωθεί τον πολιτισμό, ασχέτως περιεχομένου. Γινόμαστε λιγότερο ορκ και περισσότερο άνθρωποι. Αλλά το βασικό ζήτημα είναι πως μοιραζόμαστε τις αναγνωστικές μας εμπειρίες, τις κριτικές μας, αλλά και τον πόνο μας και τον καημό μας, που λέει ο λόγος.
Φυσικά συνέπεια των προηγουμένων είναι να γνωριζόμαστε με κόσμο. Οι αναγνώστες που διαβάζουν παρόμοια είδη συζητούν, ανταλλάσσουν εμπειρίες και προτάσεις, σχολιάζουν και διαφωνούν, προωθώντας (συνήθως) τον γόνιμο διάλογο. Έχουν την ανάγκη να το κάνουν και ταυτόχρονα την πολυτέλεια. Το ίδιο σε παλαιότερες εποχές γινόταν, φαντάζομαι, μόνο με ατομικές επιστολές από έναν μοναχικό, εκκεντρικό τύπο σε έναν άλλον. Ίσως το διαχρονικό σημείο ομαδικής ανάγνωσης είναι οι λέσχες ανάγνωσης, οι οποίες καλά κρατούν. Αποτέλεσμα; Όσον αφορά το αναγνωστικό κομμάτι, ο κόσμος του βιβλίου γίνεται όλο και περισσότερο ομαδική υπόθεση.
Ας περάσουμε τώρα στο συγγραφικό κομμάτι. Η κλασική ιδέα για τον συγγραφέα είναι περίπου αυτή που έχουμε και για τον τρελό επιστήμονα: ένας μοναχικός, περίεργος τύπος που κλείνεται με τις ώρες σε ένα ακατάστατο δωμάτιο γεμάτο σημειώσεις και σκισμένα χειρόγραφα. Κάθε ανθρώπινη διάδρασή του είναι ένα αίνιγμα, κάθε συζήτησή του χαρίζει στον κόσμο διαμάντια σοφίας, τα οποία πρέπει να καταγραφούν για να μείνουν στην ιστορία. Ας επιστρέψουμε όμως στην πραγματικότητα.
Αυτό που δε μετάνιωσα (και πιστεύω πως δε θα μετανιώσω) από τη στιγμή που εισήλθα στον χώρο των συγγραφέων, είναι οι γνωριμίες που έκανα μέσω αυτής της ιδιότητας. Βεβαίως και με αναγνώστες αλλά κυρίως με συγγραφείς (Ομότεχνους, όπως είθισται να ονομάζονται - γενικώς αυτές οι βαρύγδουπες λέξεις δε μου ταιριάζουν, μάλλον είναι κατάλοιπο εκείνης της παραδοσιακής εικόνας που λέγαμε...). Η μία όψη του νομίσματος είναι η ζωή του συγγραφέα την ώρα της δουλειάς του: πρέπει να απομονωθεί, να κλείσει το ίντερνετ και να γράψει, να ερευνήσει, να σβήσει, να επιμεληθεί. Επίσης, εκτός χειρογράφου/υπολογιστή, να παρατηρήσει, να πάρει έμπνευση, να ρεμβάσει, να σκεφτεί τις φιλοδοξίες του. Όλα αυτά είναι μια πραγματικότητα. Είναι η ιδιωτική, η προσωπική ζωή του συγγραφέα, αρκετά ταιριαστή με την παραδοσιακή. Μέχρι προσφάτως, νόμιζα πως αυτή είναι η μοναδική πραγματική εικόνα του: μια μοναχική πορεία προς τη δόξα, όπου όλοι θαυμάζουν αργά αλλά σταθερά το ταλέντο του και τον ανεβάζουν στα ουράνια.
Βέβαια υπάρχει και η άλλη όψη. Οι συγγραφείς, σήμερα περισσότερο από ποτέ, είναι το άκρως αντίθετο από την παραδοσιακή εικόνα που έχουμε στο κεφάλι μας. Είναι ευδιάθετοι, θετικοί άνθρωποι, με τάση να μιλήσουν, να φλυαρήσουν, να τριφτούν με τον κόσμο, να γνωρίσουν άλλους, να ανταλλάξουν απόψεις και να γίνουν μια μεγάλη παρέα. Αυτή είναι η δημόσια ζωή τους, που είναι εξίσου πραγματική με την ιδιωτική. Αυτή ακριβώς που με κάνει να νιώθω καλύτερα όταν απογοητεύομαι από την ελληνική πραγματικότητα στον χώρο του βιβλίου.
Συγγραφικά κανείς δεν μπορεί να ξέρει πώς θα εξελιχθεί εκ των προτέρων. Γράφει, εκδίδει, προωθεί, δέχεται κριτικές, ίσως να προοδεύσει, ίσως όχι. Η προσωπική, ιδιωτική, φιλόδοξη πλευρά του συγγραφέα, αυτή είναι αμφίβολη. Κοινωνικά όμως, αν δεν έχει σοβαρό πρόβλημα με τον υπόλοιπο κόσμο, θα έλεγα πως είναι βέβαιο ότι θα κοινωνικοποιηθεί. Θα γνωρίσει ωραίους ανθρώπους, βιβλιοπώλες, αναγνώστες, άλλους συγγραφείς, εκδότες. Ανάμεσά τους και σκάρτους, ας μη γελιόμαστε, αλλά αυτή η πορεία θα είναι κάθε άλλο παρά μοναχική. Κι αυτό είναι που τελικά μένει, η τελική απάντηση.
Βαγγέλης Ιωσηφίδης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου