"Σ' τα έλεγα εγώ". Η κλασική ρήση του δικαστή της ζωής. Το μόνιμο ρητό αυτού που "τον πνίγει το δίκιο". Αυτή η τάση να εξωτερικεύσουμε την ανάγκη μας να έχουμε δίκιο και να το τρίψουμε στο πρόσωπο όλων. Διότι τι να το κάνεις το δίκιο αν μόνο εσύ το ξέρεις...
Οι άνθρωποι, σε μια συντριπτική πλειοψηφία, είμαστε ισχυρογνώμονες. Οι λίγοι που εξαιρούνται είναι όσοι δεν έχουν αρκετή αυτοπεποίθηση και πίστη στην άποψή τους, οι πολύ φιλειρηνικοί και κάποιοι άπιαστοι γκουρού της αταραξίας. Οι υπόλοιποι όχι μόνο πιστεύουμε πως έχουμε δίκιο (αν όχι πάντα, τουλάχιστον σχεδόν πάντα!) αλλά οφείλουμε να μαλώσουμε γι' αυτό. Να χαλαστούμε γι' αυτό. Να νιώσουμε οι Λυσίες του 21ου αιώνα από την τόση επιχειρηματολογία γι' αυτό!
Μετά από αυτό το λογύδριο της αυτο-και-ετεροκριτικής, οφείλω να παραδεχτώ κάτι ακόμα. Οι αντιδικίες δεν είναι φαινόμενο της εποχής μας. Διότι οι άνθρωποι μόνιμα διαφωνούσαν. Από τότε που μάλωναν για το ποια σπηλιά είναι πιο ζεστή και ασφαλής μέχρι σήμερα για το αν αξίζει να πετάξεις το i-phone 6 για να πάρεις το i-phone 7 (spoiler alert! OXI, ΔΕΝ αξίζει). Οι διαφορές της σημερινής εποχής είναι δύο: πρώτον, έχουμε αρκετά καλύτερη μόρφωση και ο αναλφαβητισμός έχει πέσει ποσοστιαία, οπότε η γνώση μας δίνει αυτοπεποίθηση και θάρρος στη γνώμη μας και δεύτερον, υπάρχουν τόσα πολλά μέσα και τρόποι να μιλήσει κανείς άμεσα, έμμεσα και μαζικά που μπορούμε να διαφωνούμε από οποιοδήποτε μέρος με οποιονδήποτε άλλον!
Αν επρόκειτο να περιγράψω μια τυπική αντιπαράθεση μεταξύ πολλών, θα το έκανα κάπως έτσι: μια παρέα συναντιέται, ένα θέμα ανοίγει δειλά-δειλά, η αντίθετη άποψη ακούγεται ήσυχα και ειρηνικά, η υπόλοιπη παρέα νιώθει την ανάγκη να πάρει το μέρος της μιας ή της άλλης πλευράς και καταλήγει ένας λεκτικός πόλεμος, ευγενικός η μη. Τα αποτελέσματα μπορεί να είναι αρκετά: να πεισθεί όντως η μία πλευρά πως έχει λάθος και να το παραδεχτεί, να μην πειστεί αλλά να σταματήσει την αντιπαράθεση, να μην πειστεί κανείς και να κορυφωθεί το θέμα, με αποτέλεσμα να ανεβεί ο εγωισμός και η ισχυρογνωμοσύνη στα ύψη και να οξυνθούν τα πνεύματα ή τέλος να ασχολείται το παρεάκι με ένα άλυτο θέμα και να μην το έχει συνειδητοποιήσει...
Αυτή είναι η πρώτη πράξη του προβλήματος. Η δεύτερη έχει ως εξής: η παρέα διαλύεται και ο καθένας παίρνει το δρόμο του. Και τότε, όταν ο καθένας σκέφτεται τα τεκταινόμενα μόνος του έρχονται οι τύψεις και οι ενοχές, τα επιχειρήματα της αντίθετης πλευράς που μοιάζουν πιο λογικά και η άποψη του ίδιου, η οποία μοιάζει ίσως ετοιμόρροπη. Αυτή η πράξη μπορεί να κρατήσει λεπτά, ώρες ή και μέρες ακόμα. Το ζήτημα είναι πως πρόκειται για μια σοβαρή, σχεδόν ιερή πράξη: μια πράξη αυτοκριτικής, όπου σκεφτόμαστε τις δυο απόψεις, κρίνουμε και κατακρίνουμε και αποφασίζουμε. Αυτή η πράξη πιστεύω πως μας εξελίσσει, μας κάνει καλύτερους και σοφότερους.
Σε κάθε περίπτωση, ανεξαρτήτως αποτελέσματος έρχεται και η τρίτη πράξη: η πράξη στην οποία συναντάμε την άλλη πλευρά (είτε πρόκειται για ένα είτε για πολλά άτομα) και, μετά από τόσες λογομαχίες, εγωισμούς και πείσματα, μετά από τόση σκέψη και περισυλλογή, πρέπει να παραδεχτούμε πως έχουμε άδικο. Είναι μια πράξη που θέλει δύναμη ψυχής. Και η αγωνία μας τρώει: πώς θα αντιδράσει ο άλλος;
Αν ο άλλος είναι ένας σωστός και μετρημένος άνθρωπος θα καταλάβει την εσωτερική πάλη μας και θα δεχτεί τη νίκη του σιωπηλά. Θα νιώσει το κλίμα που γλυκαίνει και την επερχόμενη ειρήνη, η οποία συχνά φέρνει ένα χρονικό διάστημα υπέρμετρης ευγένειας, συμφωνίας και ευτυχίας. Το πρόβλημα έρχεται όταν ο άλλος δεν συμπεριφέρεται έτσι. Όταν είναι ένας τύπος τόσο εγωκεντρικός που τσαλαπατάει τα συναισθήματα και την προσπάθειά μας και, τη στιγμή που του δίνουμε δίκιο, προσπαθεί να αποσπάσει κι άλλα: τόνωση εγωισμού, ταπείνωση του άλλου, αχρείαστες συγγνώμες, ανούσιες απολογίες κτλ. Και η πρώτη φράση που θα του έρθει να πει είναι: "Σ' τα έλεγα Εγώ". Το εγώ πάντα με κεφαλαίο.
Κατά τη γνώμη μου αυτή η φράση θα έπρεπε να τιμωρείται με επταετή φυλάκιση. Δείχνει άνθρωπο κακότροπο, κακομαθημένο και μικρόψυχο. Καταστρέφει σχέσεις και είναι πλήρως, εντελώς και ανεπανόρθωτα αντιπαιδαγωγική. Δεν βοηθάει κανέναν. Δηλαδή όταν ο άλλος παραδέχεται πως έχεις δίκιο κι εσύ τον ταπεινώνεις, ουσιαστικά τον αποτρέπεις από το να το παραδεχτεί ξανά, διότι νιώθει άσχημα που το παραδέχτηκε. Στην επόμενη παρόμοια σκηνή ΔΕΝ θα το παραδεχτεί! Θα σκυλιάσει να κερδίσει τη λογομαχία και, ακόμα κι αν δεν μπορέσει, θα το κρατήσει μέσα του επειδή έχει χάσει την εμπιστοσύνη του στον άλλον. Επίσης γεννιέται ένας εγωισμός μέσα του, ο οποίος είναι απρόσκλητος. Και με ποιο αντάλλαγμα; Μια στιγμιαία τόνωση του εγωισμού, επειδή (ω θεοί!) είχες δίκιο.
Ασχέτως αυτού, σε λογομαχίες θα μπλεκόμαστε για μια ζωή. Διότι ο μόνος που δεν μπλέκεται ποτέ σε λογομαχία είναι αυτός που δε μιλάει και δε συμμετέχει σε τίποτα. Για μια ζωή θα πρέπει να αντιπαρατίθεσαι, να χάνεις κάποιες φορές και να μην έχεις πάντα δίκιο. Αυτό ισχύει για μένα, για σένα και για όλους. Οπότε με το "σ' τα έλεγα εγώ" τιμωρούμε κάποιον για το έγκλημα ότι δεν είχε δίκιο, ενώ συμβαίνει και σ' εμάς καθημερινά. Σκάβουμε έναν λάκκο και πέφτουμε μέσα.
Συμπερασματικά, ένα έχω να πω: όταν κάποιος σου δίνει δίκιο (ειδικά μετά από μεγάλη λογομαχία), δείξε μεγαλόψυχος και δέξου το! Μόνο κέρδος θα έχεις. Βραχυπρόθεσμα θα κερδίσεις αβίαστα την εμπιστοσύνη και την ευγνωμοσύνη του άλλου. Μακροπρόθεσμα θα έχεις καλύτερες, πιο ουσιώδεις και πιο ειρηνικές συζητήσεις στο μέλλον, με άτομα που σε σέβονται και χαίρονται τη συζήτηση μαζί σου. Το μόνο που πρέπει να κάνεις είναι να συγκρατηθείς για 3 καταραμένα δευτερόλεπτα αντί να βροντοφωνάξεις πως είσαι ο δικαιότερος δικαιότατος δίκαιος δικαστής του κόσμου, που γεννήθηκε με αποστολή να έχει πάντα δίκιο. Είναι τόσο δύσκολο;
Οι άνθρωποι, σε μια συντριπτική πλειοψηφία, είμαστε ισχυρογνώμονες. Οι λίγοι που εξαιρούνται είναι όσοι δεν έχουν αρκετή αυτοπεποίθηση και πίστη στην άποψή τους, οι πολύ φιλειρηνικοί και κάποιοι άπιαστοι γκουρού της αταραξίας. Οι υπόλοιποι όχι μόνο πιστεύουμε πως έχουμε δίκιο (αν όχι πάντα, τουλάχιστον σχεδόν πάντα!) αλλά οφείλουμε να μαλώσουμε γι' αυτό. Να χαλαστούμε γι' αυτό. Να νιώσουμε οι Λυσίες του 21ου αιώνα από την τόση επιχειρηματολογία γι' αυτό!
Μετά από αυτό το λογύδριο της αυτο-και-ετεροκριτικής, οφείλω να παραδεχτώ κάτι ακόμα. Οι αντιδικίες δεν είναι φαινόμενο της εποχής μας. Διότι οι άνθρωποι μόνιμα διαφωνούσαν. Από τότε που μάλωναν για το ποια σπηλιά είναι πιο ζεστή και ασφαλής μέχρι σήμερα για το αν αξίζει να πετάξεις το i-phone 6 για να πάρεις το i-phone 7 (spoiler alert! OXI, ΔΕΝ αξίζει). Οι διαφορές της σημερινής εποχής είναι δύο: πρώτον, έχουμε αρκετά καλύτερη μόρφωση και ο αναλφαβητισμός έχει πέσει ποσοστιαία, οπότε η γνώση μας δίνει αυτοπεποίθηση και θάρρος στη γνώμη μας και δεύτερον, υπάρχουν τόσα πολλά μέσα και τρόποι να μιλήσει κανείς άμεσα, έμμεσα και μαζικά που μπορούμε να διαφωνούμε από οποιοδήποτε μέρος με οποιονδήποτε άλλον!
Αν επρόκειτο να περιγράψω μια τυπική αντιπαράθεση μεταξύ πολλών, θα το έκανα κάπως έτσι: μια παρέα συναντιέται, ένα θέμα ανοίγει δειλά-δειλά, η αντίθετη άποψη ακούγεται ήσυχα και ειρηνικά, η υπόλοιπη παρέα νιώθει την ανάγκη να πάρει το μέρος της μιας ή της άλλης πλευράς και καταλήγει ένας λεκτικός πόλεμος, ευγενικός η μη. Τα αποτελέσματα μπορεί να είναι αρκετά: να πεισθεί όντως η μία πλευρά πως έχει λάθος και να το παραδεχτεί, να μην πειστεί αλλά να σταματήσει την αντιπαράθεση, να μην πειστεί κανείς και να κορυφωθεί το θέμα, με αποτέλεσμα να ανεβεί ο εγωισμός και η ισχυρογνωμοσύνη στα ύψη και να οξυνθούν τα πνεύματα ή τέλος να ασχολείται το παρεάκι με ένα άλυτο θέμα και να μην το έχει συνειδητοποιήσει...
Αυτή είναι η πρώτη πράξη του προβλήματος. Η δεύτερη έχει ως εξής: η παρέα διαλύεται και ο καθένας παίρνει το δρόμο του. Και τότε, όταν ο καθένας σκέφτεται τα τεκταινόμενα μόνος του έρχονται οι τύψεις και οι ενοχές, τα επιχειρήματα της αντίθετης πλευράς που μοιάζουν πιο λογικά και η άποψη του ίδιου, η οποία μοιάζει ίσως ετοιμόρροπη. Αυτή η πράξη μπορεί να κρατήσει λεπτά, ώρες ή και μέρες ακόμα. Το ζήτημα είναι πως πρόκειται για μια σοβαρή, σχεδόν ιερή πράξη: μια πράξη αυτοκριτικής, όπου σκεφτόμαστε τις δυο απόψεις, κρίνουμε και κατακρίνουμε και αποφασίζουμε. Αυτή η πράξη πιστεύω πως μας εξελίσσει, μας κάνει καλύτερους και σοφότερους.
Σε κάθε περίπτωση, ανεξαρτήτως αποτελέσματος έρχεται και η τρίτη πράξη: η πράξη στην οποία συναντάμε την άλλη πλευρά (είτε πρόκειται για ένα είτε για πολλά άτομα) και, μετά από τόσες λογομαχίες, εγωισμούς και πείσματα, μετά από τόση σκέψη και περισυλλογή, πρέπει να παραδεχτούμε πως έχουμε άδικο. Είναι μια πράξη που θέλει δύναμη ψυχής. Και η αγωνία μας τρώει: πώς θα αντιδράσει ο άλλος;
Αν ο άλλος είναι ένας σωστός και μετρημένος άνθρωπος θα καταλάβει την εσωτερική πάλη μας και θα δεχτεί τη νίκη του σιωπηλά. Θα νιώσει το κλίμα που γλυκαίνει και την επερχόμενη ειρήνη, η οποία συχνά φέρνει ένα χρονικό διάστημα υπέρμετρης ευγένειας, συμφωνίας και ευτυχίας. Το πρόβλημα έρχεται όταν ο άλλος δεν συμπεριφέρεται έτσι. Όταν είναι ένας τύπος τόσο εγωκεντρικός που τσαλαπατάει τα συναισθήματα και την προσπάθειά μας και, τη στιγμή που του δίνουμε δίκιο, προσπαθεί να αποσπάσει κι άλλα: τόνωση εγωισμού, ταπείνωση του άλλου, αχρείαστες συγγνώμες, ανούσιες απολογίες κτλ. Και η πρώτη φράση που θα του έρθει να πει είναι: "Σ' τα έλεγα Εγώ". Το εγώ πάντα με κεφαλαίο.
Κατά τη γνώμη μου αυτή η φράση θα έπρεπε να τιμωρείται με επταετή φυλάκιση. Δείχνει άνθρωπο κακότροπο, κακομαθημένο και μικρόψυχο. Καταστρέφει σχέσεις και είναι πλήρως, εντελώς και ανεπανόρθωτα αντιπαιδαγωγική. Δεν βοηθάει κανέναν. Δηλαδή όταν ο άλλος παραδέχεται πως έχεις δίκιο κι εσύ τον ταπεινώνεις, ουσιαστικά τον αποτρέπεις από το να το παραδεχτεί ξανά, διότι νιώθει άσχημα που το παραδέχτηκε. Στην επόμενη παρόμοια σκηνή ΔΕΝ θα το παραδεχτεί! Θα σκυλιάσει να κερδίσει τη λογομαχία και, ακόμα κι αν δεν μπορέσει, θα το κρατήσει μέσα του επειδή έχει χάσει την εμπιστοσύνη του στον άλλον. Επίσης γεννιέται ένας εγωισμός μέσα του, ο οποίος είναι απρόσκλητος. Και με ποιο αντάλλαγμα; Μια στιγμιαία τόνωση του εγωισμού, επειδή (ω θεοί!) είχες δίκιο.
Ασχέτως αυτού, σε λογομαχίες θα μπλεκόμαστε για μια ζωή. Διότι ο μόνος που δεν μπλέκεται ποτέ σε λογομαχία είναι αυτός που δε μιλάει και δε συμμετέχει σε τίποτα. Για μια ζωή θα πρέπει να αντιπαρατίθεσαι, να χάνεις κάποιες φορές και να μην έχεις πάντα δίκιο. Αυτό ισχύει για μένα, για σένα και για όλους. Οπότε με το "σ' τα έλεγα εγώ" τιμωρούμε κάποιον για το έγκλημα ότι δεν είχε δίκιο, ενώ συμβαίνει και σ' εμάς καθημερινά. Σκάβουμε έναν λάκκο και πέφτουμε μέσα.
Συμπερασματικά, ένα έχω να πω: όταν κάποιος σου δίνει δίκιο (ειδικά μετά από μεγάλη λογομαχία), δείξε μεγαλόψυχος και δέξου το! Μόνο κέρδος θα έχεις. Βραχυπρόθεσμα θα κερδίσεις αβίαστα την εμπιστοσύνη και την ευγνωμοσύνη του άλλου. Μακροπρόθεσμα θα έχεις καλύτερες, πιο ουσιώδεις και πιο ειρηνικές συζητήσεις στο μέλλον, με άτομα που σε σέβονται και χαίρονται τη συζήτηση μαζί σου. Το μόνο που πρέπει να κάνεις είναι να συγκρατηθείς για 3 καταραμένα δευτερόλεπτα αντί να βροντοφωνάξεις πως είσαι ο δικαιότερος δικαιότατος δίκαιος δικαστής του κόσμου, που γεννήθηκε με αποστολή να έχει πάντα δίκιο. Είναι τόσο δύσκολο;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου