Ένα εξαίσιο μουσικό κομμάτι σε στίχους του Μάνου Ελευθερίου, γραμμένο την εποχή της χούντας. Κατά βάση αναφέρεται στην ιστορική πορεία της Ελλάδας. Έχει ακουστεί πως αναφέρεται συγκεκριμένα στο Εργατικό Κίνημα. Η ανάλυση γύρω απ' αυτό είναι εξαιρετικά δύσκολη, λόγω του εξειδικευμένου λεξιλογίου και της αλληγορίας: το κείμενο ήταν αλληγορικό, κρύβοντας πολύ καλά από τη λογοκρισία το πραγματικό νόημα των στίχων. Έχουν γίνει τουλάχιστον δύο παρεμβολές στο αρχικό κείμενο: "... κομπανία...", λέξη που αντικατέστησε τη λέξη "συμμορία", που παρέπεμπε στο τότε καθεστώς, όπως και "...μέρα κακή..." αντί "Παρασκευή", την ημέρα δηλαδή που έγινε το πραξικόπημα το '67. Κάθε ανάλυση, όπως κι αυτή που θα επιχειρήσω, έχει μεγάλη πιθανότητα να ξεφύγει από το νόημα ή να ξαστοχήσει σε κάποιες έννοιες.
Η πρώτη στροφή πιθανώς να αναφέρεται στην ανάγνωση του έργου του Σεφέρη, το "αλφαβητάρι με τα μαλαματένια λόγια", όταν ο ποιητής το συνάντησε (ο τόπος και ο χρόνος που το βρήκε είναι διανθισμένα με ποιητικά στοιχεία). Όπως αναφέρεται παρακάτω, τα "μαλαματένια λόγια" είναι μια χρυσή επιτομή σοφίας, κάτι σαν κληροδότημα της προηγούμενης γενιάς και των εμπειριών της στην επόμενη. Υπονοείται πως αυτό το τραγούδι και τα ιστορικά του στοιχεία θα περάσουν στην επόμενη γενιά, η οποία θα μάθει από το ποίημα τις αλήθειες εκείνης της γενιάς. Το ποίημα δηλαδή κυνηγά την υστεροφημία, τη διαχρονικότητα και φιλοδοξεί να διδάξει. Η πρώτη στροφή κλείνει με την "αρπαγή" του ποιητή από τις κλωστές του χρόνου: εδώ μπορούμε να φανταστούμε το χρόνο να πηγαίνει τον ποιητή στις απαρχές της Ελλάδας, όπου θα μάθει και θα συγκρίνει το τότε με το τώρα. Η "στερνή πύλη" μπορεί να υπονοεί το θάνατο (μάλλον τον μεταφορικό θάνατο) του ποιητή, που περνά σε μια άλλη διάσταση, άχρονη. Από εκεί, βλέπει και μιλάει για τα λάθη του παρελθόντος. Τα πρώτα μαλαματένια λόγια, αυτά που διαβάζει και μαθαίνει ο ίδιος είναι του Σεφέρη ή του Ομήρου ή και τα δύο, καθώς κάθε γενιά έχει το δικό της δημιούργημα.
Η δεύτερη στροφή διαδραματίζεται στην αρχαιότερη εποχή για την οποία έχουμε γραπτά στοιχεία στα ελληνικά, την Ηρωική Εποχή (11ος αιώνας). Ο ποιητής, αφορμώμενος από τον Τρωικό Πόλεμο, περιγράφει περιστατικά από τη ζωή της Ωραίας Ελένης και τα αποτελέσματα των αποφάσεών της. Τα "αηδόνια που σε χτικιάσανε στην Τροία" ίσως αναφέρονται στα 9 πουλιά που αποτέλεσαν οιωνό για την προφητεία του μάντη Κάλχα στην Αυλίδα πως η Τροία θα παρθεί σε 10 χρόνια: σε ένα δέντρο υπήρχε μια φωλιά με μία μάνα και 8 νεοσσούς. Ένα φίδι σκαρφάλωσε στο δέντρο και έφαγε τα 9 πουλιά, καθώς γινόταν η θυσία πριν την εκστρατεία. Μετά το φίδι πέτρωσε. Ο μάντης Κάλχας έδωσε την ερμηνεία πως 9 χρόνια θα καταπονηθούν οι Έλληνες στην Τροία πριν την πάρουν. Στη συνέχεια περιπαίζεται η Ελένη, η οποία θεωρείται υπεύθυνη που χάθηκαν αμέτρητοι άνθρωποι εκείνης της γενιάς κι από τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές. Προτιμότερο θα ήταν να δούλευε στον αργαλειό (δουλειά υποτιμημένη τότε, που άρμοζε σε δούλες) παρά να είναι το σημείο όρκου των Ελλήνων βασιλιάδων (αυτός ο όρκος ανάγκαζε τους βασιλιάδες να εκδικηθούν την αρπαγή της από τον Πάρη). Το όνομα Μαρία δηλώνει το κοινό, μαζί με το επίθετο ράφτρα. "Ράφτρα μες στην Κοκκινιά": ο στίχος αναφέρεται στο μπλόκο της Κοκκινιάς, της Πέμπτη 17 Αυγούστου 1944. Στην Κοκκινιά εκείνη τη μέρα σφαγιάστηκαν άδικα άντρες, γυναικόπαιδα και ΕΛΑΣίτες από τους Γερμανούς και από δοσίλογους Έλληνες, ένα από τα χτυπητά περιστατικά της κατοχής. Το "άστρο του φονιά" μάλλον είναι η Αφροδίτη (Αποσπερίτης), γενικά επειδή ο Έρωτας πάντοτε φέρνει μίση και θανάτους και συγκεκριμένα επειδή ο Έρωτας έσπρωξε τον Πάρη να αρπάξει την Ελένη.
Οι 2 επόμενες στροφές αναφέρονται στην κατάσταση των 2 πλευρών μετά τον πόλεμο. Οι σημαδεμένοι που γύρισαν είναι οι Έλληνες βασιλιάδες, με το βάρος 10 χρόνων στην πλάτη τους. Ο Αίας αυτοκτόνησε, ο Αγαμέμνων βρήκε το θάνατο στο σπίτι του κι ο Οδυσσέας έκανε άλλα 10 χρόνια να νοστήσει. "Στο μεσοστράτι... στα μισά", στίχοι για τον Οδυσσέα και τους συντρόφους του. Οι 4 άνεμοι ήταν υπηρέτες/παιδιά του Αιόλου, που αφέθηκαν ελεύθεροι από απερισκεψία των συντρόφων στη μέση του ταξιδιού, έφεραν καταιγίδες και απομάκρυναν τους Ιθακήσιους από τον προορισμό τους. "Η φλόγα που δεν τρέμει" είναι κάτι ανεξήγητο για μένα. Μπορεί να εννοείται η σταθερότητα του Οδυσσέα, η ακλόνητη δύναμη που ερχόταν απ' τη θέλησή του για νόστο ή ο ηρωισμός του. Ίσως πάλι να έχει αρνητική έννοια, καθώς στο ταξίδι του βρήκε πολλά υπερφυσικά και τρομακτικά τέρατα. Το "μαράζι δίχως αφορμή", ίσως είναι η απελπισία και ο θρήνος για τον χαμό των συντρόφων, οι οποίοι χάθηκαν για ένα τίποτα, μια μάταιη αιτία (την Ελένη, η οποία οικειοθελώς πήγε στην Τροία).
"Σαν τους άλλους": οι άλλοι είναι όσοι χάθηκαν στην Τροία τα προηγούμενα χρόνια. Οι σύντροφοι βρήκαν, σε διάφορους σταθμούς του ταξιδιού, τραγικό θάνατο. Το "γάβγισμα" είναι αμφίσημο. Υπονοείται ο ατιμωτικός θάνατος, σαν σκυλί κι όχι με αξιοπρέπεια ανθρώπου. Ίσως υπάρχει μνεία για την μεταμόρφωση σε γουρούνια στο νησί της Κίρκης, κατά κάποιον τρόπο. Το γάβγισμα στα σκαλιά μας θυμίζει τη συνάντηση του νοστήσαντα Οδυσσέα με τον Άργο, το γέρο σκύλο του που πέθανε αφού αναγνώρισε με ένα γάβγισμα τον παλιό αφέντη του. "Το παλιό μαρτύριο" είναι ο δεκαετής πόλεμος και η ανάφλεξη της Τροίας. Αυτό που έμεινε είναι το σκυλί που διψά τη νύχτα (δηλαδή η Εκάβη, η σύζυγος του Πριάμου και βασίλισσα της Τροίας, η οποία μεταμορφώθηκε σε σκυλί μετά τον χαμό όλων των παιδιών της - με τελευταίο τον Πολύδωρο). Η Εκάβη, με τη μορφή σκυλιού, τριγύριζε τα βράδια αλυχτώντας θρηνητικά για την πόλη της και τα παιδιά της μέχρι που πέτρωσε. Οι "γυναίκες στη γωνιά μ' ασετιλίνη" είναι πιθανότατα οι φυγάδες Τρωαδίτισσες που θρηνούσαν στα παράλια το χαμό της Τροίας. Η ασετιλίνη είναι εύφλεκτη ουσία που χρησιμοποιείται για άναμμα και αναζωπύρωση της φλόγας, εννοεί προφανώς την πυρκαγιά στην πόλη.
Σ' αυτό το σημείο τελειώνει η αναδρομή στο παλιό παρελθόν. Ο αιώνας εκείνος ο αρχαίος δίδαξε στις γενιές του παρόντος το τι φέρνει ο πόλεμος: και για το νικητή και για τον ηττημένο. Οι συνέπειες βαριές για όλους, ο πόνος αβάστακτος κι αφόρητος. Υπάρχει η ελπίδα πως οι άνθρωποι θα μάθουν απ' τα λάθη τους και δε θα αναζητήσουν τη διαμάχη ξανά...
Κι όμως. Στην 5η στροφή, το κομβικό σημείο του ποιήματος, που επαναφέρει στον αιώνα μας την ιστορία, ο ποιητής βρίσκεται απορημένος μπροστά στην πικρή αλήθεια: οι άνθρωποι ξεχάσαν τα δεινά του παρελθόντος. Κάνουν τα ίδια λάθη και ζητούν πόλεμο και βία για να λύσουν τις διαφορές τους. Εισαγόμαστε στην περίοδο της Κατοχής του '40, όπου στην Καισαριανή (και το Σκοπευτήριο) κατέβαζαν με καμιόνια τα εκτελεστικά αποσπάσματα και ανθρώπους εκτελεστέους. Η απορία και η έκπληξη του ποιητή εκφράζονται με ερωτήσεις: πώς έγινε στον αιώνα που εκείνος ζει να επιστρέψουμε στα παλιά λάθη, η Ιστορία να επαναληφθεί με τέτοιον τραγικό τρόπο; Η πάροδος των χρόνων φέρνει λήθη και ξεχάστηκε ο ποιητής Όμηρος και οι επικές ιστορίες του, που δείχνουν καθαρά το αιματοκύλισμα του πολέμου!
Η 6η στροφή, μια από τις πιο αμφίσημες, αναζητά έναν ηγέτη, έναν σοφό, έναν υπερασπιστή. "Ποιος λύνει το κουβάρι του κόσμου;" Η πρώτη ερμηνεία είναι πως σε περιόδους πολέμου και φρίκης όλοι μας, μες στην απελπισία μας για όσα συμβαίνουν, αναρωτιόμαστε τι και ποιος είναι υπαίτιος, ποιος κρύβεται πίσω απ' όλα; "Ποιος είναι καπετάνιος στα βουνά;" Εδώ έρχεται η δεύτερη ερμηνεία, όπου το "ποιος" αναφέρεται στον άνθρωπο που θα ηγηθεί της Αντίστασης, αυτού που ως αντάρτης θα μείνει αλύγιστος στον κατακτητή. Οι επόμενοι στίχοι μπορεί να αναφέρονται (επιστρέφοντας στην πρώτη ερμηνεία) στο υπερφυσικό Ον που ελέγχει τη Μοίρα, τα γεγονότα και επωμίζεται όλες τις συμφορές των πολέμων. Είναι αυτός που δίνει αγάπη και χάρη, αυτός που ελέγχει το θάνατο και "σεργιανά", κάνει περίπατο δηλαδή, στον Κάτω Κόσμο ως αφέντης του. Το τελευταίο "ποιος" επιστρέφει στη δεύτερη ερμηνεία, όπου αναζητείται ο σοφός που θα γράψει το ακέραιο κληροδότημα για την επόμενη γενιά, τα "μαλαματένια λόγια του 20ού αιώνα". Ο ποιητής κρυφά φιλοδοξεί να είναι ο ίδιος (και το ποίημά του) ο εκλεκτός που θα περάσει μαλαματένια (χρυσά δηλαδή) λόγια στο μέλλον. Ζητά να εξισωθεί με τον Όμηρο, τα έπη του οποίου γράφτηκαν με χρυσά γράμματα (μαλαματένια!!) από τον Πεισίστρατο, τον τύραννο της Αθήνας.
Η 7η στροφή περνάει στην επταετία της δικτατορίας των συνταγματαρχών. Το πρώτο πρόσωπο είναι ίσως ο ίδιος ο ποιητής, που δέχτηκε λογοκρισία για τους στίχους του από τους χουντικούς. Μπορεί κάποιος σύγχρονός του αγωνιστής, του οποίου την ελευθερία στέρησε η χούντα. Ίσως να προσωποποιείται η ίδια η Ελλάδα και να παραπονιέται για τα παθήματά της. Η ελευθερία των Ελλήνων, ως λόγος, έκφραση και υπόσταση παραβιάστηκαν την επταετία εκείνη. Στη στροφή αυτή περιγράφεται η σύλληψη κι ο εγκλεισμός, το βίαιο και δεσποτικό πρόσωπο του καθεστώτος. Υπάρχει η επίμαχη φράση "ξημερώνοντας Παρασκευή" που αντικαταστάθηκε από το "ξημερώνοντας μέρα κακή". Η Παρασκευή σαν ημέρα συμβολίζει πιθανότατα την Παρασκευή 21 Απριλίου 1967, που έπεσε η δημοκρατία. Άλλες εκδοχές θέλουν να εννοείται η μέρα που χτυπήθηκε το πολυτεχνείο το '73, όπου η έφοδος όμως έγινε ξημερώματα Σαββάτου, ή να εννοείται η ημέρα που δολοφονήθηκε ο Γρηγόρης Λαμπράκης. Τα "υπόγεια ζάρια" μεταφορικά είναι οι κρυφές συνωμοσίες που έγιναν σε βάρος της Ελλάδας από τους "Μεγάλους" που ορίζουν τις Μοίρες των κρατών. Υπάρχει βέβαια κι ο θρύλος πως παίχτηκαν στα ζάρια οι αιώνες σκλαβιάς της Ελλάδας και ορίστηκαν 4 αιώνες, οι αιώνες της τουρκοκρατίας. Αυτή η εκδοχή υποστηρίζεται κι από τη σημαδιακή ημέρα Παρασκευή (ξημερώματα Παρασκευής θεωρείται πως έγινε η Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453).
Η 8η και τελευταία στροφή έχει τη μορφή απολογίας και μετάνοιας για τα λάθη. Εδώ συνοψίζεται το νόημα του ποιήματος. Ο άνθρωπος που πολλά ζήτησε και, εξαιτίας της ατέλειάς του (δεν ήμουν μάγκας και νταής!), πέρασε δικαστήρια από τις θείες δυνάμεις και τη Μοίρα. Πιο συγκεκριμένα, τα "μεγάλα κυνήγια" μπορούν να αναφέρονται στην εκστρατεία εναντίον της Τροίας, στην επεκτατική πολιτική των Ελλήνων στη Μικρά Ασία που οδήγησε στη Μικρασιατική καταστροφή. Ίσως ίσως να αναφέρεται και στην Αντίσταση κατά την περίοδο της Κατοχής, του Εμφυλίου και της χούντας, όπου έγιναν απερισκεψίες. Ίσως και στην έμφυτη αλαζονεία των Ελλήνων, που ζητάμε περισσότερα από όσα μας ωφελούν... Τα δικαστήρια είναι η τιμωρία για την αλαζονεία και την απερισκεψία, σε κάθε περίπτωση. Η ταυτότητα του β' προσώπου (τα δικά σου...) ποικίλλει ανάλογα με την περίπτωση. Ίσως εννοείται αυτός ο κάποιος της 6ης στροφής, που έχει τέτοια απροσμέτρητη εξουσία στα πράγματα. Ο στίχος "και σαν κακούργο να με τιμωρείς" μας θυμίζει τον Παμφύλιο τον Αριδαίο του ποιήματος "Επί Ασπαλάθων" του Σεφέρη, τον τύραννο δηλαδή που πληρώνει με μαρτύρια στον Άδη τα αμαρτήματα που έκανε εν ζωή...
Το ποίημα κλείνει με την αυτοϋπεράσπιση. Τα λάθη φέρνουν σιγουριά για την τιμωρία και τα μαρτύρια. Παρόλα αυτά ο ποιητής δηλώνει αθώος. Αυτό φαίνεται από το "σαν": μοιάζουν οι πράξεις του με πράξεις κακούργου αλλά ο τιμωρούμενος δεν είναι κακούργος. Απλά υπέπεσε στην ανθρώπινη αδυναμία. Η διαφορά του "σαν" με το "ως" είναι πως το "ως" αναφέρεται σε πραγματική ιδιότητα ενώ το "σαν" σε μη πραγματική. Άρα, να με τιμωρείς σαν κακούργο χωρίς να είμαι κακούργος!
Υ.Γ. Η ερμηνεία του ποιήματος είναι σκοτεινή, η δυσκολότερη που έχω αντιμετωπίσει ως τώρα. Δεν περιμένω πως η ερμηνεία μου είναι τέλεια, σίγουρα πολλά κρύβονται μέσα στους στίχους. Αυτά τα νοήματα που δεν αλιεύτηκαν κρύβονται μέσα στις σκοτεινές λόχμες άγνωστων νερών και περιμένουν νέους ψαράδες, ίσως πιο επιτήδειους, που θα τα βγάλουν στην επιφάνεια.
Η πρώτη στροφή πιθανώς να αναφέρεται στην ανάγνωση του έργου του Σεφέρη, το "αλφαβητάρι με τα μαλαματένια λόγια", όταν ο ποιητής το συνάντησε (ο τόπος και ο χρόνος που το βρήκε είναι διανθισμένα με ποιητικά στοιχεία). Όπως αναφέρεται παρακάτω, τα "μαλαματένια λόγια" είναι μια χρυσή επιτομή σοφίας, κάτι σαν κληροδότημα της προηγούμενης γενιάς και των εμπειριών της στην επόμενη. Υπονοείται πως αυτό το τραγούδι και τα ιστορικά του στοιχεία θα περάσουν στην επόμενη γενιά, η οποία θα μάθει από το ποίημα τις αλήθειες εκείνης της γενιάς. Το ποίημα δηλαδή κυνηγά την υστεροφημία, τη διαχρονικότητα και φιλοδοξεί να διδάξει. Η πρώτη στροφή κλείνει με την "αρπαγή" του ποιητή από τις κλωστές του χρόνου: εδώ μπορούμε να φανταστούμε το χρόνο να πηγαίνει τον ποιητή στις απαρχές της Ελλάδας, όπου θα μάθει και θα συγκρίνει το τότε με το τώρα. Η "στερνή πύλη" μπορεί να υπονοεί το θάνατο (μάλλον τον μεταφορικό θάνατο) του ποιητή, που περνά σε μια άλλη διάσταση, άχρονη. Από εκεί, βλέπει και μιλάει για τα λάθη του παρελθόντος. Τα πρώτα μαλαματένια λόγια, αυτά που διαβάζει και μαθαίνει ο ίδιος είναι του Σεφέρη ή του Ομήρου ή και τα δύο, καθώς κάθε γενιά έχει το δικό της δημιούργημα.
Η δεύτερη στροφή διαδραματίζεται στην αρχαιότερη εποχή για την οποία έχουμε γραπτά στοιχεία στα ελληνικά, την Ηρωική Εποχή (11ος αιώνας). Ο ποιητής, αφορμώμενος από τον Τρωικό Πόλεμο, περιγράφει περιστατικά από τη ζωή της Ωραίας Ελένης και τα αποτελέσματα των αποφάσεών της. Τα "αηδόνια που σε χτικιάσανε στην Τροία" ίσως αναφέρονται στα 9 πουλιά που αποτέλεσαν οιωνό για την προφητεία του μάντη Κάλχα στην Αυλίδα πως η Τροία θα παρθεί σε 10 χρόνια: σε ένα δέντρο υπήρχε μια φωλιά με μία μάνα και 8 νεοσσούς. Ένα φίδι σκαρφάλωσε στο δέντρο και έφαγε τα 9 πουλιά, καθώς γινόταν η θυσία πριν την εκστρατεία. Μετά το φίδι πέτρωσε. Ο μάντης Κάλχας έδωσε την ερμηνεία πως 9 χρόνια θα καταπονηθούν οι Έλληνες στην Τροία πριν την πάρουν. Στη συνέχεια περιπαίζεται η Ελένη, η οποία θεωρείται υπεύθυνη που χάθηκαν αμέτρητοι άνθρωποι εκείνης της γενιάς κι από τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές. Προτιμότερο θα ήταν να δούλευε στον αργαλειό (δουλειά υποτιμημένη τότε, που άρμοζε σε δούλες) παρά να είναι το σημείο όρκου των Ελλήνων βασιλιάδων (αυτός ο όρκος ανάγκαζε τους βασιλιάδες να εκδικηθούν την αρπαγή της από τον Πάρη). Το όνομα Μαρία δηλώνει το κοινό, μαζί με το επίθετο ράφτρα. "Ράφτρα μες στην Κοκκινιά": ο στίχος αναφέρεται στο μπλόκο της Κοκκινιάς, της Πέμπτη 17 Αυγούστου 1944. Στην Κοκκινιά εκείνη τη μέρα σφαγιάστηκαν άδικα άντρες, γυναικόπαιδα και ΕΛΑΣίτες από τους Γερμανούς και από δοσίλογους Έλληνες, ένα από τα χτυπητά περιστατικά της κατοχής. Το "άστρο του φονιά" μάλλον είναι η Αφροδίτη (Αποσπερίτης), γενικά επειδή ο Έρωτας πάντοτε φέρνει μίση και θανάτους και συγκεκριμένα επειδή ο Έρωτας έσπρωξε τον Πάρη να αρπάξει την Ελένη.
Οι 2 επόμενες στροφές αναφέρονται στην κατάσταση των 2 πλευρών μετά τον πόλεμο. Οι σημαδεμένοι που γύρισαν είναι οι Έλληνες βασιλιάδες, με το βάρος 10 χρόνων στην πλάτη τους. Ο Αίας αυτοκτόνησε, ο Αγαμέμνων βρήκε το θάνατο στο σπίτι του κι ο Οδυσσέας έκανε άλλα 10 χρόνια να νοστήσει. "Στο μεσοστράτι... στα μισά", στίχοι για τον Οδυσσέα και τους συντρόφους του. Οι 4 άνεμοι ήταν υπηρέτες/παιδιά του Αιόλου, που αφέθηκαν ελεύθεροι από απερισκεψία των συντρόφων στη μέση του ταξιδιού, έφεραν καταιγίδες και απομάκρυναν τους Ιθακήσιους από τον προορισμό τους. "Η φλόγα που δεν τρέμει" είναι κάτι ανεξήγητο για μένα. Μπορεί να εννοείται η σταθερότητα του Οδυσσέα, η ακλόνητη δύναμη που ερχόταν απ' τη θέλησή του για νόστο ή ο ηρωισμός του. Ίσως πάλι να έχει αρνητική έννοια, καθώς στο ταξίδι του βρήκε πολλά υπερφυσικά και τρομακτικά τέρατα. Το "μαράζι δίχως αφορμή", ίσως είναι η απελπισία και ο θρήνος για τον χαμό των συντρόφων, οι οποίοι χάθηκαν για ένα τίποτα, μια μάταιη αιτία (την Ελένη, η οποία οικειοθελώς πήγε στην Τροία).
"Σαν τους άλλους": οι άλλοι είναι όσοι χάθηκαν στην Τροία τα προηγούμενα χρόνια. Οι σύντροφοι βρήκαν, σε διάφορους σταθμούς του ταξιδιού, τραγικό θάνατο. Το "γάβγισμα" είναι αμφίσημο. Υπονοείται ο ατιμωτικός θάνατος, σαν σκυλί κι όχι με αξιοπρέπεια ανθρώπου. Ίσως υπάρχει μνεία για την μεταμόρφωση σε γουρούνια στο νησί της Κίρκης, κατά κάποιον τρόπο. Το γάβγισμα στα σκαλιά μας θυμίζει τη συνάντηση του νοστήσαντα Οδυσσέα με τον Άργο, το γέρο σκύλο του που πέθανε αφού αναγνώρισε με ένα γάβγισμα τον παλιό αφέντη του. "Το παλιό μαρτύριο" είναι ο δεκαετής πόλεμος και η ανάφλεξη της Τροίας. Αυτό που έμεινε είναι το σκυλί που διψά τη νύχτα (δηλαδή η Εκάβη, η σύζυγος του Πριάμου και βασίλισσα της Τροίας, η οποία μεταμορφώθηκε σε σκυλί μετά τον χαμό όλων των παιδιών της - με τελευταίο τον Πολύδωρο). Η Εκάβη, με τη μορφή σκυλιού, τριγύριζε τα βράδια αλυχτώντας θρηνητικά για την πόλη της και τα παιδιά της μέχρι που πέτρωσε. Οι "γυναίκες στη γωνιά μ' ασετιλίνη" είναι πιθανότατα οι φυγάδες Τρωαδίτισσες που θρηνούσαν στα παράλια το χαμό της Τροίας. Η ασετιλίνη είναι εύφλεκτη ουσία που χρησιμοποιείται για άναμμα και αναζωπύρωση της φλόγας, εννοεί προφανώς την πυρκαγιά στην πόλη.
Σ' αυτό το σημείο τελειώνει η αναδρομή στο παλιό παρελθόν. Ο αιώνας εκείνος ο αρχαίος δίδαξε στις γενιές του παρόντος το τι φέρνει ο πόλεμος: και για το νικητή και για τον ηττημένο. Οι συνέπειες βαριές για όλους, ο πόνος αβάστακτος κι αφόρητος. Υπάρχει η ελπίδα πως οι άνθρωποι θα μάθουν απ' τα λάθη τους και δε θα αναζητήσουν τη διαμάχη ξανά...
Κι όμως. Στην 5η στροφή, το κομβικό σημείο του ποιήματος, που επαναφέρει στον αιώνα μας την ιστορία, ο ποιητής βρίσκεται απορημένος μπροστά στην πικρή αλήθεια: οι άνθρωποι ξεχάσαν τα δεινά του παρελθόντος. Κάνουν τα ίδια λάθη και ζητούν πόλεμο και βία για να λύσουν τις διαφορές τους. Εισαγόμαστε στην περίοδο της Κατοχής του '40, όπου στην Καισαριανή (και το Σκοπευτήριο) κατέβαζαν με καμιόνια τα εκτελεστικά αποσπάσματα και ανθρώπους εκτελεστέους. Η απορία και η έκπληξη του ποιητή εκφράζονται με ερωτήσεις: πώς έγινε στον αιώνα που εκείνος ζει να επιστρέψουμε στα παλιά λάθη, η Ιστορία να επαναληφθεί με τέτοιον τραγικό τρόπο; Η πάροδος των χρόνων φέρνει λήθη και ξεχάστηκε ο ποιητής Όμηρος και οι επικές ιστορίες του, που δείχνουν καθαρά το αιματοκύλισμα του πολέμου!
Η 6η στροφή, μια από τις πιο αμφίσημες, αναζητά έναν ηγέτη, έναν σοφό, έναν υπερασπιστή. "Ποιος λύνει το κουβάρι του κόσμου;" Η πρώτη ερμηνεία είναι πως σε περιόδους πολέμου και φρίκης όλοι μας, μες στην απελπισία μας για όσα συμβαίνουν, αναρωτιόμαστε τι και ποιος είναι υπαίτιος, ποιος κρύβεται πίσω απ' όλα; "Ποιος είναι καπετάνιος στα βουνά;" Εδώ έρχεται η δεύτερη ερμηνεία, όπου το "ποιος" αναφέρεται στον άνθρωπο που θα ηγηθεί της Αντίστασης, αυτού που ως αντάρτης θα μείνει αλύγιστος στον κατακτητή. Οι επόμενοι στίχοι μπορεί να αναφέρονται (επιστρέφοντας στην πρώτη ερμηνεία) στο υπερφυσικό Ον που ελέγχει τη Μοίρα, τα γεγονότα και επωμίζεται όλες τις συμφορές των πολέμων. Είναι αυτός που δίνει αγάπη και χάρη, αυτός που ελέγχει το θάνατο και "σεργιανά", κάνει περίπατο δηλαδή, στον Κάτω Κόσμο ως αφέντης του. Το τελευταίο "ποιος" επιστρέφει στη δεύτερη ερμηνεία, όπου αναζητείται ο σοφός που θα γράψει το ακέραιο κληροδότημα για την επόμενη γενιά, τα "μαλαματένια λόγια του 20ού αιώνα". Ο ποιητής κρυφά φιλοδοξεί να είναι ο ίδιος (και το ποίημά του) ο εκλεκτός που θα περάσει μαλαματένια (χρυσά δηλαδή) λόγια στο μέλλον. Ζητά να εξισωθεί με τον Όμηρο, τα έπη του οποίου γράφτηκαν με χρυσά γράμματα (μαλαματένια!!) από τον Πεισίστρατο, τον τύραννο της Αθήνας.
Η 7η στροφή περνάει στην επταετία της δικτατορίας των συνταγματαρχών. Το πρώτο πρόσωπο είναι ίσως ο ίδιος ο ποιητής, που δέχτηκε λογοκρισία για τους στίχους του από τους χουντικούς. Μπορεί κάποιος σύγχρονός του αγωνιστής, του οποίου την ελευθερία στέρησε η χούντα. Ίσως να προσωποποιείται η ίδια η Ελλάδα και να παραπονιέται για τα παθήματά της. Η ελευθερία των Ελλήνων, ως λόγος, έκφραση και υπόσταση παραβιάστηκαν την επταετία εκείνη. Στη στροφή αυτή περιγράφεται η σύλληψη κι ο εγκλεισμός, το βίαιο και δεσποτικό πρόσωπο του καθεστώτος. Υπάρχει η επίμαχη φράση "ξημερώνοντας Παρασκευή" που αντικαταστάθηκε από το "ξημερώνοντας μέρα κακή". Η Παρασκευή σαν ημέρα συμβολίζει πιθανότατα την Παρασκευή 21 Απριλίου 1967, που έπεσε η δημοκρατία. Άλλες εκδοχές θέλουν να εννοείται η μέρα που χτυπήθηκε το πολυτεχνείο το '73, όπου η έφοδος όμως έγινε ξημερώματα Σαββάτου, ή να εννοείται η ημέρα που δολοφονήθηκε ο Γρηγόρης Λαμπράκης. Τα "υπόγεια ζάρια" μεταφορικά είναι οι κρυφές συνωμοσίες που έγιναν σε βάρος της Ελλάδας από τους "Μεγάλους" που ορίζουν τις Μοίρες των κρατών. Υπάρχει βέβαια κι ο θρύλος πως παίχτηκαν στα ζάρια οι αιώνες σκλαβιάς της Ελλάδας και ορίστηκαν 4 αιώνες, οι αιώνες της τουρκοκρατίας. Αυτή η εκδοχή υποστηρίζεται κι από τη σημαδιακή ημέρα Παρασκευή (ξημερώματα Παρασκευής θεωρείται πως έγινε η Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453).
Η 8η και τελευταία στροφή έχει τη μορφή απολογίας και μετάνοιας για τα λάθη. Εδώ συνοψίζεται το νόημα του ποιήματος. Ο άνθρωπος που πολλά ζήτησε και, εξαιτίας της ατέλειάς του (δεν ήμουν μάγκας και νταής!), πέρασε δικαστήρια από τις θείες δυνάμεις και τη Μοίρα. Πιο συγκεκριμένα, τα "μεγάλα κυνήγια" μπορούν να αναφέρονται στην εκστρατεία εναντίον της Τροίας, στην επεκτατική πολιτική των Ελλήνων στη Μικρά Ασία που οδήγησε στη Μικρασιατική καταστροφή. Ίσως ίσως να αναφέρεται και στην Αντίσταση κατά την περίοδο της Κατοχής, του Εμφυλίου και της χούντας, όπου έγιναν απερισκεψίες. Ίσως και στην έμφυτη αλαζονεία των Ελλήνων, που ζητάμε περισσότερα από όσα μας ωφελούν... Τα δικαστήρια είναι η τιμωρία για την αλαζονεία και την απερισκεψία, σε κάθε περίπτωση. Η ταυτότητα του β' προσώπου (τα δικά σου...) ποικίλλει ανάλογα με την περίπτωση. Ίσως εννοείται αυτός ο κάποιος της 6ης στροφής, που έχει τέτοια απροσμέτρητη εξουσία στα πράγματα. Ο στίχος "και σαν κακούργο να με τιμωρείς" μας θυμίζει τον Παμφύλιο τον Αριδαίο του ποιήματος "Επί Ασπαλάθων" του Σεφέρη, τον τύραννο δηλαδή που πληρώνει με μαρτύρια στον Άδη τα αμαρτήματα που έκανε εν ζωή...
Το ποίημα κλείνει με την αυτοϋπεράσπιση. Τα λάθη φέρνουν σιγουριά για την τιμωρία και τα μαρτύρια. Παρόλα αυτά ο ποιητής δηλώνει αθώος. Αυτό φαίνεται από το "σαν": μοιάζουν οι πράξεις του με πράξεις κακούργου αλλά ο τιμωρούμενος δεν είναι κακούργος. Απλά υπέπεσε στην ανθρώπινη αδυναμία. Η διαφορά του "σαν" με το "ως" είναι πως το "ως" αναφέρεται σε πραγματική ιδιότητα ενώ το "σαν" σε μη πραγματική. Άρα, να με τιμωρείς σαν κακούργο χωρίς να είμαι κακούργος!
Υ.Γ. Η ερμηνεία του ποιήματος είναι σκοτεινή, η δυσκολότερη που έχω αντιμετωπίσει ως τώρα. Δεν περιμένω πως η ερμηνεία μου είναι τέλεια, σίγουρα πολλά κρύβονται μέσα στους στίχους. Αυτά τα νοήματα που δεν αλιεύτηκαν κρύβονται μέσα στις σκοτεινές λόχμες άγνωστων νερών και περιμένουν νέους ψαράδες, ίσως πιο επιτήδειους, που θα τα βγάλουν στην επιφάνεια.