Εμείς οι Έλληνες έχουμε τη συνήθεια να καυχιόμαστε για την μοναδικότητά μας και την αξία μας. Κι ένα από τα περισσότερο προβαλλόμενα επιχειρήματά μας είναι πως έχουμε "πλούσια" γλώσσα. Πιστεύουμε πως το να μιλάμε (τώρα το αν μιλάμε σωστά είναι βασικό ζήτημα) την ελληνική μας κάνει άρχοντες. Εγώ όμως θέσω το εξής ερώτημα: μπορούμε να αράξουμε στον καναπέ μας σίγουροι πως ξέρουμε τη γλώσσα μας;
Δεν μπορώ να απαντήσω για όλους τους Έλληνες αλλά σίγουρα μπορώ για έναν: τον εαυτό μου. Εγώ λοιπόν ήμουν άτομο που πάντα εξέταζα τη γλώσσα. Από προσωπικό ενδιαφέρον για τη λογοτεχνία κυρίως, αλλά παράλληλα είναι αδύνατο να μην γεννηθεί και περιέργεια για τη δομή της. Γνωρίζοντας καλή ορθογραφία, σύνταξη και λεξιλόγιο ένιωθα κι εγώ ένας μικρός πρίγκιπας, ο οποίος "ξέρει ελληνικά".
Όλα όμως τα αναθεώρησα όταν άρχισα να εμβαθύνω στην αρχαία ελληνική. Τότε συνειδητοποίησα το γιατί η κάθε λέξη είναι όπως είναι, από πού προέρχεται και γιατί σημαίνει αυτό που σημαίνει. Καλύφθηκαν πολλά κενά μου και, όσο μαθαίνω περισσότερα, τόσο καταλαβαίνω πως πέφτω έξω όταν νομίζω πως ξέρω αρκετά...
Και πάλι όμως ένιωθα γαλήνη αφού και με τα αρχαία τα κατάφερα, έβγαλα τα συμπεράσματά μου και σταθεροποίησα τις γνώσεις μου. Έλα όμως που ποτέ δεν πρέπει να είσαι αρκετά σίγουρος. Διότι αργότερα μου χτύπησε την πόρτα η ινδοευρωπαϊκή πρωτόγλωσσα, που σύμφωνα με επιστημονικό υλικό είναι οι ρίζες και απαρχές των αρχαίων ελληνικών, είτε άμεσα είτε μέσω συγγενικών γλωσσών, δανείων κτλ. Όταν τότε συνειδητοποίησα πως για άλλη μια φορά είχα κάνει λάθος νομίζοντας πως ξέρω αρκετά, το πήρα απόφαση: η γλώσσα είναι ένα κυνήγι, και ποτέ δεν μπορείς να ηρεμήσεις. Η ετυμολογία είναι ένα καλό όπλο για να ανασκαλέψεις τα δεδομένα και να βγάλεις συμπεράσματα αλλά, όσο καλός "κυνηγός" και να γίνεις, πάντα θα περνά μπροστά σου ένα θήραμα ενδιαφέρον που προκαλεί τον κυνηγό μέσα σου και κάνοντάς τον να αμφιβάλλει για τις ικανότητές σου...
Ένα από τα συμπεράσματα λοιπόν: οι λέξεις δεν είναι πάντα αυτό που δείχνουν. Λογικό είναι, καθώς τα χρόνια περνούν, οι σημασίες να αλλάζουν. Για παράδειγμα, η λέξη "αστείος" στην σύγχρονη γλώσσα αντιστοιχεί στο: αυτός που προκαλεί γέλιο. Όμως στην αρχαιότητα ο γελοίος ήταν αυτός που προκαλεί γέλιο (γέλιου οίος = κατάλληλος για γέλιο). Αστείος ήταν αυτός που αρμόζει στο "άστυ", ο εκλεπτυσμένος και στυλάτος, σε αντίθεση με τις χοντροκοπιές του αγρού. Αλλά μέσω της αντίθεσης της αθηναϊκής κωμωδίας που ήταν "αστεία" και προκαλούσε γέλιο με την μεγαρική και δωρική που ήταν "αγροίκες", η λέξη πήρε σταδιακά τη σημασία που γνωρίζουμε.
Άλλο παράδειγμα είναι η λέξη "ωραίος". Την έχουμε ταυτίσει με το "όμορφος" αλλά δεν είναι ταυτόσημες οι λέξεις. Όμορφος (ή καλύτερα εύμορφος, αυτός με την ωραία μορφή) είναι ένα μόνιμο χαρακτηριστικό που ταιριάζει σε κάποιον. Ωραίος από την άλλη είναι αυτός που βρίσκεται "στην κατάλληλη ώρα" και, κατ' επέκταση, στο κατάλληλο μέρος. Το να εμφανιστεί δηλαδή ένας κουστουμαρισμένος κύριος σε ένα κυριλέ μαγαζί τον κάνει ωραίο, ενώ το να εμφανιστεί έτσι σε ένα μέρος για πανκ άτομα δεν είναι ωραίο, αλλά άκαιρο (ο άνθρωπος αυτός μπορεί να είναι σε κάθε περίπτωση όμορφος - αυτό δεν αλλάζει). Δηλαδή ένας όμορφος άνθρωπος δεν είναι απαραίτητα ωραίος και το αντίστροφο. Και τα παραπάνω είναι ελάχιστα από τα τόσα παραδείγματα... Τώρα, μετά από την αμφισβήτηση τέτοιων εννοιών που συναντούμε καθημερινά χωρίς να τις εξετάζουμε, ποιος μπορεί να πει ότι ξέρει αρκετά και δεν έχει να μάθει περισσότερα;
Δεν μπορώ να απαντήσω για όλους τους Έλληνες αλλά σίγουρα μπορώ για έναν: τον εαυτό μου. Εγώ λοιπόν ήμουν άτομο που πάντα εξέταζα τη γλώσσα. Από προσωπικό ενδιαφέρον για τη λογοτεχνία κυρίως, αλλά παράλληλα είναι αδύνατο να μην γεννηθεί και περιέργεια για τη δομή της. Γνωρίζοντας καλή ορθογραφία, σύνταξη και λεξιλόγιο ένιωθα κι εγώ ένας μικρός πρίγκιπας, ο οποίος "ξέρει ελληνικά".
Όλα όμως τα αναθεώρησα όταν άρχισα να εμβαθύνω στην αρχαία ελληνική. Τότε συνειδητοποίησα το γιατί η κάθε λέξη είναι όπως είναι, από πού προέρχεται και γιατί σημαίνει αυτό που σημαίνει. Καλύφθηκαν πολλά κενά μου και, όσο μαθαίνω περισσότερα, τόσο καταλαβαίνω πως πέφτω έξω όταν νομίζω πως ξέρω αρκετά...
Και πάλι όμως ένιωθα γαλήνη αφού και με τα αρχαία τα κατάφερα, έβγαλα τα συμπεράσματά μου και σταθεροποίησα τις γνώσεις μου. Έλα όμως που ποτέ δεν πρέπει να είσαι αρκετά σίγουρος. Διότι αργότερα μου χτύπησε την πόρτα η ινδοευρωπαϊκή πρωτόγλωσσα, που σύμφωνα με επιστημονικό υλικό είναι οι ρίζες και απαρχές των αρχαίων ελληνικών, είτε άμεσα είτε μέσω συγγενικών γλωσσών, δανείων κτλ. Όταν τότε συνειδητοποίησα πως για άλλη μια φορά είχα κάνει λάθος νομίζοντας πως ξέρω αρκετά, το πήρα απόφαση: η γλώσσα είναι ένα κυνήγι, και ποτέ δεν μπορείς να ηρεμήσεις. Η ετυμολογία είναι ένα καλό όπλο για να ανασκαλέψεις τα δεδομένα και να βγάλεις συμπεράσματα αλλά, όσο καλός "κυνηγός" και να γίνεις, πάντα θα περνά μπροστά σου ένα θήραμα ενδιαφέρον που προκαλεί τον κυνηγό μέσα σου και κάνοντάς τον να αμφιβάλλει για τις ικανότητές σου...
Ένα από τα συμπεράσματα λοιπόν: οι λέξεις δεν είναι πάντα αυτό που δείχνουν. Λογικό είναι, καθώς τα χρόνια περνούν, οι σημασίες να αλλάζουν. Για παράδειγμα, η λέξη "αστείος" στην σύγχρονη γλώσσα αντιστοιχεί στο: αυτός που προκαλεί γέλιο. Όμως στην αρχαιότητα ο γελοίος ήταν αυτός που προκαλεί γέλιο (γέλιου οίος = κατάλληλος για γέλιο). Αστείος ήταν αυτός που αρμόζει στο "άστυ", ο εκλεπτυσμένος και στυλάτος, σε αντίθεση με τις χοντροκοπιές του αγρού. Αλλά μέσω της αντίθεσης της αθηναϊκής κωμωδίας που ήταν "αστεία" και προκαλούσε γέλιο με την μεγαρική και δωρική που ήταν "αγροίκες", η λέξη πήρε σταδιακά τη σημασία που γνωρίζουμε.
Άλλο παράδειγμα είναι η λέξη "ωραίος". Την έχουμε ταυτίσει με το "όμορφος" αλλά δεν είναι ταυτόσημες οι λέξεις. Όμορφος (ή καλύτερα εύμορφος, αυτός με την ωραία μορφή) είναι ένα μόνιμο χαρακτηριστικό που ταιριάζει σε κάποιον. Ωραίος από την άλλη είναι αυτός που βρίσκεται "στην κατάλληλη ώρα" και, κατ' επέκταση, στο κατάλληλο μέρος. Το να εμφανιστεί δηλαδή ένας κουστουμαρισμένος κύριος σε ένα κυριλέ μαγαζί τον κάνει ωραίο, ενώ το να εμφανιστεί έτσι σε ένα μέρος για πανκ άτομα δεν είναι ωραίο, αλλά άκαιρο (ο άνθρωπος αυτός μπορεί να είναι σε κάθε περίπτωση όμορφος - αυτό δεν αλλάζει). Δηλαδή ένας όμορφος άνθρωπος δεν είναι απαραίτητα ωραίος και το αντίστροφο. Και τα παραπάνω είναι ελάχιστα από τα τόσα παραδείγματα... Τώρα, μετά από την αμφισβήτηση τέτοιων εννοιών που συναντούμε καθημερινά χωρίς να τις εξετάζουμε, ποιος μπορεί να πει ότι ξέρει αρκετά και δεν έχει να μάθει περισσότερα;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου